α) Καταληκτικά μονόθεμα σε -ως, γεν. -ωος.
|
|
(θ. ἡρω-) |
(θ. Τρω-) |
|
(θ. ἡρω-) |
(θ. Τρω-) |
|
Ενικός αριθμός
|
Πληθυντικός αριθμός
|
| ον. |
ὁ |
ἥρω-ς |
Τρὼ-ς |
οἱ |
ἥρω-ες |
Τρῶ-ες |
| γεν. |
τοῦ |
ἥρω-ος |
Τρω-ὸς |
τῶν |
ἡρώ-ων |
Τρώ-ων |
| δοτ. |
τῷ |
ἥρω-ι |
Τρω-ὶ |
τοῖς |
ἥρω-σι(ν) |
Τρω-σὶ(ν) |
| αιτ. |
τὸν |
ἥρω-α |
Τρῶ-α |
τοὺς |
ἥρω-ας |
Τρῶ-ας |
| κλ. |
(ὦ) |
ἥρω-ς |
Τρὼ-ς |
(ὦ) |
ἥρω-ες |
Τρῶ-ες |
β) Καταληκτικά μονόθεμα σε -υς, γεν. -υος
|
(θ. βοτρυ-)
|
(θ. ἰχθυ-) |
(θ. δρυ-)
|
|
Ενικός αριθμός
|
| ον. |
ὁ |
βότρυ-ς |
ἰχθὺ-ς |
ἡ |
δρῦ-ς |
| γεν. |
τοῦ |
βότρυ-ος |
ἰχθύ-ος |
τῆς |
δρυ-ὸς |
| δοτ. |
τῷ |
βότρυ-ϊ |
ἰχθύ-ϊ |
τῇ |
δρυ-ῒ |
| αιτ. |
τὸν |
βότρυ-ν |
ἰχθὺ-ν |
τὴν |
δρῦ-ν |
| κλ. |
(ὦ) |
βότρυ |
ἰχθὺ |
(ὦ) |
δρῦ |
|
Πληθυντικός αριθμός
|
| ον. |
οἱ |
βότρυ-ες |
ἰχθύ-ες |
αἱ |
δρύ-ες |
| γεν. |
τῶν |
βοτρύ-ων |
ἰχθύ-ων |
τῶν |
δρυ-ῶν |
| δοτ. |
τοῖς |
βότρυ-σι(ν) |
ἰχθύ-σι(ν) |
ταῖς |
δρυ-σὶ(ν) |
| αιτ. |
τοὺς |
βότρυ-ς |
ἰχθῦ-ς |
τὰς |
δρῦ-ς |
| κλ. |
(ὦ) |
βότρυ-ες |
ἰχθύ-ες |
(ὦ) |
δρύ-ες |
Κατά το βότρυς κλίνονται: ὁ στάχυς, ἡ πίτυς (είδος πεύκου), ὁ κάνδυς (μηδικός μανδύας) κ.ά., καθώς και το ουδέτ. τὸ νᾶπυ (= σινάπι).
Κατά το ἰχθὺς κλίνονται: ἡ Ἐρινύς, ἡ ἰλὺς (= λάσπη), ἡ ἰσχύς, ἡ κλιτύς, ἡ ὀσφύς, ἡ ὀφρύς, ἡ πληθύς κ.ά.
Κατά το δρῦς κλίνονται: ὁ και ἡ σῦς ή ὗς (= αγριόχοιρος), ὁ μῦς (= ποντίκι) κ.ά.
Στα φωνηεντόληκτα τριτόκλιτα ουσιαστικά σε –υς (γεν. –υος):
1) Η αιτιατική του ενικού σχηματίζεται με την κατάληξη –ν αντί –α και η αιτ. του πληθ. με την κατάληξη –ς αντί –ας: τὸν βότρυν, τοὺς βότρυς.
2) Η κλητική του ενικού σχηματίζεται χωρίς κατάληξη: ὦ βότρυ, ὦ ἰχθύ.
3) Όλοι οι μονοσύλλαβοι τύποι και η αιτιατική του πληθυντικού γενικά, όταν αυτή τονίζεται στη λήγουσα, παίρνουν περισπωμένη αντίθετα με τον κανόνα, ἡ δρῦς, τὴν δρῦν, ὦ δρῦ, τὰς δρῦς – τοὺς ἰχθῦς, τὰς κλιτῦς, τὰς Ἐρινῦς.
γ) Καταληκτικά διπλόθεμα αρσ. και θηλ. σε -ῐς (γεν. -εως)
ή σε -ῠς (γεν. -εως) και ουδέτ. σε -ῠ (γεν. -εως)
| (θ. δυναμῐ-,
δυναμε-) |
(θ. πολῐ-,
πολε-) |
(θ. πελεκῠ-,
πελεκε-) |
(θ. ἀστῠ-,
ἀστε-) |
|
Ενικός αριθμός
|
| ον. |
ἡ |
δύναμι-ς |
πόλῐ-ς |
ὁ |
πέλεκυ-ς |
τὸ |
ἄστυ |
| γεν. |
τῆς |
δυνάμε-ως |
πόλε-ως |
τοῦ |
πελέκε-ως |
τοῦ |
ἄστε-ως |
| δοτ. |
τῇ |
δυνάμει |
πόλει |
τῷ |
πελέκει |
τῷ |
ἄστει |
| αιτ. |
τὴν |
δύναμι-ν |
πόλι-ν |
τὸν |
πέλεκυ-ν |
τὸ |
ἄστυ |
| κλ. |
(ὦ) |
δύναμι |
πόλι |
(ὦ) |
πέλεκυ |
(ὦ) |
ἄστυ |
|
Πληθυντικός αριθμός
|
| ον. |
αἱ |
δυνάμεις |
πόλεις |
οἱ |
πελέκεις |
τὰ |
ἄστη |
| γεν. |
τῶν |
δυνάμε-ων |
πόλε-ων |
τῶν |
πελέκε-ων |
τῶν |
ἄστε-ων |
| δοτ. |
ταῖς |
δυνάμε-σι(ν) |
πόλε-σι(ν) |
τοῖς |
πελέκε-σι(ν) |
τοῖς |
ἄστε-σι(ν) |
| αιτ. |
τὰς |
δυνάμεις |
πόλεις |
τοὺς |
πελέκεις |
τὰ |
ἄστη |
| κλ. |
(ὦ) |
δυνάμεις |
πόλεις |
(ὦ) |
πελέκεις |
(ὦ) |
ἄστη |
Κατά το δύναμις κλίνονται τα προπαροξύτονα θηλυκά: αἴσθησις, ἀκρόπολις, βεβαίωσις, γένεσις, γέννησις, δήλωσις, κράτησις, ποίησις κ.ά. και το αρσ. ὁ πρύτανις.
Κατά το πόλις κλίνονται: ἡ κόνις, ὁ μάντις, ὁ ὄφις κ.ά., καθώς και πολλά δισύλλαβα αφηρημένα ουσιαστικά: γεῦσις, ὄψις, πτῶσις κτλ.
δ) Καταληκτικά μονόθεμα σε -εύς, -οῦς και -αῦς
| Ενικός αριθμός |
|
| ον. |
ὁ |
βασιλεὺς |
ἁλιεὺ-ς |
βοῦ-ς |
ἡ |
γραῦ-ς |
| γεν. |
τοῦ |
βασιλέως |
ἁλιέ-ως και ἁλιῶς |
βο-ὸς |
τῆς |
γρα-ὸς |
| δοτ. |
τῷ |
βασιλεῖ |
ἁλιεῖ |
βο-ῒ |
τῇ |
γρα-ῒ |
| αιτ. |
τὸν |
βασιλέα |
ἁλιέ-α και ἁλιᾶ |
βοῦ-ν |
τὴν |
γραῦ-ν |
| κλ. |
(ὦ) |
βασιλεῦ |
ἁλιεῦ |
βοῦ |
(ὦ) |
γραῦ |
|
Πληθυντικός αριθμός |
| ον. |
οἱ |
βασιλεῖς |
ἁλιεῖς |
βό-ες |
αἱ |
γρᾶ-ες |
| γεν. |
τῶν |
βασιλέων |
ἁλιέ-ων και ἁλιῶν |
βο-ῶν |
τῶν |
γρα-ῶν |
| δοτ. |
τοῖς |
βασιλεῦσι(ν) |
ἁλιεῦ-σι(ν) |
βο-σὶ(ν) |
ταῖς |
γραυ-σὶ(ν) |
| αιτ. |
τοὺς |
βασιλέας |
ἁλιέ-ας και ἁλιᾶς |
βοῦ-ς |
τὰς |
γραῦς |
| κλ. |
(ὦ) |
βασιλεῖς |
ἁλιεῖς |
βό-ες |
(ὦ) |
γρᾶ-ες |
Κατά το βασιλεύς κλίνονται: βαφεύς, γονεύς, γραμματεύς, γραφεύς, ἱερεύς, κουρεύς, χαλκεὺς κ.ά. – Ἀμφισσεύς, Ἀχαρνεύς, Μεγαρεύς κ.ά.
Κατά το ἁλιεὺς κλίνονται: Δωριεύς, Ἐρετριεύς, Εὐβοεύς, Πειραιεύς, Πλαταιεὺς κ.ά.
Τα βοῦς και γραῦς είναι μοναδικά.
Τα φωνηεντόληκτα σε -ις ή -υς (γεν. –εως):
1) έχουν δύο θέματα: ένα σε –ι ή -υ (πολι-, πηχυ-), από το οποίο σχηματίζονται η ονομαστική, η αιτιατική και η κλητική του ενικού, και άλλο θέμα σε -ε (πολε-, πηχε-), από το οποίο σχηματίζονται οι άλλες πτώσεις του ενικού και όλος ο πληθυντικός.
2) στη γεν. του ενικού έχουν κατάληξη –ως (αντί –ος) και τονίζονται στη γενική του ενικού και του πληθυντικού στην προπαραλήγουσα αντίθετα με τον κανόνα.
3) συναιρούν το χαρακτήρα ε με το ακόλουθο ε ή ι των καταλήξεων σε ει: αἱ πόλε-ες = πόλεις· τῷ πήχε-ι = πήχει.
4) σχηματίζουν την αιτιατ. του ενικού με την κατάληξη –ν (τὴν πόλι-ν, τὸν πῆχυ-ν), την κλητ. του ενικού χωρίς κατάληξη (ὦ πόλι-, ὦ πῆχυ-) και την αιτιατ. του πληθυντικού όμοια με την ονομαστική από αναλογία προς αυτή (αἱ πόλεις – τὰς πόλεις· οἱ πήχεις – τοὺς πήχεις).
ε) Ακατάληκτα διπλόθεμα σε -ὼ (γεν. -οῦς)
|
Ενικός αριθμός |
| ον. |
ἡ |
ἠχὼ |
|
Κλειὼ |
|
| γεν. |
τῆς |
(ἠχό-ος) |
ἠχοῦς |
(Κλειό-ος) |
Κλειοῦς |
| δοτ. |
τῇ |
(ἠχό-ι) |
ἠχοῖ |
(Κλειό-ι) |
Κλειοῖ |
| αιτ. |
τὴν |
(ἠχό-α) |
ἠχὼ |
(Κλειό-α) |
Κλειὼ |
| κλ. |
(ὦ) |
ἠχοῖ |
|
Κλειοῖ |
|
Όμοια κλίνονται μερικά κύρια ονόματα: Γοργώ, Ἐρατώ, Κλωθώ, Λητώ, Σαπφὼ κ.ά., καθώς και μερικά προσηγορικά: λεχώ, πειθώ, φειδὼ κ.ά.
Τα φωνηεντόληκτα σε –ὼ (γεν. –οῦς) της γ΄ κλίσης:
1) κανονικά δεν έχουν πληθυντικό· όταν όμως σχηματίζουν τον αριθμό αυτό, κλίνονται κατά τη β΄ κλίση: ἡ λεχώ, τῆς λεχοῦς κτλ. – πληθ. αἱ λεχοί, τῶν λεχῶν, ταῖς λεχοῖς, τὰς λεχοὺς
2) σχηματίζουν την ονομαστική με το ισχυρό θέμα –ω χωρίς καμιά κατάληξη· στις πλάγιες πτώσεις συναιρούν το χαρακτήρα ο του αδύνατου θέματος με τις καταλήξεις και οξύνονται στην αιτιατική αντίθετα με τον κανόνα, από αναλογία προς την ομόηχη ονομαστική (ἡ ἠχὼ – τὴν ἠχώ)·
3) σχηματίζουν την κλητική με αρχαιότερο θέμα σε –οι χωρίς κατάληξη και παίρνουν σ’ αυτή περισπωμένη από αναλογία προς την ομόηχη δοτική: τῇ ἠχοῖ – ὦ ἠχοῖ.
Η Ομάδα του filologika.gr
Για περισσότερη ενημέρωση για θέματα που αφορούν τα Φιλολογικά μαθήματα ακολουθήστε μας στην επίσημη σελίδα μας στο Facebook.