Πάμπλο Νερούδα: Ο ερωτικός, ο επαναστάτης, ο ποιητής
Πάμπλο Νερούδα: Ο ερωτικός, ο επαναστάτης, ο ποιητής
Ένας ποιητής γεννιέται…
Στις 12 Ιουλίου του 1904 ήρθε στη ζωή ο Ρικάρδο Ελιέσερ Νεφταλί Ρέγιες Μπασοάλτο, γνωστός με το φιλολογικό ψευδώνυμο Πάμπλο Νερούδα. Γεννήθηκε στην πόλη Παράλ της Χιλής, αλλά η ζωή του στέρησε πολύ γρήγορα το μητρική αγκαλιά, καθώς η μητέρα του Ρόσα πέθανε έναν μήνα μετά τη γέννησή του. Ο πατέρας του Χοσέ, σιδηροδρομικός υπάλληλος, μετακόμισε στην πόλη Τεμούκο, όπου ξαναπαντρεύτηκε. Από την ηλικία των 10 ετών ο Νεφταλί, όπως τον αποκαλούσαν όλοι, άρχισε να γράφει ποιήματα, αλλά ο πατέρας του τον αποθάρρυνε και γι’ αυτό επινόησε το ψευδώνυμό του, ώστε να κρύβει και παράλληλα να εκφράζει το ποιητικό του ταλέντο. Το όνομα Πάμπλο εικάζεται ότι το πήρε από τον ποιητή Πωλ Βερλαίν, ενώ το επώνυμο, σίγουρα, από τον Τσέχο συγγραφέα και ποιητή Γιαν Νερούδα.
Ήδη από το ψευδώνυμό του, λοιπόν, φαίνεται η ροπή του προς το διάβασμα και μάλιστα η αγάπη του για τους κλασικούς συγγραφείς, Λατινοαμερικάνους και Ευρωπαίους. Στο Γυμνάσιο, αρχίζει να μυείται και στη Ρώσικη Λογοτεχνία, ύστερα από την ευεργετική γνωριμία του με την καθηγήτριά του και ποιήτρια Γκαμπριέλα Μιστράλ, που υπερασπίστηκε με την τέχνη της τις γυναίκες, τους ιθαγενείς και κάθε μορφή αδικίας εις βάρος τους και ήταν η πρώτη γυναίκα που τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1945. Ο Πάμπλο επηρεάστηκε βαθιά από αυτή και η σύνδεσή τους κράτησε μέχρι τον θάνατό της το 1957.
“Έχω για τη ζωή μιαν αντίληψη δραματική και ρομαντική.
Ό,τι δεν αγγίζει βαθιά την ευαισθησία μου δεν με ενδιαφέρει.”
Πάμπλο Νερούδα
Το 1921 αποφασίζει να μετακομίσει στο Σαντιάγο, την πρωτεύουσα της Χιλής, για να σπουδάσει παιδαγωγική και γαλλική φιλολογία. Στα χρόνια των σπουδών του, εκδίδει δύο από τις σημαντικότερες ποιητικές του συλλογές, τα Ηλιοβασιλέματα (Crepusculario) το 1923 και τα Είκοσι Ερωτικά ποιήματα και ένα απελπισμένο άσμα (Veinte poemas de amor y una cancion desesperada) το 1924. Στις δύο αυτές ποιητικές συλλογές, λίγο πριν κλείσει τα είκοσι, υπογράφει για πρώτη φορά ως Πάμπλο Νερούδα και με αυτές καταξιώνεται ως ένας από τους μεγαλύτερους ποιητές παγκοσμίως.
Στον βραδιάτικο ουρανό μου επάνω είσαι σαν σύννεφο,
το δε χρώμα σου και το σχήμα είναι όπως ακριβώς μου αρέσουν.
Είσαι δικιά μου, είσαι δικιά μου, γυναίκα με τα γλυκά χείλια,
και στη ζωή σου μέσα ζουν τα ασύνορα όνειρά μου.
Πάμπλο Νερούδα, Είκοσι Ερωτικά ποιήματα και ένα απελπισμένο άσμα
Βλέποντας από νωρίς, όμως, τη δυσκολία να βιοπορίζεται μόνο μέσω της ποίησης, αποφασίζει να εργαστεί στο Διπλωματικό Σώμα της Χιλής. Από το 1927 έως το 1935 ταξιδεύει σε όλο τον κόσμο. Στη μακρινή Ασία επισκέπτεται τη Μιανμάρ, την Κεϋλάνη, τη Σιγκαπούρη, την Ιάβα, όπου μάλιστα γνωρίζει και παντρεύεται την πρώτη του Ολλανδέζα σύζυγο, Μαρίκα Αντονιέτα Χάγκενααρ Βόγκελζανγκ. Στην Ευρώπη, τα διπλωματικά του καθήκοντα τον φέρνουν στην Ισπανία και συγκεκριμένα στη Βαρκελώνη και τη Μαδρίτη, ενώ στην κοντινή του Αργεντινή, επισκέπτεται το Μπουένος Άιρες. Με την πρώτη του σύζυγο χωρίζει μετά από έξι χρόνια γάμου και κατά τη θητεία του στην Ισπανία γνωρίζει την, κατά είκοσι χρόνια μεγαλύτερή του, Αργεντίνα Δέλια ντελ Καρρίλ, ερωτική του σύντροφο και μετέπειτα σύζυγό του για δεκαέξι χρόνια.
Οι πολιτικές του πεποιθήσεις
Ο Πάμπλο μεγάλωσε μέσα σε συνθήκες φτώχειας, όπως τα περισσότερα παιδιά της χιλιανής γης. Η κοινωνία των παιδικών του χρόνων ήταν κοινωνικά πολωμένη με την οικονομική κρίση να μαστίζει τους οικονομικά αδύναμους, όπως ήταν η οικογένειά του. Ο μικρός Νεφταλί πολύ συχνά πήγαινε στη δουλειά του πατέρα του, στον σιδηροδρομικό σταθμό, και παρακολουθούσε τις σκληρές συνθήκες εργασίας και την εκμετάλλευση των εργατών. Αυτή η καταγραφή σε συνδυασμό με την καταλήστευση της γης και την περιθωριοποίηση των ιθαγενών Μαπούτσε στην Αραουκανία, θέτουν τις βάσεις για τη σύσταση της πολιτικής του ταυτότητας και τη στράτευση της ποίησής του στο πλευρό των αδυνάμων όλου του κόσμου.
Όλα αυτά τα βιώματα των παιδικών του χρόνων μαζί με τον πρόωρο θάνατο της μητέρας του και τις συνεχείς βροχοπτώσεις της χιλιανής γης, συνθέτουν μία μελαγχολική προσωπικότητα που τα σκοτάδια της ψυχής τα μετουσιώνει με την πένα της σε ποίηση ερωτική και ποίηση ενάντια στην καταπίεση και την εκμετάλλευση που βρίσκουν την πολιτική τους έκφραση μέσω του φασισμού και του ιμπεριαλισμού.
Το 1935 μεταβαίνει στην Ισπανία ως πρέσβης της Χιλής, αντικαθιστώντας την καθηγήτριά του Μιστράλ. Εκεί θα λάβει το πολιτικό του «βάπτισμα του πυρός» μέσα στις φλόγες της ισπανικής επανάστασης. Θα ενταχθεί σε ομάδα διανοουμένων και καλλιτεχνών, θα γνωρίσει τη συντρόφισσά του στη ζωή, εικαστικό και κομμουνίστρια Δέλια ντελ Καρρίλ και θα συνδεθεί με τον πολυαγαπημένο του Ισπανό ποιητή Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα. Αξίζει να σημειωθεί μέρος των λόγων του Λόρκα για τον Νερούδα, όταν τον παρουσίασε στη φιλοσοφική σχολή της Μαδρίτης.
“ Ένας ποιητής πιο κοντά στον θάνατο παρά στη φιλοσοφία, πιο κοντά στον πόνο παρά στη διανόηση, πιο κοντά στο αίμα παρά στο μελάνι. Παραμένει απέναντι στον κόσμο γεμάτος ειλικρινή έκπληξη και του λείπουν τα δύο εκείνα στοιχεία με τα οποία έχουν ζήσει τόσοι και τόσοι ψευδοποιητές: το μίσος και η ειρωνεία. Όταν πάει να γίνει τιμωρός και σηκώνει το σπαθί, βρίσκεται ξαφνικά μ’ ένα πληγωμένο περιστέρι ανάμεσα στα δάχτυλά του.”
Η ισπανική επανάσταση κατά του φασιστικού καθεστώτος του Φράνκο μαίνεται και ο Νερούδα είναι πλέον ένας καθαρόαιμος μαχητής της. Ωστόσο, στη Χιλή η αντιφασιστική του δράση διαδίδεται και παύεται από πρέσβης. Μεταβαίνει στο Παρίσι όπου γνωρίζεται με τον ομότεχνο και ομοϊδεάτη του Λουί Αραγκόν. Μαζί προετοιμάζουν το Παγκόσμιο Συνέδριο Αντιφασιστών Συγγραφέων. Η απώλεια του πολυαγαπημένου του φίλου, του Λόρκα, τον συγκλονίζει. Δεν είναι μόνο η ψυχρή εκτέλεση του φίλου του από τους φασίστες του Φράνκο αλλά και η δολοφονία της ποίησής του και όλων αυτών που αντιπροσώπευε. Είναι το σημείο μηδέν. Πλέον η ποίηση του γίνεται στρατευμένη εξωτερικά, στοχεύοντας απερίφραστα στην ανάγκη για δράση. Επιστρέφοντας στην Ισπανία, γράφει το ποιητικό του βιβλίο Españα en el corazon (Spain in our hearts), εμπνευσμένο από τον Ισπανικό Εμφύλιο. Ο ίδιος, παραμένοντας στην πρώτη γραμμή, θα οργανώσει και θα εμψυχώσει τους μαχητές του Ρεπουμπλικανικού στρατού. Η επανάσταση αναρχικών και κομμουνιστών θα αποτύχει, αλλά το έργο του θα είναι μια αιώνια ωδή για τον χαμένο παράδεισο, ένας ύμνος απέναντι στο όνειρο για κοινωνική αλλαγή, απέναντι στο όνειρο για περισσότερο ανθρωπισμό.
Canto General (Κάντο Χενεράλ)
Μετά την ισπανική επανάσταση θα συνδράμει καθοριστικά στην επιχείρηση μεταφοράς πάνω από 2.000 πολιτικών προσφύγων στη Χιλή. Το 1937 επιστρέφει στην πατρίδα του όπου αρχίζει να μιλάει πλέον δημόσια κατά του φασισμού. Στις ομιλίες του συγκεντρώνονται χιλιάδες συμπολίτες του. Το 1938 θα πάει στο Παρίσι και έπειτα στο Μεξικό, όπου διεξάγεται το Συνέδριο για την ειρήνη. Εκεί διακηρύσσει αποφθεγματικά αλλά περίτρανα τον σκοπό της ποίησής του:
“Ποίηση και πάλη των τάξεων οι στίχοι μου”
Το 1945 εντάσσεται στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Χιλής με ενεργό ρόλο και μάλιστα το 1948 εκλέγεται Γερουσιαστής. Τρία χρόνια αργότερα το δικτατορικό καθεστώς του Γκαμπριέλ Γκονσάλες Βιδέλα θέτει εκτός νόμου το Κομμουνιστικό Κόμμα και ο Νερούδα, παρότι είχε στηρίξει την εκλογή του, διώκεται μαζί με άλλους διανοούμενους και καλλιτέχνες. Ο Νερούδα θα πολεμήσει την πολιτική αυθαιρεσία του Βιδέλα με την πένα του, γράφοντας άρθρα και η απάντηση θα έρθει λίγο αργότερα με ένταλμα σύλληψής του. Επί 13 μήνες κρύβεται στα σπίτια των φίλων του, μέχρι που καταφέρνει να διαφύγει στη γειτονική Αργεντινή. Θα περάσει τις Άνδεις και τα σύνορα έφιππος, θα κινδυνέψει να πνιγεί μέσα σε μία λίμνη και με διαβατήριο Γουατεμάλας θα καταφέρει να φτάσει ακτοπλοϊκώς στο Παρίσι και να συναντήσει τους παλιούς του φίλους, Λουί Αραγκόν, Πωλ Ελυάρ και Πάμπλο Πικάσο. Εκεί θα του δοθεί πολιτικό άσυλο και γαλλικό διαβατήριο, ενώ την ίδια στιγμή στη Χιλή διαδίδονται φήμες ότι ο πραγματικός Νερούδα βρίσκεται στη Χιλή και η Αστυνομία βρίσκεται στα ίχνη του. Στην Ευρώπη θα ζήσει εξόριστος μέχρι το 1952.
Το 1948 και μετά από όλες αυτές τις περιπέτειες ολοκληρώνει, μετά από περίπου μία δεκαετία, το πιο γνωστό έργο του, το Canto General (Γενικό Άσμα). Πρόκειται για ένα αφηγηματικό έπος αποτελούμενο από 231 ποιήματα και περισσότερους από 15.000 στίχους στο οποίο ξετυλίγεται η φύση, η ιστορία, οι ιδιαιτερότητες και οι αγώνες της Λατινικής Αμερικής. Καθοριστικό ρόλο στη σύνθεση του Canto General έπαιξε η παραμονή του στο Μάτσου Πίτσου του Περού, τη μητρόπολη των Ίνκας. Θεωρείται το πιο πολιτικό του έργο και αποτελεί το δριμύ κατηγορώ του απέναντι στους άδικους καταχραστές της εξουσίας και συνάμα το λεπτό όραμά του για έναν δικαιότερο κόσμο.
Εδώ φυτρώνει αυτό το δέντρο,
της θύελλας, του λαού το δέντρο.
Απ’ τη γη βγαίνουν οι ήρωές του
όπως απ’ τους χυμούς τα φύλλα,
κι ο άνεμος σπάει τ’ ανταριασμένου
πλήθους το φύλλωμα, ώσπου ο
σπόρος
ψωμί στη γη να ξαναπέσει.
………………………………………..
Είναι της λευτεριάς το δέντρο.
Το δέντρο γη, το δέντρο νέφος.
Δέντρο ψωμί, δέντρο σαΐτα.
Δέντρο γροθιά και δέντρο φλόγα.
Το πνίγει η άγρια καταιγίδα
τούτης της μαύρης εποχής μας,
όμως αντέχει ο κορμός του
κι ο ρωμαλέος του αγώνας.
Πάμπλο Νερούδα, Οι Ελευθερωτές
Το Canto General το μετέφρασε στα ελληνικά η Δανάη Στρατηγοπούλου, ενώ το 1972 μελοποιήθηκε από τον Μίκη Θεοδωράκη με τον οποίο ο Νερούδα είχε συναντηθεί στο Παρίσι.
Η κατάρριψη του μύθου της τελειότητας
Το 2015 εκδόθηκε στην Ολλανδία από την Χάχαρ Πέιτερς ένα βιβλίο με τίτλο Μάλβα. Η Malva Marina Trinidad Reyes ήταν η μοναχοκόρη του Πάμπλο Νερούδα από τον πρώτο του γάμο. Το κορίτσι γεννήθηκε το 1934 στη Μαδρίτη με υδροκεφαλία, οφειλόμενη κατά πάσα πιθανότητα σε κάποιο σύνδρομο. Ο Νερούδα είχε γράψει σύμφωνα με τον βιογράφο του Ερμάν Λογιόλα ένα ποίημα με τίτλο Enfermedades en mi casa (Αρρώστιες μέσα στο σπίτι μου), όπου εξέφραζε τον πόνο του μετά τη διάγνωση της ασθένειας της κόρης του και στην Ωδή στον Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα αναφέρει το όνομα της Μάλβα. Ωστόσο, το 1937, μία χρονιά μετά τον Ισπανικό Εμφύλιο, αποφασίζει να επιβιβάσει κόρη και μητέρα σε ένα τρένο με προορισμό τη Χάγη και έκτοτε δεν τις ξαναβλέπει ποτέ. Το κορίτσι πέθανε το 1943 σε ηλικία 9 ετών και ο τάφος της βρίσκεται στην περιφέρεια της πόλης Χάουντα, κοντά στο Άμστερνταμ. Η μητέρα της κρατήθηκε στο ναζιστικό διακομιστικό κέντρο Βέστερμπορκ, στα χρόνια της γερμανικής κατοχής από τους Ναζί, επειδή ήταν παντρεμένη με αλλοδαπό και δεν είχε διαβατήριο για να ταξιδέψει.
Τα γεγονότα αυτά μπορεί να μην αμαυρώνουν το ποιητικό του ταλέντο και τις κοινωνικές του ανησυχίες και ευαισθησίες, αλλά αποτελούν ακόμη μία διαπίστωση ότι ακόμη και οι μεγάλοι διανοητές έχουν ελαττώματα και αδυναμίες που καλό είναι να μην αποσιωπώνται, γιατί έτσι ανάγονται σε «ιερά τέρατα» που δεσμεύουν την κρίση μας, διεγείροντας μόνο έναν «τυφλό» θαυμασμό και καλλιεργώντας την εσφαλμένη αντίληψη ότι οι μεγάλες προσωπικότητες από τον χώρο της διανόησης – και όχι μόνο – είναι και ηθικά αλάνθαστες.
Το Βραβείο Νόμπελ και ο ύποπτος θάνατός του
Χάρη στο Canto General, ο Νερούδα θα λάβει το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας στις 21 Οκτωβρίου 1971, μία απρόσμενη διάκριση, καθώς η Ακαδημία της Σουηδίας απέφευγε να βραβεύει κομμουνιστές. Λίγο πριν από την εξορία του στην Ευρώπη, λαμβάνει το Εθνικό βραβείο Λογοτεχνίας. Τη δεκαετία του ’60, το Κομμουνιστικό Κόμμα τον βράβευσε με την υψηλότερη κομματική διάκριση, το βραβείο Ρεκαμπάρεμ, ενώ είχε προηγηθεί και το βραβείο Λένιν. Ο Νερούδα κατατάσσεται δίπλα στον Οβίδιο και τον Δάντη με το Canto General και οι στίχοι του αποκτούν πανανθρώπινο χαρακτήρα για τους αδύναμους και καταπιεσμένους όλου του κόσμου, για την πάταξη της αδικίας και της αυθαιρεσίας της εξουσίας, για τη δικαίωση των αγώνων για κοινωνική ισότητα. Ο Αργεντίνος συγγραφέας Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες τον είχε χαρακτηρίσει ως τον μεγαλύτερο ποιητή του 20ου αιώνα παγκοσμίως.
Πέθανε στις 23 Σεπτεμβρίου 1973, σε ηλικία 69 ετών, μετά την ανατροπή και τη δολοφονία του σοσιαλιστή Σαλβαδόρ Αλιέντε από τους πραξικοπηματίες του Πινοσέτ. Παρότι είχε καρκίνο, υπάρχουν ακόμη και σήμερα υποψίες ότι ο θάνατός του στο νοσοκομείο Santa Maria του Σαντιάγο δεν προήλθε από την ασθένειά του. Τα έργα του είχαν απαγορευτεί από το καθεστώς Πινοσέτ μέχρι και τη δεκαετία του ’90. Η κηδεία του μετατράπηκε στην πρώτη λαϊκή διαμαρτυρία κατά του ολοκληρωτικού καθεστώτος του Πινοσέτ.
Για επίλογο, λοιπόν, και δεδομένων των συνθηκών της κοινωνικής αποστασιοποίησης της εποχής μας και της στέρησης της ανθρώπινης επαφής, θα ήθελα να κλείσω αυτό το αφιέρωμα με την πιο αυθόρμητα ερωτική και πιο ελπιδοφόρα επαναστατική έκφραση της ψυχής μας, δοσμένη από τον μεγάλο Πάμπλο Νερούδα:
Το Γέλιο σου
Πάρε μου το ψωμί, αν θέλεις,
Πάρε μου τον αέρα, όμως
μη μου παίρνεις το γέλιο σου.
Μη μου παίρνεις το ρόδο,
την αιχμή της λόγχης σου,
το νερό που αίφνης
στη χαρά σου αναβλύζει
το ξαφνικό το κύμα
τ’ αργυρό που σε γεννά.
Είναι σκληρός ο αγώνας μου και γυρνώ
με μάτια κουρασμένα
θωρώντας κάποτε
τη γη που δεν αλλάζει,
μα έρχεται το γέλιο σου
αναθρώσκωντας στον ουρανό γυρεύοντάς με
και μου ανοίγει τις πόρτες
όλες της ζωής.
ΠΗΓΕΣ
https://www.mixanitouxronou.gr/tag/pablo-nerouda/
https://www.protagon.gr/themata/pablo-nerouda-i-skoteini-plevra-enos-megalou-poiiti-44342165816
http://www.katiousa.gr/tag/pablo-neruda/
Μαρία Κασιμάτη για την Ομάδα του filologika.gr
Για περισσότερη ενημέρωση για θέματα που αφορούν την εκπαίδευση ακολουθήστε μας στην επίσημη σελίδα μας στο Facebook, και διαβάστε παρόμοια προτεινόμενα θέματα της επικαιρότητας ακριβώς από κάτω!
Η Ομάδα του filologika.gr
Για περισσότερη ενημέρωση για θέματα που αφορούν την εκπαίδευση ακολουθήστε μας στην επίσημη σελίδα μας στο Facebook, και διαβάστε παρόμοια προτεινόμενα θέματα της επικαιρότητας ακριβώς από κάτω!