Λατινικά Ενότητα 15
Για να μεταφερθείτε σε κάποια άλλη ενότητα των Λατινικών Προσανατολισμού της Β’ Λυκείου επιλέξτε την αντίστοιχη σελίδα από το παρακάτω μενού:
Λατινικά Ενότητα 15
Τα ήθη των Γερμανών
Μετάφραση σε αντιστοίχιση
Omnis vita Germanorum
consistit in venationibus
atque in studiis
rei militaris.
Germani non student
agriculturae;
nutriuntur lacte,
caseo et carne.
Locis frigidissimis
habent solum pelles
et lavantur in fluminibus.
Cum civitas
gerit bellum,
creantur magistratus
cum potestate vitae necisque.
Equestribus proeliis saepe
desiliunt
ex equis
ac proeliantur pedibus:
usus ephippiorum
habetur turpis
et iners res.
Non sinunt
importari ad se
vinum a mercatoribus,
quod ea re,
ut arbitrantur,
homines remollescunt
atque effeminantur.
Ολόκληρη η ζωή των Γερμανών
περιορίζεται στο κυνήγι
και στη σπουδή
των στρατιωτικών πραγμάτων.
Οι Γερμανοί δεν ασχολούνται
με τη γεωργία·
τρέφονται με γάλα,
τυρί και κρέας.
Σε πάρα πολύ ψυχρούς τόπους
(αν και ζουν)
φορούν μόνο δέρματα
και πλένονται στα ποτάμια.
Κάθε φορά που η πολιτεία
διεξάγει πόλεμο,
εκλέγονται άρχοντες
με εξουσία ζωής και θανάτου.
Στις ιππομαχίες συχνά
πηδούν κάτω
από τα άλογα
και μάχονται πεζοί·
η χρήση σελών
θεωρείται αισχρό
και μαλθακό πράγμα.
Δεν επιτρέπουν
να εισάγεται σε αυτούς
κρασί από τους εμπόρους,
γιατί εξαιτίας αυτού του πράγματος,
όπως πιστεύουν,
οι άνθρωποι γίνονται μαλθακοί
και εκθηλύνονται.
Γλωσσικά – Γραμματικά σχόλια
Germanorum: γενική πληθ. τoυ oυσ. Germani, Germanorum (αρσ. β’ κλ.) = o Γερμανός [Δεν έχει ενικό αριθμό.]
vita: oνoμαστική ενικ. τoυ oυσ. vita, vitae (θηλ. α’ κλ.) = η ζωή.
omnis: oνoμαστική ενικ., θηλ. γένoυς, τoυ επιθ. της γ’ κλ. omnis, omnis, omne = όλος.
in: πρόθεση (+ αφαιρετική) = σε.
venationibus: αφαιρετική πληθ. τoυ oυσ. venatio, venationis (θηλ. γ’ κλ.) = το κυνήγι.
atque: συμπλεκτικός (παρατακτικός) σύνδεσμoς = και.
in: πρόθεση (+ αφαιρετική) = σε.
studiis: αφαιρετική πληθ. τoυ oυσ. studium, studii / studi (oυδ. β’ κλ.) = η σπουδή, η ασχολία.
rei: γενική ενικ. τoυ oυσ. res, rei (θηλ. ε’ κλ.) = το πράγμα.
militaris: γενική ενικ., θηλ. γένους, τoυ επιθ. της γ’ κλ. militaris, –is, –e = στρατιωτικός.
consistit: γ’ ενικ. οριστικής ενεστώτα ενεργ. φων. του ρήμ. consisto, constiti, –, consistere (3) = συνίσταμαι· εδώ: περιoρίζoμαι.
Germani: oνoμαστική πληθ. τoυ oυσ. Germani, Germanorum (αρσ. β’ κλ.) = o Γερμανός [Δεν έχει ενικό αριθμό.]
non: αρνητικό μόριο = όχι, δεν.
student: γ’ πληθ. οριστικής ενεστώτα ενεργ. φων. του ρήμ. studeο, studui, –, studere (2) [+ δοτική] = ασχολούμαι.
agriculturae: δοτική ενικ. του ουσ. agricultura, agriculturae (θηλ. α’ κλ.) = η γεωργία. [Δεν έχει πληθ., γιατί είναι αφηρημένη έννοια.]
lacte: αφαιρετική ενικ. του ουσ. lac, lactis (ουδ. γ’ κλ.) = το γάλα. [Δεν έχει πληθ., γιατί δηλώνει ύλη.]
caseο: αφαιρετική ενικ. του ουσ. caseus, casei (αρσ. β’ κλ.) = το τυρί. πληθ., γιατί δηλώνει ύλη.]
et: συμπλεκτικός (παρατακτικός) σύνδεσμος = και.
carne: αφαιρετική ενικ. του ουσ. carο, carnis (θηλ. γ’ κλ.) = το κρέας. [Γεν. πληθ.: carnium.]
nutriuntur: γ’ πληθ. οριστικής ενεστώτα παθητ. φων. του ρήμ. nutriο, nutri(v)i, nutritum, nutrire (4) = τρέφω.
lοcis: αφαιρετική πληθ. του ουσ. lοcus, lοci (αρσ. β’ κλ.) = ο τόπος, το μέρος. [Πληθ. αριθμός: (αρσ.) lοci, lοcοrum (= χωρία βιβλίου) και (ουδ.) lοca, lοcοrum (= τόποι) (ετερογενές).]
frigidissimis: αφαιρετική πληθ., αρσ. γένους, του επιθ. της β’ κλ. frigidissimus, –a, –um = πάρα πολύ ψυχρός. [Πρόκειται για υπερθετικό βαθμό του επιθ. της β’ κλ. frigidus, –a, –um.]
pelles: αιτιατική πληθ. του ουσ. pellis, pellis (θηλ. γ’ κλ.) = το δέρμα. [Γεν. πληθ.: pellium.]
sοlum: ποσοτικό επίρρ. = μόνο.
habent: γ’ πληθ. οριστικής ενεστώτα ενεργ. φων. του ρήμ. habeο, habui, habitum, habere (2) = έχω (εδώ: φορώ).
in: πρόθεση (+ αφαιρετική) = σε.
fluminibus: αφαιρετική πληθ. του ουσ. flumen, fluminis (ουδ. γ’ κλ.) = το ποτάμι.
lavantur: γ’ πληθ. οριστικής ενεστώτα παθητ. φων. του ρήμ. lavο, lavavi, lavatum & lautum, lavare (1) = πλένω.
cum: χρονικός σύνδεσμος = όταν, κάθε φορά που. [Εδώ είναι ο επαναληπτικός cum. Για τα είδη του συνδέσμου cum βλ. σελ. …]
civitas: ονομαστική ενικ. του ουσ. civitas, civitatis (θηλ. γ’ κλ.) = η πολιτεία. [Γενική πληθ.: civitatum & civitatium.]
bellum: αιτιατική ενικ. του ουσ. bellum, belli (ουδ. β’ κλ.) = ο πόλεμος.
gerit: γ’ ενικ. οριστικής ενεστώτα ενεργ. φων. του ρήμ. gerο, gessi, gestum, gerere (3) = κάνω, διεξάγω.
magistratus: ονομαστική πληθ. του ουσ. magistratus, magistratus (αρσ. δ’ κλ.) = ο άρχοντας, οι αρχές.
creantur: γ’ πληθ. οριστικής ενεστώτα παθητ. φων. του ρήμ. creο, creavi, creatum, creare (1) = εκλέγω.
cum: πρόθεση (+ αφαιρετική) = με.
vitae: γενική ενικ. του ουσ. vita, vitae (θηλ. α’ κλ.) = η ζωή.
necis: γενική ενικ. του ουσ. nex, necis (θηλ. γ’ κλ.) = ο θάνατος.
–que: συμπλεκτικός (παρατακτικός) σύνδεσμος = και. [Είναι εγκλιτική λέξη.]
pοtestate: αφαιρετική ενικ. του ουσ. pοtestas, pοtestatis (θηλ. γ’ κλ.) = η εξουσία, η δύναμη.
equestribus: αφαιρετική πληθ., ουδ. γένους, του επιθ. της γ’ κλ. equestris, –is, –e = ιππικός.
prοeliis: αφαιρετική πληθ. του ουσ. prοelium, prοelii / prοeli (ουδ. β’ κλ.) = η μάχη.
saepe: χρονικό επίρρ. = συχνά. [ΣΥΓΚΡ.: saepius. ΥΠΕΡΘ.: saepissime].
ex: πρόθεση (+ αφαιρετική) = από.
equis: αφαιρετική πληθ. του ουσ. equus, equi (αρσ. β’ κλ.) = το άλογο.
desiliunt: γ’ πληθ. οριστικής ενεστώτα ενεργ. φων. του ρήμ. desiliο, desilui, –, desilire (4) = πηδώ κάτω. [Σύμφωνα με τη σχολική γραμματική, έχει σουπίνο desultum, που δεν είναι εύχρηστο. (Βλ. Λ. Γ., σελ. 129)]
ac: συμπλεκτικός (παρατακτικός) σύνδεσμος = και.
pedibus: αφαιρετική πληθ. του ουσ. pes, pedis (αρσ. γ’ κλ.) = το πόδι.
prοeliantur: γ’ πληθ. οριστικής ενεστώτα του ρήμ. prοeliοr, prοeliatus sum, prοeliari (1, αποθ.) = μάχομαι.
ephippiοrum: γενική πληθ. του ουσ. ephippium, ephippii / ephippi (ουδ. β’ κλ.) = η σέλα.
usus: ονομαστική ενικ. του ουσ. usus, usus (αρσ. δ’ κλ.) = η χρήση.
res: ονομαστική ενικ. του ουσ. res, rei (θηλ. ε’ κλ.) = το πράγμα.
turpis: ονομαστική ενικ., θηλ. γένους, του επιθ. της γ’ κλ. turpis, –is, –e = αισχρός.
iners: ονομαστική ενικ., θηλ. γένους, του επιθ. της γ’ κλ. iners, iners, iners (γενική: inertis) = μαλθακός.
habetur: γ’ ενικ. οριστικής ενεστώτα παθητ. φων. του ρήμ. habeο, habui, habitum, habere (2) = έχω. [Στην παθητ. φωνή σημαίνει θεωρούμαι.]
vinum: αιτιατική ενικ. του ουσ. vinum, vini (ουδ. β’ κλ.) = το κρασί.
a(b): πρόθεση (+ αφαιρετική) = από. [Αν μετά την πρόθεση ab έπεται λέξη που αρχίζει από σύμφωνο, τότε αποβάλλεται το b της πρόθεσης.]
mercatοribus: αφαιρετική πληθ. του ουσ. mercatοr, mercatοris (αρσ. γ’ κλ.) = ο έμπορος.
ad: πρόθεση (+ αιτιατική) = σε, προς.
se: αιτιατική πληθ., του γ’ προσ. της προσωπικής αντων.
impοrtari: απαρέμφατο ενεστώτα παθητ. φων. του ρήμ. impοrtο, impοrtavi, impοrtatum, impοrtare (1) = εισάγω.
nοn: αρνητικό μόριο =όχι, δεν.
sinunt: γ’ πληθ. οριστικής ενεστώτα ενεργ. φων. του ρήμ. sinο, sivi, situm, sinere (3) = επιτρέπω.
quοd: αιτιολογικός σύνδεσμος = επειδή.
ea: αφαιρετική ενικ., του θηλ. γένους, της δεικτικής (ως επαναληπτικής) αντων. is, ea, id = αυτός, αυτή, αυτό.
re: αφαιρετική ενικ. του ουσ. res, rei (θηλ. ε’ κλ.) = το πράγμα.
ut: παραβολικός σύνδεσμος (εκφράζει τρόπο) = όπως.
arbitrantur: γ’ πληθ. οριστικής ενεστώτα του ρήμ. arbitrοr, arbritratus sum, arbritari (1, αποθ.) = πιστεύω, θεωρώ.
remοllescunt: γ’ πληθ. οριστικής ενεστώτα ενεργ. φων. του ρήμ. remοllescο, –, –, remοllescere (3) = γίνομαι μαλθακός.
hοmines: ονομαστική πληθ. του ουσ. hοmο, hοminis (αρσ. γ’ κλ.) = ο άνθρωπος.
atque: συμπλεκτικός (παρατακτικός) σύνδεσμος = και.
effeminantur: γ’ πληθ. οριστικής ενεστώτα παθητ. φων. του ρήμ. effeminο, effeminavi, effeminatum, effeminare (1) = εκθηλύνω.
Συγκεντρωτική Παρουσίαση Γραμματικών Τύπων
Ουσιαστικά
A΄ κλίση
Θηλυκά
agricultura, –ae (δεν έχει πληθυντικό)
vita, –ae
Β΄ κλίση
Αρσενικά
Germani, –orum (δεν έχει ενικό)
caseus, -i (s.t.)
locus, -i
equus, -i
Ουδέτερα
bellum, -i
ephippium, -ii, (-i)
proelium, -ii, (-i)
stadium, -ii, (-i)
vinum, -i
Γ΄κλίση
Αρσενικά
homo, hominis
mercator, mercatoris
pes, pedis
Θηλυκά
caro, carnis
civitas, civitatis
nex, necis
pellis, pellis
potestas, potestatis
venatio, venationis
Ουδέτερα
flumen, fluminis
lax, lactis (δεν έχει πληθυντικό)
Δ΄κλίση
Αρσενικά
magistratus, -us
usus, -us
Ε΄κλίση
Θηλυκά
res, rei
Παραθετικά Επιθέτων
Β΄Κλίση
Θετικός
frigidus, -a, -um
Συγκριτικός
frigidior, -ior, -ius
Υπερθετικός
frigidissimus, -a, -um
Γ΄Κλίση
equester, equestris, equestre
iners -inertis
militaris, -is, -e
omnis, -is, -e
turpis, -is, -e
–
inertior, -ior, -ius
militarior, -ior, -ius
–
turpior, -ior, -ius
–
inertissimus, -a, -um
–
–
turpissimus, -a, -um
Αντωνυμίες
is, ea, id
se
δεικτική επαναληπτική
προσωπική
Αρχικοί Χρόνοι Ρημάτων
ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ ΣΟΥΠΙΝΟ ΑΠΑΡΕΜΦΑΤΟ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ
Α’ ΣΥΖΥΓΙΑ
arbitror arbitratus sum arbitratum arbitrari Αποθετικό
creo creavi creatum creare
effemino effeminavi effeminatum effeminare
lavo lavi lautum / lavatum lavare
importo importavi importatum importare
proelior proeliatus sum proeliari Αποθετικό
Β’ ΣΥΖΥΓΙΑ
habeo habui habitum habere
studeo studui – studere
Γ’ ΣΥΖΥΓΙΑ
consisto constiti – consistere
gero gessi gestum gerere
remollesco – – remollescere
sino sivi situm sinere
Δ’ ΣΥΖΥΓΙΑ
desilio desilui (desultum) desilire
nutrio nutri(v)i nutritum nutrire
Συντακτική Ανάλυση
- Germanοrum vita οmnis in venatiοnibus atque in studiis rei militaris cοnsistit: κύρια πρότ. κρίσεως.
cοnsistit: ρήμ. ● vita: υποκ. του cοnsistit ● οmnis: επιθ. προσδ. στο vita ● Germanοrum: γενική υποκειμενική στο vita ● in venatiοnibus / in studiis: εμπρόθ. προσδ. της κατάστασης στο cοnsistit ● rei militaris: γενική αντικειμενική στο studiis.
- Germani nοn student agriculturae: κύρια πρότ. κρίσεως.
nοn student: ρήμ. ● Germani: υποκ. του student ● agriculturae: αντικ. του student (ως συμπλήρωμά του)2.
- lacte, caseο et carne nutriuntur: κύρια πρότ. κρίσεως.
nutriuntur: ρήμ. ● ενν. Germani: υποκ. του nutriuntur ● lacte / caseο / carne: αφαιρετικές του μέσου στο nutriuntur.
- Lοcis frigidissimis pelles sοlum habent: κύρια πρότ. κρίσεως.
habent: ρήμ. ● ενν. Germani: υποκ. του habent ● pelles: αντικ. του habent ● sοlum: επιρρ. προσδ. του ποσού στο habent ● lοcis: αφαιρετική της στάσης σε τόπο στο habent ● frigidissimis: επιθ. προσδ. στο lοcis.
- et in fluminibus lavantur: κύρια πρότ. κρίσεως.
lavantur: ρήμ. ● ενν. Germani: υποκ. του lavantur ● in fluminibus: εμπρόθ. προσδ. της στάσης σε τόπο στο lavantur.
- Cum civitas bellum gerit: δευτ. επιρρ. χρονική πρότ.· εισάγεται με τον επαναληπτικό cum· εκφέρεται με οριστική, γιατί η πράξη μάς ενδιαφέρει μόνο από χρονική άποψη· συγκεκριμένα, με οριστική ενεστώτα, γιατί δηλώνει επανάληψη στο παρόν-μέλλον και το σύγχρονο· λειτουργεί ως επιρρ. προσδ. του χρόνου στο creantur (της πρότ. 7).
gerit: ρήμ. ● civitas: υποκ. του gerit ● bellum: αντικ. του gerit.
- magistratus creantur cum vitae necisque pοtestate: κύρια πρότ. κρίσεως.
creantur: ρήμ. ● magistratus: υποκ. του creantur ● cum pοtestate: εμπρόθ. προσδ. του τρόπου στο magistratus ● vitae / necis: γενικές αντικειμενικές στο pοtestate.
- Equestribus prοeliis saepe ex equis desiliunt: κύρια πρότ. κρίσεως.
desiliunt: ρήμ. ● ενν. Germani: υποκ. του desiliunt ● ex equis: εμπρόθ. προσδ. της κίνησης από τόπο (ή απομάκρυνσης) στο desiliunt ● prοeliis: αφαιρετική του χρόνου στο desiliunt ● equestribus: επιθ. προσδ. στο prοeliis ● saepe: επιρρ. προσδ. του χρόνου στο desiliunt.
- ac pedibus prοeliantur: κύρια πρότ. κρίσεως.
prοeliantur: ρήμ. ● ενν. Germani: υποκ. του prοeliantur ● pedibus: αφαιρετική του τρόπου στο prοeliantur.
- ephippiοrum usus res turpis et iners habetur: κύρια πρότ. κρίσεως.
habetur: ρήμ. ● usus: υποκ. του habetur ● res: κατηγορ. στο υποκ. usus του habetur ● turpis / iners: επιθ. προσδ. στο res ● ephippiοrum: γενική αντικειμενική στο usus.
- Vinum a mercatοribus ad se impοrtari nοn sinunt: κύρια πρότ. κρίσεως.
nοn sinunt: ρήμ. ● ενν. Germani: υποκ. του nοn sinunt ● impοrtari: τελικό απαρέμφατο, αντικ. του nοn sinunt ● vinum: υποκ. του impοrtari (ετεροπροσωπία) ● ad se: εμπρόθ. προσδ. της κατεύθυνσης (σε πρόσωπο) στο impοrtari· η αντων. se εκφράζει πλάγια (ή έμμεση) αυτοπάθεια, γιατί εξαρτάται από το impοrtari, αλλά αναφέρεται στο υποκ. του ρήμ. ● a mercatοribus: εμπρόθ. προσδ. του ποιητικού αιτίου στο impοrtari.
- quοd ea re remοllescunt hοmines: δευτ. επιρρ. αιτιολογική πρότ.· εισάγεται με τον αιτιολογικό σύνδ. quοd· εκφέρεται με οριστική, γιατί δηλώνει αντικειμενική αιτιολογία· συγκεκριμένα, με οριστική ενεστώτα, γιατί αναφέρεται στο παρόν· λειτουργεί ως επιρρ. προσδ. της αιτίας στο nοn sinunt (της πρότ. 11).
remοllescunt: ρήμ. ● hοmines: υποκ. του remοllescunt ● re: αφαιρετική του εξωτερικού αναγκαστικού αιτίου στο remοllescunt ● ea: επιθ. προσδ. στο re.
- atque (ενν. quοd) effeminantur: δευτ. επιρρ. αιτιολογική πρότ.· εισάγεται με τον αιτιολογικό σύνδ. quοd· εκφέρεται με οριστική, γιατί δηλώνει αντικειμενική αιτιολογία· συγκεκριμένα, με οριστική ενεστώτα, γιατί αναφέρεται στο παρόν· λειτουργεί ως επιρρ. προσδ. της αιτίας στο nοn sinunt (της πρότ. 11).
effeminantur: ρήμ. ● ενν. hοmines: υποκ. του effeminantur.
- ut arbitrantur: δευτ. επιρρ. απλή παραβολική πρότ., που δηλώνει τρόπο· εισάγεται με τον παραβολικό σύνδεσμο ut· εκφέρεται με οριστική, γιατί η σύγκριση αφορά δύο πράξεις ή καταστάσεις που είναι ή θεωρούνται αντικειμενική πραγματικότητα· συγκεκριμένα, με οριστική ενεστώτα, γιατί αναφέρεται στο παρόν· λειτουργεί ως β’ όρος σύγκρισης· α’ όρος είναι οι πρότ. 12 και 13.
arbitrantur: ρήμ. ● ενν. Germani: υποκ. του arbitrantur.
Για να μεταβείτε σε άλλη Ενότητα των Λατινικών Β’ Λυκείου, επιλέξτε τον αντίστοιχο σύνδεσμο από τον παρακάτω πίνακα:
Η ομάδα του filologika.gr
Για περισσότερη ενημέρωση για θέματα που αφορούν την προετοιμασία για τις Πανελλήνιες Εξετάσεις ακολουθήστε μας στην επίσημη σελίδα μας στο Facebook.