Μαρτυρεῖ δὲ
καὶ τὸ γινόμενον ἐν ταῖς πόλεσιν·
οἱ γὰρ νομοθέται
ποιοῦσιν ἀγαθοὺς τοὺς πολίτας
ἐθίζοντες,
τοῦτο μέν ἐστιν καὶ
τὸ βούλημα παντὸς νομοθέτου,
ὅσοι δὲ μὴ ποιοῦσιν αὐτὸ εὖ
ἁμαρτάνουσιν,
τούτῳ καὶ διαφέρει
πολιτεία πολιτείας
ἀγαθὴ φαύλης.
Ἔτι πᾶσα ἀρετὴ
ἐκ τῶν αὐτῶν καὶ
διὰ τῶν αὐτῶν
καὶ γίνεται καὶ φθείρεται,
ὁμοίως δὲ καὶ τέχνη·
ἐκ γὰρ τοῦ κιθαρίζειν
γίνονται καὶ οἱ ἀγαθοὶ
καὶ κακοὶ κιθαρισταί.
Ἀνάλογον δὲ καὶ οἰκοδόμοι
καὶ πάντες οἱ λοιποί·
ἐκ μὲν γὰρ τοῦ οἰκοδομεῖν εὖ
ἔσονται ἀγαθοὶ οἰκοδόμοι,
ἐκ δὲ τοῦ κακῶς κακοί.
Εἰ γὰρ μὴ οὕτως εἶχεν,
οὐδὲν ἂν ἔδει τοῦ διδάξοντος,
ἀλλὰ πάντες ἂν ἐγίνοντο
ἀγαθοὶ ἢ κακοί.
Το αποδεικνύει
και αυτό που γίνεται στις πολιτείες·
πραγματικά, οι νομοθέτες
κάνουν καλούς τους πολίτες
με τη συνήθεια,
–αυτή είναι και
η θέληση του κάθε νομοθέτη,
και όσοι δεν τα καταφέρνουν,
αποτυγχάνουν·
σ’ αυτό άλλωστε διαφέρει
το ένα πολίτευμα από το άλλο,
το καλό από το λιγότερο καλό.
Επίσης, κάθε αρετή
για τους ίδιους λόγους και
με τους ίδιους τρόπους
και δημιουργείται και καταστρέφεται
–και όμοια επίσης <κάθε> τέχνη:
διότι παίζοντας κιθάρα
γίνονται και οι καλοί
και οι κακοί κιθαριστές.
Με ανάλογο τρόπο και οι οικοδόμοι
και όλοι οι υπόλοιποι:
δηλαδή χτίζοντας σωστά
θα γίνουν καλοί οικοδόμοι,
χτίζοντας όμως άσχημα κακοί.
Διότι, αν δεν ήταν έτσι, καθόλου
δε θα χρειαζόταν ο δάσκαλος,
αλλά όλοι θα ήταν
καλοί ή κακοί εκ γενετής.
μαρτυρεῖ < μαρτυρέω – -ω: αμάρτυρος, μάρτυρας, μαρτυρία, μαρτυριάρης, μαρτυρικός, μαρτύριο.
γινόμενον < γί(γ)νομαι: αγενής, άγονος, απόγονος, γενεά, γενέθλια, γενέθλιος, γενέτειρα, γένος, γηγενής, γόνος, γυνή, εγγονός, μονογενής, νεογνό, πρωτόγονος.
πόλεσιν < πόλις: αντιπολίτευση, απολίτιστος, διαπολιτισμικός, κοινοπολιτεία, κωμόπολη, μεταπολίτευση, πολιούχος, πολιτεία, πολιτειακός, πολιτευτής, πολίτης, πολιτικάντης, πολιτικολογία, πολιτικοποίηση, πολιτικός, πολιτισμικός, πολιτισμός, συμπολίτης.
νομοθέται < νόμος + τίθημι: αδιαθεσία, αντίθετος, απόθεμα, αποθηκάριος, αποθήκη, διάθεση, διαθήκη, έκθεμα, έκθεση, εκθέτης, έκθετος, εμπρόθετος, επίθεση, επιθετικός, θέμα, θεμέλιο, θεμελιώδης, θέση, θεσμός, θετός, θήκη, καταθέτης, νουθεσία, παράθεμα, παράθεση, παρακαταθήκη, πρόσθετος, σύνθεση, συνθετικός, σύνθετος, συνθήκη, τοποθεσία, υιοθεσία, υπερθετικός, υποθετικός.
ἐθίζοντες < ἐθίζω < ἔθος: εθιμικός, έθιμο, εθισμένος, εθισμός, έθος, ηθικός, ήθος.
ποιοῦσιν < ποιέω -ῶ: αξιοποίηση, απεριποίητος, αποποίηση, αρτοποιία, αρτοποιός, αχειροποίητος, γελωτοποιός, ειδοποιός, ειρηνοποιός, εκποίηση, εντατικοποίηση, επιπλοποιείο, ηθοποιός, θεοποίητος, κακοποιός, κοινοποίηση, μεταποίηση, οδοποιία, παραποίηση, περιποιητικός, ποίημα, ποίηση, ποιητάρης, ποιητής, ποιητικός, πολιτικοποίηση, προσποίηση, προσποιητός, υποδηματοποιείο, χαρτοποιία.
ἐστὶν < εἰμί: ανούσιος, εξουσιαστικός, εσθλός, ετυμολογία, ετυμολογικός, έτυμον, ουσία, ουσιαστικός, ουσιώδης, παρόν, παροντικός, παρουσιαστικό.
ἁμαρτάνουσιν < ἁμαρτάνω: αμάρτημα, αμαρτία, αμαρτωλός, αναμάρτητος.
διαφέρει < διὰ + φέρω: αμφορέας, διάφορος, διένεξη, διηνεκής, διηνεκής, πολύφερνος, φαρέτρα, φερέγγυος, φερτός, φερώνυμος, φορά, φόρος, φωριαμός.
φθείρεται < φθείρομαι: αδιάφθορος, άφθαρτος, διαφθορά, διαφθορέας, παραφθορά, φθαρμένος, φθαρτός, φθειρίαση, φθορά, φθοροποιός, ψυχοφθόρος.
κιθαρίζειν < κιθαρίζω < ἡ κίθαρις, -ιος + -ίζω > κιθαρίδ-j-ω): κιθάρα, κιθαρισμός, κιθαρίστας, κιθαριστής, κιθαρωδός.
οἰκοδομεῖν < οἰκοδόμος < οἶκος + δέμω: αδόμητος, ανοικοδόμηση, δομή, δομικός, οικοδομή, οικοδόμηση, οικοδομικός, οικοδόμος.
εἶχεν < ἔχω: διαδοχικός, διάδοχος, έξη, εξής, εξοχή, εξοχικός, καθεξής, κατοχικός, οπιούχος, παροχέας, ραβδούχος, σκηπτούχος, σχεδόν, σχέση, σχήμα, σχηματικός, σχολείο, σχολή, σχόλη, σχολικός.
ἔδει < δεῖ: δέηση, δεητικός, ενδεής, ένδεια.
διδάξοντος < διδάσκω: αδίδακτο, δίδαγμα, διδακτήριο, διδάκτορας, διδακτορικό, διδακτός, διδασκαλείο, διδασκαλία, διδασκαλικός, διδάσκαλος.
πολιτεία πολιτείας ἀγαθὴ φαύλης: Στην προηγούμενη Ενότητα είδαμε τον Αριστοτέλη να διδάσκει ότι η απόκτηση μιας ηθικής αρετής είναι κάτι ανάλογο με την εκμάθηση των τεχνών, «αἳ μὴ φύσει (εἰσίν)», όπως σημείωσε χαρακτηριστικά· ερμηνεύοντας την ενότητα αυτή, ένας αρχαίος υπομνηματιστής των Ἠθικῶν Νικομαχείων, ο Ἀσπασίας (±135 μ.Χ.): «τεχνίτης γίνεται κανείς, μόνο αν ασκηθεί με επιμονή στην τέχνη του (οἰκοδομοῦντες οἰκοδόμοι γίνονται καὶ κιθαρίζοντες κιθαρισταὶ)· με τον ίδιο όμως τρόπο γίνεται κανείς και δίκαιος ή σώφρων ή ανδρείος. Συμβαίνει πράγματι και με την αρετή ό,τι συμβαίνει με τις τέχνες, όπως γίνεται φανερό από το γινόμενον ἐν ταῖς πόλεσι: επιδίωξη άλλη δεν έχουν βέβαια οι νομοθέτες παρά να κάνουν αγαθούς τους πολίτες τους, με τον ίδιο τρόπο που και ο κάτοχος μιας τέχνης θέλει να δει ἀγαθὸν τεχνίτη το μαθητή του· μολονότι όμως οι νομοθέτες έχουν κοινή την επιδίωξη, δε βλέπουν όλοι τους κόπους τους να στέφονται από την ίδια επιτυχία -ούτε και όλων των τεχνιτών οι μαθητές μαθαίνουν στον ίδιο βαθμό τελειότητας την τέχνη που διδάσκονται· πολλά μπορεί να φταίνε γι’ αυτό, συχνά όμως το φταίξιμο ανήκει στους ίδιους τους νομοθέτες, όταν δεν ξέρουν να βοηθήσουν τους πολίτες τους να ασκηθούν στην αρετή με τον τρόπο που πρέπει- και σε αυτό το σημείο η αντιστοιχία με ό,τι συμβαίνει στις τέχνες είναι φανερή.
Καιρός όμως να στρέψουμε την προσοχή μας σε μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα παρατήρηση που κάνει, σε αυτό ακριβώς το σημείο, ο Αριστοτέλης: «όταν επομένως μιλούμε για διαφορά πολιτεύματος από πολίτευμα, αυτό ακριβώς εννοούμε» και είναι φανερό από τα συμφραζόμενα ότι ο Αριστοτέλης θέλει να πει: «όταν μιλούμε για διαφορά πολιτεύματος από πολίτευμα, εννοούμε ότι με το ένα οι πολίτες ασκήθηκαν περισσότερο στην αρετή, με το άλλο λιγότερο». Είναι φανερό ότι στο χωρίο που μας απασχολεί ο Αριστοτέλης δε μιλά για καλά και κακά πολιτεύματα· όσο εξαρτάται από τους νομοθέτες, όλα τα πολιτεύματα -έτσι πιστεύει εδώ ο Αριστοτέλης- είναι καλά, αφού όλων των νομοθετών η πρόθεση είναι να κάνουν τους πολίτες τους ενάρετους· αν τελικά διαπιστώνουμε διαφορά πολιτεύματος από πολίτευμα, πρόκειται στην ουσία για διαφορά ως προς το βαθμό τελειότητας: και με το λιγότερο τέλειο πολίτευμα δεν περνούμε στην περιοχή του κακού· το ένα πράγματι πολίτευμα βοηθά περισσότερο τους πολίτες να ασκηθούν με το σωστότερο τρόπο στα έργα της αρετής, ώστε να γίνουν τελικά κάτοχοί της, το άλλο απλώς επιτελεί το ίδιο έργο με λιγότερη επιτυχία. Η διάκριση δηλαδή των πολιτευμάτων σε ανώτερα (ἀγαθά) και σε κατώτερα (φαῦλα) γίνεται με κριτήριο τη μεγαλύτερη ή μικρότερη βοήθεια που προσφέρουν στον πολίτη οι νομοθέτες, για να κατακτήσει, με τη δική τους καθοδήγηση, την αρετή».
Αν έτσι πρέπει να καταλάβουμε το αριστοτελικό χωρίο που μας απασχολεί, τότε δεν μπορεί, ασφαλώς, να μην εντυπωσιαστεί κανείς από τη θέση που κατέχουν στην αριστοτελική μας φράση τα επίθετα ἀγαθὴ και φαύλης, αφού αντί για την κανονικότερα αναμενόμενη μορφή πολιτεία ἀγαθὴ πολιτείας φαύλης έχουμε τη μορφή πολιτεία πολιτείας ἀγαθὴ φαύλης. Η εξήγηση πρέπει μάλλον να αναζητηθεί στο ότι η φράση αυτή έχει όλα τα χαρακτηριστικά-αρετές του προφορικού λόγου, ο οποίος, αντίθετα με το γραπτό λόγο, προϋποθέτει –με τη συντομία και την ελλειπτικότητά του– σε μεγαλύτερο βαθμό την οξύνοια και τη μνήμη του ακροατή (μαζί, φυσικά, και τη μνήμη του λέγοντος):
Το θέμα «διαφορά πολιτεύματος από πολίτευμα» δεν ανήκει οργανικά σε ό,τι συζητά ο Αριστοτέλης σε αυτό το σημείο. Αυτό που απασχολεί εδώ τον Αριστοτέλη είναι ο τρόπος με τον οποίο ο άνθρωπος γίνεται κάτοχος της ηθικής αρετής· το παράδειγμα των νομοθετών δόθηκε μόνο για να τονιστεί η σημασία που έχει από την άποψη αυτή η αδιάκοπη άσκηση του ανθρώπου στα έργα της αρετής· θα μπορούσε λοιπόν η «εκμετάλλευση» του παραδείγματος να σταματήσει με τη διαπίστωση ότι η άσκηση έχει και στην περίπτωση της αρετής την ίδια σημασία που έχει και για την εκμάθηση μιας τέχνης. Αν τελικά ο Αριστοτέλης προχώρησε και στο θέμα της διαφοράς του ενός πολιτεύματος από το άλλο, είναι ασφαλώς γιατί έκανε λόγο για την ευθύνη των νομοθετών σε ό,τι αφορά την επιτυχημένη ή όχι τόσο επιτυχημένη άσκηση των πολιτών στην αρετή. Είναι αλήθεια ότι τελικά δε γίνεται αμέσως αντιληπτό ότι η αναφορά στο θέμα αυτό σημαίνει στην ουσία απομάκρυνση από το κύριο θέμα, αυτό όμως οφείλεται ακριβώς στο ότι το παράδειγμα κλείνει με τα επίθετα ἀγαθὴ φαύλης, τα οποία πετυχαίνουν επανασύνδεση με το συζητούμενο θέμα, που είναι η αρετή και οι διάφορες βαθμίδες από τις οποίες περνά ο άνθρωπος στην προσπάθειά του να την κατακτήσει. Τοποθετημένα σε αυτό το σημείο της φράσης τα δύο επίθετα μας θυμίζουν –και το κάνουν με επιτυχία– ότι κάθε φορά που μιλούμε για διαφορά πολιτεύματος από πολίτευμα δεν πρέπει να λησμονούμε ότι στην ουσία πρόκειται για διαφορά ως προς την πρόοδο των πολιτών στον τομέα της αρετής: «και είναι στην πραγματικότητα ως προς αυτό το σημείο που διαφέρουν το ένα πολίτευμα από το άλλο, αυτό που ασκεί τους πολίτες σωστά στην αρετή από εκείνο που επιτελεί το ίδιο αυτό έργο με λιγότερη επιτυχία».
Δύσκολα, στ’ αλήθεια, μπορεί να αμφισβητηθεί ότι τη συντομία και την ελλειπτικότητα που χαρακτηρίζουν τη διατύπωση του Αριστοτέλη σε αυτό το σημείο και μαζί την τέτοια τοποθέτηση των επιθετικών προσδιορισμών μόνο ο προφορικός λόγος τις επιτρέπει.
Η λέξη ἐθίζοντες έχει ιδιαίτερο βάρος για τη διαμόρφωση της συνολικής σημασίας της φράσης. Ο Αριστοτέλης τονίζει ότι ο εθισμός είναι ο τρόπος με τον οποίο οι νομοθέτες καθιστούν τους πολίτες ανώτερους.
ὅσοι δὲ μὴ εὖ αὐτὸ ποιοῦσιν = τὸ ἐθίζειν
Σε δύο κυρίως περιπτώσεις μπαίνει κόμμα πριν από το συμπλεκτικό σύνδεσμο καί (στα αρχαία και στα νέα ελληνικά): α) όταν η πρόταση ύστερα από τον καὶ δεν έχει το ίδιο με την πριν από τον καὶ πρόταση υποκείμενο: «ο πατέρας γύρισε πολύ αργά στο σπίτι, και η μητέρα θύμωσε που δεν την είχε ειδοποιήσει»· β) όταν η πρόταση που αρχίζει με τον καὶ εμφανίζεται ως το αποτέλεσμα (συμπέρασμα κ.λπ.) της πριν από τον καὶ πρότασης: «μια τέτοια συμπεριφορά είναι βέβαια απόλυτα σωστή, και δεν έχεις να πεις τίποτε» (και = «και επομένως», «και γι’ αυτό»). Όπως φαίνεται από τα δύο παραδείγματα, οι δύο περιπτώσεις δεν είναι στην ουσία πολύ διαφορετικές μεταξύ τους· σχεδόν συμπίπτουν. Με αυτά ως δεδομένο είναι φανερό ότι η φράση που μας απασχολεί σωστότερο είναι να μεταφραστεί κάπως έτσι: «Γι’ αυτό και η διαφορά πολιτεύματος από πολίτευμα βρίσκεται ακριβώς σ’ αυτό» ή «Το λογικό επομένως συμπέρασμα είναι ότι η διαφορά πολιτεύματος από πολίτευμα βρίσκεται ακριβώς σ’ αυτό».
α) Αν οι πολίτες γίνονται ἀγαθοὶ ασκούμενοι σε συγκεκριμένους τρόπους συμπεριφοράς με τη βοήθεια των νόμων του νομοθέτη τους, θα πει πως την ἀρετὴ τους οι πολίτες δεν την έχουν, αλλά ότι αυτή είναι αποτέλεσμα εθισμού, δηλαδή άσκησης. β) Πάλι με τον εθισμό, δηλαδή την άσκηση, στο ακριβώς αντίθετο αποκτά κανείς την ακριβώς αντίθετη του ἀγαθοῦ ιδιότητα = «γίνεται» κακός (κακός κιθαριστής, κακός οικοδόμος, κακός πολίτης)· είναι σαν να λέμε: ούτε την ιδιότητα του κακού την έχει κανείς εκ φύσεως· κακός «γίνεται» κανείς πάλι με την επανάληψη συγκεκριμένων τρόπων συμπεριφοράς.
Οι παρακάτω ερωτήσεις προέρχονται από το Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας (ΚΕΕ) και καλύπτουν το σύνολο της ερμηνευτικής προσέγγισης του συγκεκριμένου αποσπάσματος.
α) Ως απόδειξη της βασικής θέσης ότι οὐδεμία τῶν ἠθικῶν ἀρετῶν φύσει ἡμῖν ἐγγίνεται, ο Αριστοτέλης προσκομίζει σ’ αυτή την Ενότητα το ……………………………………. στις πολιτικές κοινωνίες.
β) Επιδίωξη κάθε νομοθέτη είναι το ……………………………………………………. τους πολίτες αγαθούς.
γ) Οι νομοθέτες προσπαθούν να επιτύχουν το σκοπό τους ………………………………………………. τους πολίτες στις αγαθές πράξεις.
δ) Οι ……………………………………………….. νομοθέτες θεωρούνται από τον Αριστοτέλη υπεύθυνοι για τα φαύλα πολιτεύματα.
φερ -:
φορ-:
φωρ-:
οισ-:
ενεκ-:
λειπ-:
λιπ-:
λοιπ-:
Οι παραπάνω λεξιλογικές ασκήσεις έχουν αντληθεί από τις ιστοσελίδες ΚΕΕ και study4exams.gr
Για να μεταφερθείτε στην Ενότητα που επιθυμείτε απλώς επιλέξτε τον αντίστοιχο σύνδεσμο από τον παρακάτω πίνακα. Εναλλακτικά για την πλοήγηση σας μπορείτε να επιλέξετε και το βοηθητικό menu στην αριστερή στήλη της σελίδας.
Η ομάδα του filologika.gr
Για περισσότερη ενημέρωση για θέματα που αφορούν την προετοιμασία για τις Πανελλήνιες Εξετάσεις ακολουθήστε μας στην επίσημη σελίδα μας στο Facebook.