Παράγραφος 6
Για να μεταφερθείτε σε κάποια άλλη ενότητα των Αρχαίων Ελληνικών Προσανατολισμού της Β’ Λυκείου επιλέξτε την αντίστοιχη σελίδα από το παρακάτω μενού:
Λυσίου Ὑπέρ Μαντιθέου
Διήγηση-Απόδειξη Παράγραφος 6
Πρωτότυπο Κείμενο
Ἔπειτα δὲ ἐκ μὲν τοῦ σανιδίου τοὺς ἱππεύσαντας σκοπεῖν εὔηθές ἐστιν· ἐν τούτῳ γὰρ πολλοὶ μὲν τῶν ὁμολογούντων ἱππεύειν οὐκ ἔνεισιν͵ ἔνιοι δὲ τῶν ἀποδημούντων ἐγγεγραμμένοι εἰσίν. Ἐκεῖνος δ΄ ἐστὶν ἔλεγχος μέγιστος· ἐπειδὴ γὰρ κατήλθετε͵ ἐψηφίσασθε τοὺς φυλάρχους ἀπενεγκεῖν τοὺς ἱππεύσαντας͵ ἵνα τὰς καταστάσεις ἀναπράξητε παρ΄ αὐτῶν.
Μετάφραση
Έπειτα είναι ανόητο να εξετάζετε τους ιππείς από την πινακίδα. Γιατί σε αυτή δεν υπάρχουν πολλοί από αυτούς που ομολογούν ότι ήταν ιππείς, ενώ είναι γραμμένοι μερικοί που λείπουν από την πατρίδα. Αυτός είναι, όμως, ο μέγιστος έλεγχος. Γιατί όταν επιστρέψατε, ψηφίσατε οι φύλαρχοι να σας υποβάλουν καταλόγους όσων υπηρέτησαν ως ιππείς για να πάρετε πίσω από αυτούς το χρηματικό επίδομα.
Κείμενο – Μετάφραση σε αντιστοίχιση
Ἔπειτα δὲ εὔηθές ἐστιν
σκοπεῖν
τοὺς ἱππεύσαντας
ἐκ μὲν τοῦ σανιδίου·
ἐν τούτῳ γὰρ
οὐκ ἔνεισιν μὲν πολλοὶ
τῶν ὁμολογούντων
ἱππεύειν͵
ἐγγεγραμμένοι δὲ εἰσίν
ἔνιοι τῶν ἀποδημούντων.
Ἐκεῖνος δ΄ ἐστὶν
ἔλεγχος μέγιστος·
ἐπειδὴ γὰρ κατήλθετε͵
ἐψηφίσασθε τοὺς φυλάρχους
ἀπενεγκεῖν
τοὺς ἱππεύσαντας͵
ἵνα ἀναπράξητε
παρ΄ αὐτῶν τὰς καταστάσεις.
Έπειτα είναι ανόητο
να εξετάζετε
τους ιππείς
από την πινακίδα.
Γιατί σε αυτή
δεν υπάρχουν πολλοί
από αυτούς που ομολογούν
ότι ήταν ιππείς,
ενώ είναι γραμμένοι
μερικοί που λείπουν από την πατρίδα.
Αυτός είναι, όμως,
ο μέγιστος έλεγχος.
Γιατί όταν επιστρέψατε,
ψηφίσατε οι φύλαρχοι
να σας υποβάλουν καταλόγους
όσων υπηρέτησαν ως ιππείς
για να πάρετε πίσω
από αυτούς το χρηματικό επίδομα.
Γλωσσικά – Γραμματικά σχόλια
ἒπειτα: χρονικό επίρρημα (= έπειτα).
δὲ: παρατακτικός αντιθετικός σύνδεσμος (= και, πάλι, εξάλλου, γιατί στην προκειμένη περίπτωση είναι μεταβατικός).
ἐκ: κύρια πρόθεση συντασσόμενη (εδώ) με γενική (= από).
μὲν: παρατακτικός αντιθετικός σύνδεσμος (= αλλά, όμως).
τοῦ σανιδίου: γεν. εν. ουδ. του ουσιαστικού β’ κλίσης τὸ σανίδιον (= η πινακίδα, ο μικρός πίνακας).
τοὺς ἱππεύσαντας: αιτιατ. πληθ. αρσ. της μετοχής αορ. α’ ενεργ. φωνής του ρ. ἱππεύω (= είμαι ιππέας, υπηρετώ στο ιππικό).
σκοπεῖν: απαρ. ενεστ. ενεργ. φωνής του ρ. σκοπέω –σκοπῶ (= εξετάζω, αναζητώ).
εὒηθές: ονομ. εν. ουδ. του τριτόκλιτου επιθέτου ὁ/ἡ εὐήθης, τὸ εὒηθες (= απλοϊκός, ανόητος < εὖ + ἦθος).
ἐστίν: γ’ εν. οριστ. ενεστ. ενεργ. φωνής του βοηθητικού ρ. εἰμί (= είμαι).
ἐν: κύρια πρόθεση συντασσόμενη (εδώ) με δοτική (= σε).
τούτῳ: δοτ. εν. ουδ. της δεικτικής αντωνυμίας οὗτος, αὓτη, τοῦτο (= αυτός, αυτή, αυτό).
γὰρ: αιτιολογικός σύνδεσμος (= διότι).
πολλοί: ονομ. πληθ. αρσ. του ανώμαλου επιθέτου ὁ πολύς, ἡ πολλή, τὸ πολύ (= πολύς, πολλή, πολύ).
μέν: παρατακτικός αντιθετικός σύνδεσμος (= αλλά, όμως).
τῶν ὁμολογούντων: γεν. πληθ. αρσ. της μετοχής ενεστ. ενεργ. φωνής του ρ. ὁμολογέω–ὁμολογῶ (= παραδέχομαι, ομολογώ).
ἱππεύειν: απαρ. ενεστ. ενεργ. φωνής του ρ. ἱππεύω (= είμαι ιππέας, υπηρετώ στο ιππικό).
οὐκ: αρνητικό επίρρημα.
ἒνεισιν: γ΄ πληθ. οριστ. ενεστ. ενεργ. φωνής του ρ. ἒνειμι (= είμαι μέσα, περιλαμβάνομαι).
ἒνιοι: ονομ. πληθ. αρσ. της αόριστης αντωνυμίας ἒνιοι, ἒνιαι, ἒνια (= μερικοί).
δὲ: παρατακτικός αντιθετικός σύνδεσμος (= αλλά, όμως).
τῶν ἀποδημούντων: γεν. πληθ. αρσ. της μετοχής ενεστ. ενεργ. φωνής του ρ. ἀποδημέω –ἀποδημῶ (= βρίσκομαι μακριά από την πατρίδα, είμαι απόδημος).
ἐγγεγραμμένοι εἰσί: γ’ πληθ. οριστ. παρακ. μέσης φωνής του ρ. ἐγγράφομαι (= γράφομαι μέσα).
ἐκεῖνος: ονομ. εν. αρσ. της δεικτικής αντωνυμία ἐκεῖνος, ἐκείνη, ἐκεῖνο (= εκείνος, εκείνη, εκείνο).
δ’ (=δὲ): παρατακτικός αντιθετικός σύνδεσμος (= αλλά, όμως).
ἐστίν: γ’ εν. οριστ. ενεστ. ενεργ. φωνής του βοηθητικού ρ. εἰμί (= είμαι).
ἒλεγχος: ονομ. εν. αρσ. του ουσιαστικού β’ κλίσης ὁ ἒλεγχος (= ο έλεγχος, η εξέταση).
μέγιστος: ονομ. εν. αρσ. του του ανώμαλου επιθέτου ὁ μέγας, ἡ μεγάλη, τὸ μέγα (= μεγάλος, μεγάλη, μεγάλο) στον υπερθετικό βαθμό ΣΥΓΚΡ.: ὁ/ἡ μείζων, τὸ μεῖζον, ΥΠΕΡΘ.: ὁ μέγιστος, ἡ μεγίστη, τὸ μέγιστον.
ἐπειδή: χρονικός σύνδεσμος (= όταν).
γάρ: αιτιολογικός σύνδεσμος (= διότι).
κατήλθετε: β’ πληθ. οριστ. αορ. β’ ενεργ. φωνής του ρ. κατέρχομαι (= επανέρχομαι, έρχομαι πίσω, επιστρέφω από την εξορία).
ἐψηφίσασθε: β’ πληθ. οριστ. αορ. α’ μέσης φωνής του ρ. ψηφίζομαι (= αποφασίζω, ψηφίζω).
τοὺς φυλάρχους: αιτιατ. πληθ. αρσ. του ουσιαστικού β’ κλίσης ὁ φύλαρχος (= ο φύλαρχος, ο αρχηγός της φυλής).
ἀπενεγκεῖν: απαρ. αορ. β’ ενεργ. φωνής του ρ. ἀποφέρω (=μεταφέρω, προσφέρω, παραδίδω).
(ἀποφέρω τοὺς ἱππεύσαντας = παραδίδω κατάλογο των ιππέων).
τοὺς ἱππεύσαντας: αιτιατ. πληθ. αρσ. της μετοχής αορ. α’ ενεργ. φωνής του ρ. ἱππεύω (= είμαι ιππέας, υπηρετώ στο ιππικό).
ἳνα: τελικός σύνδεσμος (= για να).
τὰς καταστάσεις: αιτιατ. πληθ. του ουσιαστικού γ’ κλίσης ἡ κατάστασις, τῆς καταστάσεως (= το επίδομα το οποίο έπαιρναν προκαταβολικά οι ιππείς).
ἀναπράξητε: β’ πληθ. υποτ. αορ. α’ ενεργ. φωνής του ρ. ἀναπράττω (=εισπράττω).
(ἀναπράττω τὰς καταστάσεις = εισπράττω το επίδομα).
παρ’ (= παρά): κύρια πρόθεση συντασσόμενη (εδώ) με γενική (= από).
αὐτῶν: γεν. πληθ. αρσ. της οριστικής-επαναληπτικής αντωνυμίας αὐτός, αὐτή, αὐτό (= αυτός, αυτή, αυτό).
Ετυμολογική προσέγγιση
ἱππεύσαντας (ἱππεύω): < ἱππεύς < ἳππος
εὒηθες (εὐήθης): < εὖ + ἦθος
ὁμολογούντων (ὁμολογῶ): < ὁμοῦ + λέγω
ἀποδημούντων (ἀποδημῶ): < ἀπό + δῆμος
ἐψηφίσασθε (ψηφίζομαι): < ψῆφος
φυλάρχους (ὁ φύλαρχος): < φυλή + ἂρχω
καταστάσεις (ἡ κατάστασις): < κατά + στάσις < ἳστημι (=υπάρχω, στέκομαι)
Λεξιλογικός πίνακας
α.ε. | Μετάφραση | Σύνθετα-Παράγωγα ν.ε. |
σανιδίου | ξύλινη πινακίδα | σανίδι, σανιδώνω, σανίδωμα, σανιδένιος, σανιδωτός |
ἱππεύσαντας | ιππεύω | βλ. παρ. 3 ἳππευον |
σκοπεῖν | εξετάζω | σκοπός, σκοπιά, αποσκοπώ, σκοποβολή, σκοπευτικός, σκόπιμος, σκοπιμότητα, άσκοπος, επίσκοπος, πρόσκοπος, σκόπελος |
εὔηθές | ανόητος | ευήθης, ευήθεια |
ἐστιν | είμαι | βλ. παρ. 3 εἰμί |
πολλοὶ | πολλοί | βλ. παρ. 1 πολλήν |
ὁμολογούντων | ομολογώ | ομολογία, ομολογητής, ανομολόγητος, εξομολόγηση, ομόλογο |
ἱππεύειν | ιππεύω | βλ. παρ. 3 ἳππευον |
ἔνεισιν | εμπεριέχομαι | βλ. παρ. 3 εἰμί |
ἀποδημούντων | αποδημώ | βλ παρ. 5 ἀποδημοῦσι |
ἐγγεγραμμένοι | γράφομαι μέσα | εγγραφή, έγγραφο, εγγράφω, εγγράψιμος, εγγεγραμμένος |
ἔλεγχος | εξέταση | ελέγχω, ελεγκτικός, ελεγκτής, ελεγκτήριο, ελεγκτέος |
μέγιστος | πάρα πολύ μεγάλος | βλ. παρ. 1 μεγίστων |
κατήλθετε | κατεβαίνω | βλ. παρ. 4 ἢλθομεν |
ἐψηφίσασθε | ψηφίζω | ψήφισμα, ψήφος, ψηφοφορία, ψηφοφόρος, ψηφοδέλτιο, ψηφίο, ψηφίδα, ψηφιακός, αψηφώ, αψήφιστος, καταψηφίζω |
ἀπενεγκεῖν | παραδίδω | αποφέρω, ανυπόφορος, φορά, φορέας, φέρετρο, φαρέτρα, διαφορά, συμφορά, δορυφόρος, αυτόφωρος, αμφορέας, προσφορά |
ἱππεύσαντας | ιππεύω | βλ. παρ. 3 ἳππευον |
καταστάσεις | επίδομα | βλ. παρ. 1 καταστῆναι |
ἀναπράξητε | εισπράττω | βλ. παρ. 2 πεπραγμένων |
Χρονικές αντικαταστάσεις
- ἱππεύοντας, ἱππεύσοντας, ἱππεύσαντας, ἱππευκότας
- σκοπεῖν, σκοπήσειν, σκοπῆσαι
- ἐστί, ἦν, ἒσται, ἐγένετο, γέγονε, ἐγεγόνει
- ὁμολογούντων, ὁμολογησόντων, ὁμολογησάντων, ὡμολογηκότων
- ἱππεύειν, ἱππεύσειν, ἱππεῦσαι, ἱππευκέναι
- ἒνεισιν, ἐνῆσαν, ἐνέσονται, ἐνεγένοντο, ἐγγεγόνασι, ἐνεγεγόνεσαν
- ἀποδημούντων, ἀποδημησόντων, ἀποδημησάντων, ἀποδεδημηκότων
- ἐγγράφονται, ἐνεγράφοντο, ἐγγράψονται/ ἐγγραφήσονται, ἐνεγράψαντο/ ἐνεγράφησαν, ἐγγεγραμμένοι εἰσί, ἐγγεγραμμένοι ἦσαν
- κατέρχεσθε/ κάτιτε, κατῇτε, κάτιτε, κατήλθετε, κατεληλύθατε, κατεληλύθετε
- ψηφίζεσθε, ἐψηφίζεσθε, ψηφιεῖσθε/ ψηφισθήσεσθε, ἐψηφίσασθε/ ἐψήφισθε, ἐψηφισμένοι ἦτε
- ἀποφέρειν, ἀποίσειν, ἀπενέγκαι/ ἀπενεγκεῖν, ἀπενηνοχέναι
- ἀναπράττητε, ἀναπράξητε, ἀναπεπραχ(γ)ότες ἦτε/ ἀναπεπράχητε
Εγκλιτικές αντικαταστάσεις
- ἐστίν, ᾖ, εἲη, ἒστω, (εἶναι, ὂν)
- ἒνεισιν, ἐνῶσι, ἐνείησαν/ ἐνεῖεν, ἐνέστων/ ἐνόντων/ ἐνέστωσαν, (ἐνεῖναι, ἐνόντες)
- ἐγγεγραμμένοι είσί, ἐγγεγραμμένοι ὦσι, ἐγγεγραμμένοι εἲησαν/ εἶεν, ἐγγεγράφθων- σθωσαν (ἐγγεγράφθαι, ἐγγεγραμμένοι)
- κατήλθετε, κατέλθητε, κατέλθοιτε, κατέλθετε, (κατελθεῖν, κατελθόντες)
- ἐφηφίσασθε, ψηφίσησθε, ψηφίσαισθε, ψηφίσασθε, (ψηφίσασθαι, ψηφισάμενοι)
- ἀνεπράξατε, ἀναπράξητε, ἀναπράξαιτε, ἀναπράξατε, (ἀναπρᾶξαι, ἀναπράξαντες)
Συντακτική ανάλυση
Ἔπειτα δὲ ἐκ μὲν τοῦ σανιδίου τοὺς ἱππεύσαντας σκοπεῖν εὔηθές ἐστιν: Κύρια πρόταση
εὔηθές ἐστιν: ρήμα/ σκοπεῖν: υποκείμενο της απρόσωπης έκφρασης, τελικό απαρέμφατο, με υποκείμενο ὑμᾶς (ενν.) (ετεροπροσωπία)/ τοὺς ἱππεύσαντας: επιθετική μετοχή με υποκείμενο το άρθρο της, τοὺς, ως αντικείμενο του σκοπεῖν.
ἐκ τοῦ σανιδίου: εμπρόθετος επιρρηματικός προσδιορισμός της συμφωνίας στο σκοπεῖν.
Ἔπειτα: επιρρηματικός προσδιορισμός του χρόνου στο εὒηθές ἐστιν.
ἐν τούτῳ γὰρ πολλοὶ μὲν τῶν ὁμολογούντων ἱππεύειν οὐκ ἔνεισιν: Κύρια πρόταση
οὐκ ἔνεισιν: ρήμα/ πολλοὶ: υποκείμενο.
τῶν ὁμολογούντων: επιθετική μετοχή με υποκείμενο το άρθρο της, τῶν, ως γενική διαιρετική στο πολλοί.
ἱππεύειν: αντικείμενο στο τῶν ὁμολογούντων, ειδικό απαρέμφατο, με υποκείμενο τῶν ὁμολογούντων (ταυτοπροσωπία).
ἐν τούτῳ: εμπρόθετος επιρρηματικός προσδιορισμός του τόπου στο οὐκ ἔνεισιν.
ἔνιοι δὲ τῶν ἀποδημούντων ἐγγεγραμμένοι εἰσίν: Κύρια πρόταση
ἐγγεγραμμένοι εἰσίν: ρήμα/ ἔνιοι: υποκείμενο.
τῶν ἀποδημούντων: επιθετική μετοχή με υποκείμενο το άρθρο της τῶν ως γενική διαιρετική στο ἒνιοι.
ἐκεῖνος δ΄ ἐστὶν ἔλεγχος μέγιστος: Κύρια πρόταση
ἐστὶν: ρήμα/ ἐκεῖνος: υποκείμενο/ ἔλεγχος: κατηγορούμενο στο ἐκεῖνος μέσω του συνδετικού ρήματος ἐστὶν.
μέγιστος: επιθετικός προσδιορισμός στο ἒλεγχος.
ἐπειδὴ γὰρ κατήλθετε: Δευτερεύουσα επιρρηματική χρονική πρόταση ως επιρρηματικός προσδιορισμός του χρόνου στο ἐψηφίσασθε της κύριας πρότασης που ακολουθεί.
κατήλθετε: ρήμα / ὑμεῖς (ενν.): υποκείμεν
ἐψηφίσασθε τοὺς φυλάρχους ἀπενεγκεῖν τοὺς ἱππεύσαντας: Κύρια πρόταση
ἐψηφίσασθε: ρήμα / ὑμεῖς (ενν.): υποκείμενο/ ἀπενεγκεῖν: αντικείμενο, τελικό απαρέμφατο, με υποκείμενο τοὺς φυλάρχους (ετεροπροσωπία).
τοὺς φυλάρχους: επιθετική μετοχή με υποκείμενο το άρθρο της, τοὺς, ως υποκείμενο του ἀπενεγκεῖν.
τοὺς ἱππεύσαντας: επιθετική μετοχή με υποκείμενο το άρθρο της, τοὺς, ως αντικείμενο του ἀπενεγκεῖν.
ἵνα τὰς καταστάσεις ἀναπράξητε παρ΄ αὐτῶν: Δευτερεύουσα επιρρηματική τελική πρόταση ως επιρρηματικός προσδιορισμός του σκοπού στο ἐψηφίσασθε της κύριας πρότασης που προηγείται.
ἀναπράξητε: ρήμα/ ὑμεῖς (ενν.): υποκείμενο/ τὰς καταστάσεις: αντικείμενο.
παρ΄ αὐτῶν: εμπρόθετος επιρρηματικός προσδιορισμός της προέλευσης στο ἀναπράξητε.
Ερμηνευτικά Σχόλια
Ο Μαντίθεος, αφού απέδειξε ότι δεν είχε καμία σχέση με το τυραννικό καθεστώς, διότι έλειπε στον Πόντο, προσπαθεί να ανασκευάσει την κατηγορία ότι υπηρέτησε ως ιππέας την περίοδο των τριάκοντα τυράννων.
- Σύμφωνα με το κατηγορητήριο ο Μαντίθεος ήταν ένοχος, διότι το όνομά του υπήρχε στη σανίδα, πάνω στην οποία έγραφαν τα ονόματα των ιππέων. Ο Μαντίθεος προσπαθεί να πείσει το ακροατήριο πως η αναγραφή του ονόματός του στη σανίδα δεν αποτελεί απόδειξη ότι υπηρέτησε ως ιππέας διότι σε αυτήν:
- δεν αναγράφονται τα ονόματα όσων έχουν παραδεχτεί πως υπηρέτησαν ως ιππείς και
- αναγράφονται ονόματα όσων έλειπαν από την Αθήνα κατά την περίοδο των τριάκοντα.
Άρα οι ξύλινες πινακίδες δεν είναι αξιόπιστες.
- Αντιθέτως, θεωρεί πως μεγαλύτερη απόδειξη αποτελούν οι κατάλογοι των φυλάρχων, στους οποίους καταγράφονταν τα ονόματα των ιππέων παράλληλα με την καταβολή της κατάστασις (χρηματικό ποσό που έπαιρναν οι ιππείς από το δημόσιο με την ανάληψη των καθηκόντων τους και το επέστρεφαν αν εκλέγονταν άλλοι στη θέση τους).
σανίδιον: μικρή ξύλινη σανίδα ή πινακίδα αλειμμένη με γύψο, πάνω στην οποία έγραφαν τα ονόματα των ιππέων. Τη σανίδα αυτή, που λεγόταν και λεύκωμα, εξέθεταν σε κοινή θέα.
φύλαρχος: η πρώτη σημασία της λέξης φύλαρχος είναι αρχηγός φυλής. Ως στρατιωτικός όρος στην αρχαία Αθήνα η λέξη αυτή δήλωνε το διοικητή των ιππέων της φυλής. Στην Αθήνα εκλέγονταν δέκα φύλαρχοι, όσες ήταν και οι φυλές. Αρχηγοί όλου του ιππικού ήταν δύο ίππαρχοι.
Για να μεταβείτε σε κάποια άλλη Ενότητα του ρητορικού λόγου, επιλέξτε τον αντίστοιχο σύνδεσμο από τον παρακάτω πίνακα:
Τα ερμηνευτικά σχόλια επιμελήθηκε η Κυριακή Θεοδοσιάδου
Φιλόλογος, Υπ. Διδάκτωρ Παιδαγωγικής ΠΔΜ και ιδιοκτήτρια στο Φιλολογικό Διδασκαλείο
Η ομάδα του filologika.gr
Για περισσότερη ενημέρωση για θέματα που αφορούν την προετοιμασία για τις Πανελλήνιες Εξετάσεις ακολουθήστε μας στην επίσημη σελίδα μας στο Facebook.