
Ξενοφώντας Κεφάλαιο 1 Παράγραφος 18
Για να μεταφερθείτε σε κάποια άλλη ενότητα των Αρχαίων Ελληνικών της Α’ Λυκείου επιλέξτε την αντίστοιχη σελίδα από το παρακάτω μενού:
Ξενοφῶντος Ἑλληνικά
Κεφάλαιο 1. Παράγραφος 18
Πρωτότυπο Κείμενο
Λύσανδρος δ΄ ἐξ Ἀβύδου παρέπλει εἰς Λάμψακον σύμμαχον οὖσαν Ἀθηναίων· καὶ οἱ Ἀβυδηνοὶ καὶ οἱ ἄλλοι παρῆσαν πεζῇ. Ἡγεῖτο δὲ Θώραξ Λακεδαιμόνιος.
Μετάφραση
Ο Λύσανδρος έπλεε παραλιακά από την Άβυδο προς την Λάμψακο, η οποία ήταν σύμμαχος με τους Αθηναίους και οι Αβυδηνοί και οι υπόλοιποι ακολουθούσαν με τα πόδια. Αρχηγός τους ήταν ο Θώραξ ο Λακεδαιμόνιος.
Κείμενο – Μετάφραση σε αντιστοίχιση
Λύσανδρος δ΄ παρέπλει
ἐξ Ἀβύδου
εἰς Λάμψακον
σύμμαχον οὖσαν
Ἀθηναίων·
καὶ οἱ Ἀβυδηνοὶ καὶ οἱ ἄλλοι
παρῆσαν πεζῇ.
Ἡγεῖτο δὲ Θώραξ
Λακεδαιμόνιος.
Ο Λύσανδρος έπλεε παραλιακά
από την Άβυδο
προς την Λάμψακο,
η οποία ήταν σύμμαχος
με τους Αθηναίους
και οι Αβυδηνοί και οι υπόλοιποι
ακολουθούσαν με τα πόδια.
Αρχηγός τους ήταν ο Θώραξ
ο Λακεδαιμόνιος.
Συντακτική ανάλυση
ἡ γὰρ Ἀσία πολεμία αὐτοῖς ἦν: Κύρια πρόταση
ἦν: ρήμα/ ἡ Ἀσία: υποκείμενο/ πολεμία: κατηγορούμενο στο ἡ Ἀσία μέσω του συνδετικού ρήματος ἦν.
αὐτοῖς: δοτική αντικειμενική στο πολεμία.
Λύσανδρος δ΄ ἐξ Ἀβύδου παρέπλει εἰς Λάμψακον σύμμαχον οὖσαν Ἀθηναίων: Κύρια πρόταση
παρέπλει: ρήμα /Λύσανδρος: υποκείμενο.
ἐξ Ἀβύδου: εμπρόθετος επιρρηματικός προσδιορισμός που δηλώνει απομάκρυνση από τόπο στο παρέπλει.
εἰς Λάμψακον: εμπρόθετος επιρρηματικός προσδιορισμός που δηλώνει κίνηση σε τόπο στο παρέπλει.
οὖσαν: επιθετική μετοχή με υποκείμενο Λάμψακον ως επιθετικός προσδιορισμός στο υποκείμενό της.
σύμμαχον: κατηγορούμενο στο Λάμψακον μέσω του συνδετικού ρήματος οὖσαν.
Ἀθηναίων: γενική κτητική στο σύμμαχον.
καὶ οἱ Ἀβυδηνοὶ καὶ οἱ ἄλλοι παρῆσαν πεζῇ: Κύρια πρόταση
παρῆσαν: ρήμα/ οἱ Ἀβυδηνοὶ καὶ οἱ ἄλλοι: υποκείμενο.
πεζῇ: δοτική του τρόπου στο παρῆσαν.
ἡγεῖτο δὲ Θώραξ Λακεδαιμόνιος: Κύρια πρόταση
ἡγεῖτο: ρήμα/ Θώραξ: υποκείμενο.
Λακεδαιμόνιος: παράθεση στο Θώραξ.
Πίνακας αρχικών χρόνων ρημάτων παραγράφου
παραπλέω
παρέπλεον
παραπλεύσομαι/ παραπλευσοῦμαι
παρέπλευσα
παραπέπλευκα
παρεπεπλεύκειν
εἰμί
ἦ, ἦν
ἔσομαι
ἐγενόμην
γέγονα
ἐγεγόνειν
πάρειμι
παρῆν
παρέσομαι
παρεγενόμην
παραγέγονα
παρεγεγόνειν
ἡγέομαι, -οῦμαι
ἡγούμην
ἡγήσομαι/ ἡγηθήσομαι
ἡγησάμην, ἡγήθην
ἥγημαι
ἡγήμην
Η Ομάδα του filologika.gr
Για περισσότερη ενημέρωση για θέματα που αφορούν τα Φιλολογικά μαθήματα ακολουθήστε μας στην επίσημη σελίδα μας στο Facebook.