Οὕτω δὴ ἔχει
καὶ περὶ τῶν ἀρετῶν ·
πράττοντες γὰρ
τὰ ἐν τοῖς συναλλάγμασι τοῖς
πρὸς τοὺς ἀνθρώπους γινόμεθα
οἳ μὲν δίκαιοι οἳ δὲ ἄδικοι,
πράττοντες δὲ τὰ
ἐν τοῖς δεινοῖς
καὶ ἐθιζόμενοι
φοβεῖσθαι ἢ θαρρεῖν
οἳ μὲν ἀνδρεῖοι
οἳ δὲ δειλοί.
Ὁμοίως δὲ ἔχει
καὶ τὰ περὶ τῆς ἐπιθυμίας
καὶ τὰ περὶ τὰς ὀργάς·
οἳ μὲν γὰρ γίνονται
σώφρονες καὶ πρᾶοι,
οἳ δ’ ἀκόλαστοι καὶ ὀργίλοι,
οἳ μὲν ἐκ τοῦ ἀναστρέφεσθαι
οὑτωσὶ ἐν αὐτοῖς,
οἳ δ’ ἐκ τοῦ οὑτωσί.
Kaὶ ἑνὶ λόγῳ
αἱ ἕξεις
γίνονται
ἐκ τῶν ὁμοίων ἐνεργειῶν.
Διὸ δεῖ ἀποδιδόναι
ποιὰς
τὰς ἐνεργείας·
αἱ γὰρ ἕξεις
ἀκολουθοῦσιν
κατὰ τὰς διαφορὰς
τούτων.
Οὐ μικρὸν οὖν διαφέρει
τὸ ἐθίζεσθαι οὕτως
ἢ οὕτως
εὐθὺς ἐκ νέων,
ἀλλὰ πάμπολυ,
μᾶλλον δὲ τὸ πᾶν.
Το ίδιο λοιπόν συμβαίνει
και με τις αρετές·
γιατί μέσα από όσα συμβαίνουν
στις σχέσεις μας
με τους άλλους ανθρώπους γινόμαστε
άλλοι δίκαιοι και άλλοι άδικοι
και κάνοντας όσα έχουν
μέσα τους το στοιχείο του φόβου
και αποκτώντας τη συνήθεια
να αισθανόμαστε φόβο ή θάρρος
γινόμαστε άλλοι ανδρείοι
και άλλοι δειλοί.
Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει
και σε σχέση με τις επιθυμίες
και την οργή·
άλλοι δηλαδή γίνονται
σώφρονες και πράοι
και άλλοι ακόλαστοι και οργίλοι,
οι πρώτοι με το να συμπεριφέρονται
έτσι στις περιστάσεις αυτές
και οι δεύτεροι αντίθετα.
Και με δυο λόγια:
τα μόνιμα στοιχεία του χαρακτήρα μας
διαμορφώνονται από την επανάληψη
όμοιων ενεργειών.
Γι’ αυτό πρέπει να προσδίδουμε
μια ορισμένη ποιότητα
στις ενέργειές μας·
γιατί τα μόνιμα στοιχεία
του χαρακτήρα μας
είναι τελικά αντίστοιχα
με τις διαφορές ποιότητας
αυτών των ενεργειών.
Δεν έχει λοιπόν μικρή σημασία
το να αποκτά κανείς τη μια
ή την άλλη συνήθεια
όσο γίνεται πιο νέος,
αλλά πολύ μεγάλη,
και μάλλον είναι το παν.
Ἔχει < ἔχω: ανάδοχος, ανακωχή, αποχή, άσχετος, διαδοχικός, δικαιούχος, διπλωματούχος, ένοχος, έξη, εξής, εξοχή, εποχή, εσοχή, ευεξία, εχεμύθεια, ηνίοχος, κατεχόμενα, κατοχή, κατοχικός, καχεκτικός, καχεξία, κληρουχία, μειονεξία, μέτοχος, οχυρός, παροχή, πάροχος, περιέκτης, περιεκτικός, περιοχή, πλεονεξία, προνομιούχος, ραβδούχος, σκηπτούχος, συνοχή, συνταξιούχος, σχεδόν, σχέση, σχετικός, σχήμα, σχολείο, υπεροχή.
πράττοντες < πράττω: απράγμων, άπραγος, άπρακτος, εισπρακτικός, πολυπράγμων, πράγμα, πραγματικός, πραγματοποίηση, πρακτέος, πρακτικός, πράκτορας, πράξη, πραξικόπημα, σύμπραξη.
συναλλάγμασι < σὺν + ἀλλάττω: αλλαγή, άλλαγμα, αλλαξιά, αλλαξοπιστία, απαλλαγή, εναλλαγή, μισαλλόδοξος, παραλλαγή, συναλλαγή, συνάλλαγμα, συνδιαλλαγή.
γινόμεθα < γί(γ)νομαι: γενεά, γενέθλιος, γένεση, γενέτειρα, γένος, γηγενής, γονίδιο, γονιός, γόνος, γυνή, διγενής, εγγονός, ενδογενής, εξωγενής, ευγενής, ευγενικός, νεογνό, πολυγονία, πρωτόγονος.
ἐθιζόμενοι < ἐθίζομαι < ἔθος: εθιμικός, έθιμο, εθιμοτυπία, εθιμοτυπικός, εθισμένος, εθισμός, έθος, ήθος.
φοβεῖσθαι < φοβέω—ω < φόβος < φέβομαι: αφοβία, άφοβος, εκφόβηση, εκφόβιση, έμφοβος, επίφοβος, φόβητρο, φοβία, φοβικός, φοβισμένος, φόβος.
θαρρεῖν < θάρσος ή θάρρος: αποθάρρυνση, θαρραλέος, θαρρετά, θαρρετός, θάρρος, ξεθάρρεμα.
δειλοὶ < δειλιάω -ῶ: δειλά, δειλία, δείλιασμα, δειλός.
ἐπιθυμίας < ἐπὶ + θυμός: απροθυμία, απρόθυμος, εύθυμος, θυμηδία, θυμικός, θυμοειδής, θυμός, θυμόσοφος, λιποθυμία, οξύθυμος, προθυμία, πρόθυμος.
ὀργὰς < ὀργή: ανοργασμικός, εξοργιστικός, οργασμικός, οργασμός, οργιαστικός, όργιο.
ἀναστρέφεσθαι < ἀνὰ + στρέφομαι: αναστρέψιμος, αναστροφή, αναστροφικός, ανάστροφος, αναστρόφως, αντιστροφή, αντίστροφος, αποστροφή, απόστροφος, διαστρέβλωση, διάστρεμμα, διαστροφή, διαστροφικός, επιστρεφόμενα, ευστροφία, εύστροφος, καταστροφή, μεταστροφή, περιστροφή, περίστροφο, στραβισμός, στραβός, στρεβλός, στρέμμα, στρεπτός, στρεψόδικος, στριφογύρισμα, στριφτός, στρίφωμα, στρίψιμο, στροβίλισμα, στρόβιλος, στροφή, στρόφιγγα.
δεῖ: αδέητος, δέηση, δεητικός, ενδεής, ένδεια.
ἀποδιδόναι < ἀπὸ + δίδωμι: αιμοδότης, αναμεταδότης, ανένδοτος, απόδοση, αποδοτικός, δόσιμο, δότης, δώρο, δωσιδικία, εκδοτικός, επίδομα, επιδοτικός, καταδότης, μειοδότης, μεταδοτικός, ξέδομα, παραδοτέος, πληροφοριοδότης, τροφοδότης.
ἀκολουθοῦσιν (< ἀ αθροιστικό + κέλευθος = δρόμος): ακολούθημα, ακολούθηση, ακολουθία, ακόλουθος, ανακόλουθος, εξακολουθητικός, επακολούθημα, παρακολούθηση.
διαφέρει < διὰ + φέρω: αδιάφορος, αμφορέας, αναφορικός, ασύμφορος, διαφορετικός, διάφορος, διένεξη, διηνεκής, δίφρος, πολύφερνη, πρόσφορος, συνεισφορά, φαρέτρα, φερέγγυος, φορά, φόρα, φόρος, φωριαμός.
νέων < νέος: νεαρός, νεογέννητος, νεογνό, νεόδμητος, νεοελληνικός, νεόκοπος, νεολαία, νεόπλουτος, νεοσσός, νεότητα, νιότη.
ἐκ τῶν ὁμοίων ἐνεργειῶν αἱ ἕξεις γίνονται: Είδαμε με ποιον τρόπο ο Αριστοτέλης αντιμετώπισε το παράδοξο να γίνεται κανείς ανδρείος κάνοντας κατ’ επανάληψη πράξεις ανδρείας (το ίδιο και για τις άλλες ιδιότητες-αρετές· με γενικότερη διατύπωση: να προσπαθεί να γίνει κανείς φορέας μιας αρετής κάνοντας τις πράξεις που θα κάνει, όταν θα είναι πια φορέας αυτής της αρετής). Τόνισε εκεί ότι, προκειμένου να αποκτήσει κανείς μια αρετή, δεν είναι αρκετό να κάνει απλώς ξανά και ξανά τέτοιου είδους πράξεις, πράξεις δηλαδή που προσιδιάζουν στη συγκεκριμένη αρετή (δε θα γίνει, π.χ., κανείς ανδρείος συμμετέχοντας απλώς σε κάθε επικίνδυνη κατάσταση ούτε δίκαιος πράττοντας απλώς πλήθος δικαιοπραξιών)· πρέπει, επιπλέον, να φροντίζει να δίνει και κάποια ποιότητα στις ενέργειές του αυτές: οι πράξεις, οι ενέργειες που θα γεννήσουν την αρετή πρέπει να είναι ίδιες με τις ενέργειες που το άτομο θα κάνει, όταν θα είναι πια κάτοχος της αρετής· απλώς τότε οι ενέργειές του, οι πράξεις αυτές θα είναι πολύ πιο εύκολες και ποιοτικά πολύ ανώτερες (1104a 27 εξ.: «η σωματική ρώμη γεννιέται από την πολλή τροφή και από την άσκηση στους πολλούς κόπους, αυτά όμως τα πράγματα είναι ικανός να τα κάνει κατά κύριο λόγο ο σωματικά ρωμαλέος. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με τις αρετές: μένοντας συστηματικά μακριά από τις ηδονές γινόμαστε σώφρονες, και, όταν γίνουμε, έχουμε πια σε πολύ μεγάλο βαθμό τη δύναμη να μένουμε μακριά τους· το ίδιο και με την ανδρεία: αποκτώντας σιγά σιγά τη συνήθεια να περιφρονούμε τα πράγματα που προκαλούν φόβο και να τα αντιμετωπίζουμε, γινόμαστε ανδρείοι, και, όταν γίνουμε, θα έχουμε πια σε πολύ μεγάλο βαθμό τη δύναμη να τα αντιμετωπίζουμε»).
οὐ μικρόν – πάμπολυ – τὸ πᾶν: Αν στη θέση του οὐ μικρόν (= «όχι λίγο») βάλουμε τη λέξη πολύ (σχήμα λιτότητας), τότε η σειρά παίρνει τη μορφή πολύ – πάμπολυ – τὸ πᾶν: η δεύτερη λέξη είναι «αύξηση» της πρώτης, η τρίτη (στην πραγματικότητα το πρώτο συνθετικό της δεύτερης λέξης) είναι «υπερ-αύξηση» της δεύτερης. Η κλιμακωτή αύξηση είναι φανερή: α) στο επίπεδο του λόγου, β) στο επίπεδο του νοήματος.
Ο γραμματικός τύπος αὐτοῖς μπορεί, βέβαια, να είναι αρσενικού ή ουδέτερου γένους. Στην περίπτωσή μας, πάντως, είναι φανερό ότι η αντωνυμία δεν μπορεί να έχει σχέση με τα πρόσωπα (σώφρονες, πρᾶοι, ἀκόλαστοι, ὀργίλοι – δίκαιοι, ἄδικοι, ἀνδρεῖοι, δειλοί), αλλά με τα πράγματα μέσα στα οποία ἀναστρεφόμενα τα πρόσωπα αποκτούν τις ιδιότητες που δηλώνονται από τα συγκεκριμένα επίθετα (τὰ ἐν τοῖς συναλλάγμασι, τὰ ἐν τοῖς δεινοῖς, τὰ περὶ τὰς ἐπιθυμίας, τὰ περὶ τὰς ὀργάς). Ουδέτερου, λοιπόν, γένους.
Σχηματισμένη από το θέμα του ρήματος ἔχω και από την παραγωγική κατάληξη -σις, που δηλώνει ενέργεια του υποκειμένου, η λέξη δήλωνε αρχικά την κατοχή, την απόκτηση, και μάλιστα την ίδια την προσπάθεια (τις ενέργειες) για απόκτηση, για κατοχή· αργότερα η λέξη χρησιμοποιήθηκε και για να δηλωθεί η ιδιότητα που απέκτησε και έχει πια κανείς, αφού επανέλαβε κάτι τόσες φορές, ώστε να του έχει πια γίνει συνήθεια (πβλ. «η έξη τού έγινε πια δεύτερη φύση» = «η ιδιότητα που απέκτησε σιγά σιγά με μια ορισμένη διαδικασία του έγινε θαρρείς κάτι σαν φυσικό του»). Από μια άλλη μορφή του θέματος του ρήματος ἔχω, από τη μορφή σχη-, και την παραγωγική κατάληξη -μα (που δηλώνει το αποτέλεσμα της ενέργειας του υποκειμένου) γεννήθηκε η λέξη σχῆμα (= η μορφή, η εξωτερική όψη ενός πράγματος). Αδελφές λοιπόν οι λέξεις ἕξις και σχῆμα. Τώρα καταλαβαίνουμε γιατί -ή πώς- η λέξη ἕξις χρησιμοποιήθηκε από τον Αριστοτέλη στο πλαίσιο της ηθικής φιλοσοφίας του, για να δηλωθεί η μόνιμη μορφή του χαρακτήρα ενός ατόμου, τα μόνιμα στοιχεία τού χαρακτήρα του, αυτά που αποκτιούνται με την επίμονη άσκηση = με την επίμονη επανάληψη κάποιων ενεργειών.
Όπως το είχε κάνει και ο δάσκαλος του ο Πλάτωνας, ο Αριστοτέλης τόνισε και ξανατόνισε τη μεγάλη σημασία που έχει η παιδεία και η αγωγή. Θα έχουμε την ευκαιρία να το προσέξουμε και στην αμέσως επόμενη Ενότητα, αλλά και σε μερικές από τις Ενότητες που θα διαβάσουμε αργότερα από τα Πολιτικά του. Θα φανεί έτσι πολύ καθαρά πόσο μεγάλη σημασία έδινε στο θέμα αυτό ο μεγάλος φιλόσοφος τόσο για την ιδιωτική (= την προσωπική) όσο και για τη δημόσια (= την κοινωνική) ζωή του ατόμου. Και όλα βέβαια αυτά, γιατί ο Αριστοτέλης πίστευε πως με την παιδεία και την αγωγή, η οποία εθίζει το άτομο σε συγκεκριμένους τρόπους συμπεριφοράς, το άτομο βοηθιέται στην απόκτηση της αρετής (ο Αριστοτέλης θεωρούσε την αρετή προϋπόθεση για την ευδαιμονία του ατόμου και της πόλεως). Δύο πράγματα λοιπόν αισθάνθηκε πως έπρεπε να τα τονίσει με ιδιαίτερη έμφαση: α) ότι ο ίδιος αποδίδει πρωτεύουσα σημασία στην παιδεία και στην αγωγή, και β) ότι, άρα, όσο πιο νωρίς αρχίσει η παιδεία και η αγωγή, τόσο πιο πολλές θα είναι οι ελπίδες να αποδειχθεί αυτή αποτελεσματική και γόνιμη.
Οι παρακάτω ερωτήσεις προέρχονται από το Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας (ΚΕΕ) και καλύπτουν το σύνολο της ερμηνευτικής προσέγγισης του συγκεκριμένου αποσπάσματος.
Οι παραπάνω λεξιλογικές ασκήσεις έχουν αντληθεί από τις ιστοσελίδες ΚΕΕ και study4exams.gr
Για να μεταφερθείτε στην Ενότητα που επιθυμείτε απλώς επιλέξτε τον αντίστοιχο σύνδεσμο από τον παρακάτω πίνακα. Εναλλακτικά για την πλοήγηση σας μπορείτε να επιλέξετε και το βοηθητικό menu στην αριστερή στήλη της σελίδας.
Επιλέξτε το σύνδεσμο για να δείτε: Ηθικά Νικομάχεια 4-5: Κριτήριο Αξιολόγησης
Η ομάδα του filologika.gr
Για περισσότερη ενημέρωση για θέματα που αφορούν την προετοιμασία για τις Πανελλήνιες Εξετάσεις ακολουθήστε μας στην επίσημη σελίδα μας στο Facebook.