Παράγραφος 12
Για να μεταφερθείτε σε κάποια άλλη ενότητα των Αρχαίων Ελληνικών Προσανατολισμού της Β’ Λυκείου επιλέξτε την αντίστοιχη σελίδα από το παρακάτω μενού:
Λυσίου Ὑπέρ Μαντιθέου
Διήγηση-Απόδειξη Παράγραφος 12
Πρωτότυπο Κείμενο
Ἒτι δ΄͵ ὦ βουλή͵ οὐδεὶς ἂν ἀποδεῖξαι περὶ ἐμοῦ δύναιτο οὔτε δίκην αἰσχρὰν οὔτε γραφὴν οὔτε εἰσαγγελίαν γεγενημένην· καίτοι ἑτέρους ὁρᾶτε πολλάκις εἰς τοιούτους ἀγῶνας καθεστηκότας. Πρὸς τοίνυν τὰς στρατείας καὶ τοὺς κινδύνους τοὺς πρὸς τοὺς πολεμίους σκέψασθε οἷον ἐμαυτὸν παρέχω τῇ πόλει.
Μετάφραση
Επιπλέον, κύριοι Βουλευτές, κανείς δεν θα μπορούσε να αποδείξει ότι έχω μπλεχτεί ούτε σε αισχρή ιδιωτική δίκη, ούτε σε δίκη δημόσιου χαρακτήρα ούτε σε δίκη για μεγάλο έγκλημα. Και μάλιστα βλέπετε πολλές φορές σε τέτοιου είδους αγώνες τους άλλους να εμπλέκονται. Επιπλέον, σε σχέση με τις εκστρατείες και τους κινδύνους εναντίον των εχθρών σκεφτείτε πώς συμπεριφέρομαι στην πόλη.
Κείμενο – Μετάφραση σε αντιστοίχιση
Ἒτι δ΄͵ ὦ βουλή͵
οὐδεὶς ἂν δύναιτο
ἀποδεῖξαι περὶ ἐμοῦ
οὔτε γεγενημένην
δίκην αἰσχρὰν
οὔτε γραφὴν
οὔτε εἰσαγγελίαν ·
καίτοι ὁρᾶτε πολλάκις
εἰς τοιούτους ἀγῶνας
ἑτέρους καθεστηκότας.
Πρὸς τοίνυν
τὰς στρατείας
καὶ τοὺς κινδύνους
τοὺς πρὸς τοὺς πολεμίους
σκέψασθε
οἷον ἐμαυτὸν παρέχω τῇ πόλει.
Επιπλέον, κύριοι Βουλευτές,
κανείς δεν θα μπορούσε
να αποδείξει
ότι έχω μπλεχτεί
ούτε σε αισχρή ιδιωτική δίκη,
ούτε σε δίκη δημόσιου χαρακτήρα
ούτε σε δίκη για μεγάλο έγκλημα.
Και μάλιστα βλέπετε πολλές φορές
σε τέτοιου είδους αγώνες
τους άλλους να εμπλέκονται.
Επιπλέον,
σε σχέση με τις εκστρατείες
και τους κινδύνους
εναντίον των εχθρών
σκεφτείτε
πώς συμπεριφέρομαι στην πόλη.
Γλωσσικά – Γραμματικά σχόλια
ἒτι: ποσοτικό επίρρημα (= επιπλέον).
δ'(=δέ): παρατακτικός αντιθετικός σύνδεσμος (= όμως, αλλά).
ὦ βουλή: κλητ. εν. θηλ. του ουσιαστικού α΄ κλίσης ἡ βουλή (=οι Βουλευτές).
οὐδείς: ονομ. εν. αρσ. της αόριστης επιμεριστικής αντωνυμίας οὐδείς, οὐδεμία, οὐδέν (= κανένας, καμία, κανένα ή τίποτα).
ἂν: δυνητικό μόριο.
ἀποδεῖξαι: απαρ. αορ. α’ ενεργ. φωνής του ρ. ἀποδείκνυμι (= αποδεικνύω).
περί: κύρια πρόθεση συντασσόμενη (εδώ) με γενική (= για, σχετικά με).
ἐμοῦ: γεν. εν. προσωπικής αντωνυμίας α’ προσώπου (ἐμοῦ=για εμένα).
δύναιτο: γ’ εν. ευκτ. ενεστ. μέσης φωνής του αποθετικού ρ. δύναμαι (= μπορώ).
οὒτε: παρατακτικός συμπλεκτικός σύνδεσμος (= ούτε).
δίκην: αιτιατ. εν. θηλ. του ουσιαστικού α΄ κλίσης ἡ δίκη (= η ιδιωτική δίκη).
αἰσχράν: αιτιατ. εν. θηλ. του δευτερόκλιτου επιθέτου ὁ αἰσχρός, ἡ αἰσχρά, τὸ αἰσχρόν (= ο επαίσχυντος, η επαίσχυντη, το επαίσχυντο).
οὒτε: παρατακτικός συμπλεκτικός σύνδεσμος (= ούτε)
γραφήν: αιτιατ. εν. θηλ. του ουσιαστικού α΄ κλίσης ἡ γραφή (= η έγγραφη καταγγελία για δημόσιο αδίκημα).
οὒτε: παρατακτικός συμπλεκτικός σύνδεσμος (= ούτε).
εἰσαγγελίαν: αιτιατ. εν. θηλ. του ουσιαστικού α΄ κλίσης ἡ εἰσαγγελία (= η μήνυση για δημόσιο αδίκημα).
γεγενημένην: αιτιατ. εν. θηλ. της μετοχής παρακ. μέσης φωνής του αποθετικού ρ. γίγνομαι (= γίνομαι).
καίτοι: παρατακτικός αντιθετικός σύνδεσμος (= και όμως, εντούτοις, και βέβαια, και πράγματι).
ἑτερους: αιτιατ. πληθ. αρσ. της αόριστης επιμεριστικής αντωνυμίας ὁ ἓτερος, ἡ ἑτέρα, τὸ ἓτερον (= ο άλλος από τους δύο, η άλλη από τις δύο, το άλλο από τα δύο).
ὁρᾶτε: β’ πληθ. οριστ. ενεστ. ενεργ. φωνής του ρήματος ὁράω-ὁρῶ (= βλέπω).
πολλάκις: ποσοτικό επίρρημα (= πολλές φορές).
εἰς: κύρια πρόθεση συντασσόμενη (εδώ) με αιτιατική (= σε).
τοιούτους: αιτιατ. πληθ. αρσ. της δεικτικής αντωνυμίας τοιοῦτος, τοιαύτη, τοιοῦτο(ν) (= τέτοιος, τέτοια, τέτοιο).
ἀγῶνας: αιτιατ. πληθ. αρσ. του ουσιαστικού γ’ κλίσης ὁ ἀγών, τοῦ ἀγῶνος (= ο αγώνας, ο δικαστικός αγώνας, η δίκη).
καθεστηκότας: αιτιατ. πληθ. αρσ. της μετοχής παρακ. ενεργ. φωνής του ρ. καθίσταμαι (= εγκαθίσταμαι, τοποθετούμαι)
(καθίσταμαι εἰς ἀγῶνας = εμπλέκομαι σε δικαστικούς αγώνες, σε δίκες).
πρὸς: κύρια πρόθεση συντασσόμενη (εδώ) με αιτιατική (= προς, ως προς, προς το μέρος).
τοίνυν: συμπερασματικός σύνδεσμος (= λοιπόν, επιπλέον).
τὰς στρατείας: αιτιατ. πληθ. θηλ. του ουσιαστικού α΄ κλίσης ἡ στρατεία (= η εκστρατεία).
καὶ: παρατακτικός συμπλεκτικός σύνδεσμος.
τοὺς κινδύνους: αιτιατ. πληθ. αρσεν. του ουσιαστικού β’ κλίσης ὁ κίνδυνος (= ο κίνδυνος).
πρὸς: κύρια πρόθεση συντασσόμενη (εδώ) με αιτιατική (= προς, ως προς, προς το μέρος).
τοὺς πολεμίους: αιτιατ. πληθ. αρσ. του δευτερόκλιτου επιθέτου ὁ πολέμιος, ἡ πολεμία, τὸ πολέμιον (= ο εχθρός).
σκέψασθε: β’ πληθ. προστ. αορ. α’ μέσης φωνής του ρ. σκοπέω-σκοπῶ και σκοπέομαι– σκοποῦμαι (= σκέφτομαι, λαμβάνω υπόψη μου)
οἷον: αιτιατ. εν. αρσ. της αναφορικής αντωνυμίας οἷος, οἷα, οἷον (= τέτοιος που, τέτοια που, τέτοιο που).
ἐμαυτόν: αιτιατ. εν. αρσ. της αυτοπαθητικής αντωνυμίας α’ προσώπου ἐμαυτοῦ, ἐμαυτῆς (= τον εαυτό μου)
παρέχω: α’ εν. οριστ. ενεστ. ενεργ. φωνής του ρήματος παρέχω (= δίνω, προσφέρω).
τῇ πόλει: δοτ. εν. θηλ. του ουσιαστικού γ’ κλίσης ἡ πόλις, τῆς πόλεως (= η πόλη).
Ετυμολογική προσέγγιση
ἀποδεῖξαι (ἀποδείκνυμι): < ἀπό + δείκνυμι
γραφήν (ἡ γραφή): < γράφω
εἰσαγγελίαν (ἡ εἰσαγγελία): < εἰς + ἀγγέλλω
καθεστηκότας (καθίσταμαι): < κατά + ἳσταμαι
ἀγῶνας (ὁ ἀγών): < ἂγω
στρατείας (ἡ στρατεία): < στρατεύω < στρατός< στορέννυμι -στρώννυμι (= στρώνω, ξαπλώνω, απλώνω)
παρέχω: < παρά + ἒχω
πολεμίους (ὁ πολέμιος): < πόλεμος
Λεξιλογικός πίνακας
α.ε. | Μετάφραση | Σύνθετα-Παράγωγα ν.ε. |
βουλή | βουλή | βλ. παρ. 1 βουλή |
ἀποδεῖξαι | αποδεικνύω | βλ. παρ. 3 ἀποδείξω |
δύναιτο | μπορώ | βλ. παρ. 9 δύναμαι |
δίκην | δίκη | βλ. παρ. 9 δίκαιον |
αἰσχρὰν | επαίσχυντη | αίσχος, αισχρολογία, αισχρότητα, αισχροκέρδεια, αισχρόλογα |
γραφὴν | καταγγελία | βλ. παρ. 7 γράμμασιν |
εἰσαγγελίαν | μήνυση | εισαγγελέας, εισαγγελικός |
γεγενημένην | γίνομαι | βλ. παρ. 10 γενέσθαι |
ὁρᾶτε | βλέπω | βλ. παρ. 8 ὁρῶ |
πολλάκις | πολλές φορές | πολλαπλός, πολλαπλασιάζω, πολλαπλασιαστής, πολλαπλάσιος, πολλαπλότητα, πολλαπλασιαστικός |
ἀγῶνας | δικαστικός αγώνας | βλ. παρ. 9 ἀγῶσι |
καθεστηκότας | εγκαθίσταμαι | καθεστώς, καθεστωτικός, κάθετος, καθιστικός, ακάθιστος, εγκαθιστώ, εγκαθίσταμαι, εγκάθετος |
στρατείας | εκστρατεία | στράτευμα, στρατιά, στρατός, στρατιώτης, στρατιωτικός, στρατήγημα, στρατεύσιμος, στρατηγική, στρατηλάτης, επιστρατεύω, επίστρατος, εκστρατευτικός, στρατολογία |
κινδύνους | κίνδυνος | κινδυνεύω, επικίνδυνος, ακίνδυνος, κινδυνολογία, ριψοκίνδυνος |
πολεμίους | εχθρός | πόλεμος, πολεμώ, εμπόλεμος, απόλεμος, πολεμίστρα, πολεμικός, πολεμοχαρής |
σκέψασθε | σκέφτομαι | σκέψη, σύσκεψη, απερίσκεπτος, απερισκεψία, διάσκεψη |
παρέχω | παρέχω | βλ. παρ. 1 εἶχον |
πόλει | πόλη | βλ. παρ. 4 πολιτείας |
Χρονικές αντικαταστάσεις
- ἀποδεικνύναι, ἀποδείξειν, ἀποδεῖξαι, ἀποδεδειχέναι
- δύναιτο, δυνήσοιτο/ (δυνηθήσοιτο), (δυνήσαιτο)/ δυνηθείη/ δυνασθείη, δεδυνημένος εἲη
- γιγνομένην, γενησομένην, γενομένην, γεγονυῖαν /γεγενημένην
- καθισταμένους, καταστησομένους/ κατασταθησομένους, καταστησαμένους/ καταστάντας/ κατασταθέντας, καθεστηκότας/ καθεστῶτας
- σκοπεῖσθε, σκέψασθε/ (σκοπήσασθε/ σκέφθητε/ σκέπητε), ἒσκεφθε
- παρέχω, παρεῖχον, παρέξω, παρασχήσω, παρέσχον, παρέσχηκα, παρεσχήκειν
Εγκλιτικές αντικαταστάσεις
- δύναται, δύνηται, δύναιτο, δυνάσθω, (δύνασθαι, δυνάμενος)
- ὁρᾶτε, ὁρᾶτε, ὁρῷτε, ὁρᾶτε, (ὁρᾶν, ὁρῶντες)
- ἐσκέψασθε, σκέψησθε, σκέψαισθε, σκέψασθε, (σκέψασθαι, σκεψάμενοι)
- παρέχω, παρέχω, παρέχοιμι, (παρέχειν, παρέχων)
Συντακτική ανάλυση
Ἒτι δ΄͵ ὦ βουλή͵ οὐδεὶς ἂν ἀποδεῖξαι περὶ ἐμοῦ δύναιτο οὔτε δίκην αἰσχρὰν οὔτε γραφὴν οὔτε εἰσαγγελίαν γεγενημένην: Κύρια πρόταση
ἂν δύναιτο: ρήμα/ οὐδεὶς: υποκείμενο/ ἀποδεῖξαι: αντικείμενο, τελικό απαρέμφατο με υποκείμενο οὐδείς (ταυτοπροσωπία).
οὔτε δίκην οὔτε γραφὴν οὔτε εἰσαγγελίαν: αντικείμενα στο ἀποδεῖξαι.
γεγενημένην: κατηγορηματική μετοχή από το ἀποδεῖξαι με υποκείμενα οὔτε δίκην οὔτε γραφὴν οὔτε εἰσαγγελίαν ως κατηγορηματικός προσδιορισμός στα υποκείμενά της.
αἰσχρὰν: επιθετικός προσδιορισμός στο δίκην.
περὶ ἐμοῦ: εμπρόθετος επιρρηματικός προσδιορισμός της αναφοράς στο γεγενημένην.
ἒτι: επιρρηματικός προσδιορισμός της προσθήκης στο ἂν δύναιτο.
ὦ βουλή: κλητική προσφώνηση.
καίτοι ἑτέρους ὁρᾶτε πολλάκις εἰς τοιούτους ἀγῶνας καθεστηκότας: Κύρια πρόταση
ὁρᾶτε: ρήμα/ ὑμεῖς (ενν.): υποκείμενο/ ἑτέρους: αντικείμενο.
καθεστηκότας: κατηγορηματική μετοχή από το ὁρᾶτε με υποκείμενο ἑτέρους ως κατηγορηματικός προσδιορισμός του υποκειμένου της.
πολλάκις: επιρρηματικός προσδιορισμός του ποσού στο καθεστηκότας.
εἰς ἀγῶνας: εμπρόθετος επιρρηματικός προσδιορισμός της κατάστασης στο καθεστηκότας.
τοιούτους: επιθετικός προσδιορισμός στο ἀγῶνας.
πρὸς τοίνυν τὰς στρατείας καὶ τοὺς κινδύνους τοὺς πρὸς τοὺς πολεμίους σκέψασθε: Κύρια πρόταση
σκέψασθε: ρήμα/ ὑμεῖς (ενν.): υποκείμενο.
πρὸς τὰς στρατείας καὶ τοὺς κινδύνους: εμπρόθετος επιρρηματικός προσδιορισμός της αναφοράς στο σκέψασθε.
τοὺς πρὸς τοὺς πολεμίους: επιθετικός προσδιορισμός στο τοὺς κινδύνους δυνάμει του άρθρου.
οἷον ἐμαυτὸν παρέχω τῇ πόλει: Δευτερεύουσα ονοματική πλάγια ερωτηματική πρόταση ως αντικείμενο στο σκέψασθε της κύριας πρότασης που προηγείται.
παρέχω: ρήμα / ἐγώ (ενν.): υποκείμενο/ ἐμαυτὸν: άμεσο αντικείμενο /τῇ πόλει: έμμεσο αντικείμενο.
οἷον: κατηγορούμενο στο ἐμαυτὸν μέσω του παρέχω που λειτουργεί ως συνδετικό ρήμα.
Η ομάδα του filologika.gr
Για περισσότερη ενημέρωση για θέματα που αφορούν την προετοιμασία για τις Πανελλήνιες Εξετάσεις ακολουθήστε μας στην επίσημη σελίδα μας στο Facebook.