Λατινικά Ενότητα 12
Για να μεταφερθείτε σε κάποια άλλη ενότητα των Λατινικών Προσανατολισμού της Β’ Λυκείου επιλέξτε την αντίστοιχη σελίδα από το παρακάτω μενού:
Λατινικά Ενότητα 12
Ο ύπατος Αιμίλιος Παύλος και το σκυλάκι της κόρης του
Μετάφραση σε αντιστοίχιση
Lucio Aemilio Paulo
consuli iterum
obtigit gerere bellum cum Perse rege.
Ut rediit domum ad vesperum,
filiola eius Tertia,
quae tum erat admodum parvula,
cucurrit ad complexum patris.
Pater dedit osculum filiae
sed animadvertit eam esse tristiculam.
“Quid est mea Tertia?”, inquit,
Cur tristis es?
Quid tibi accidit?”
“Mi pater”, respondit illa,
“Persa periit”.
Perierat enim catellus
eo nomine,
quem puela amabat multum.
Tum pater dixit Tertiae:
“Accipio omen”.
Sic ex fortuito dicto
praesumpsit animo
spem praeclari triumphi.
Στο Λεύκιο Αιμίλιο Παύλο,
ύπατο για δεύτερη φορά
έτυχε να διεξάγει πόλεμο με το βασιλιά Περσέα.
Μόλις γύρισε σπίτι του κατά το βραδάκι,
η κορούλα του η Τερτία,
η οποία τότε ήταν πάρα πολύ μικρούλα,
έτρεξε στην αγκαλιά του πατέρα (της).
Ο πατέρας έδωσε ένα φιλί στην κόρη (του),
αλλά παρατήρησε ότι ήταν λιγάκι θλιμμένη.
«Τι συμβαίνει, Τέρτιά μου;», είπε.
«Γιατί είσαι θλιμμένη;
Τι σου συνέβη;»
«Πατέρα μου», απάντησε εκείνη,
«o Πέρσης πέθανε».
Είχε πεθάνει πράγματι (ένα) σκυλάκι
με αυτό το όνομα,
το οποίο η κοπέλα αγαπούσε πολύ.
Τότε ο πατέρας είπε στην Τερτία:
«Δέχομαι τον οιωνό».
Έτσι από έναν τυχαίο λόγο
προγεύτηκε νοερά
την ελπίδα (ενός) περίλαμπρου θριάμβου.
Γλωσσικά – Γραμματικά σχόλια
L.(= Lucio): δοτική ενικ. του ουσ. Lucius, Lucii / Luci (αρσ. β΄ κλ.) = ο Λεύκιος. [Κλητική ενικ.: Luci.]
Aemilio: δοτική ενικ. του ουσ. Aemilius, Aemilii / Aemili (αρσ. β΄ κλ.) = ο Αιμίλιος. [Κλητική ενικ.: Aemili.]
Paulo: δοτική ενικ. του ουσ. Paulus, Pauli (αρσ. β΄ κλ.) = ο Παύλος.
consuli: δοτική ενικ. του ουσ. consul, consulis (αρσ. γ΄ κλ.) = ο ύπατος.
iterum: χρονικό επίρρ. = για δεύτερη φορά.
bellum: αιτιατική ενικ. του ουσ. bellum, belli (ουδ. β΄ κλ.) = ο πόλεμος.
cum: πρόθεση (+ αφαιρετική) = με, εναντίον.
Perse: αφαιρετική ενικ. του ουσ. Perses, Persae (αρσ. α΄ κλ.) = ο Περσέας (ο βασιλιάς της Μακεδονίας). [Αιτιατική ενικ.: Persam & Persen. Κλητική και αφαιρετική ενικ.: Persa & Perse.]
rege: αφαιρετική ενικ. του ουσ. rex, regis (αρσ. γ΄ κλ.) = ο βασιλιάς.
gerere: απαρέμφατο ενεστώτα ενεργ. φων. του ρήμ. gero, gessi, gestum, gerere (3) = κάνω, διεξάγω.
obtigit: γ΄ ενικ. οριστικής παρακειμένου ενεργ. φων. του απρόσωπου ρήμ. obtingit, obtigit, –, obtingere (3) = τυχαίνει, (μου) λαχαίνει ο κλήρος.
ut: χρονικός σύνδεσμος = όταν.
domum: αιτιατική ενικ. του ουσ. domus, domus (θηλ. δ΄ κλ.) = το σπίτι.
ad: πρόθεση (+ αιτιατική) = σε, προς.
vesperum: αιτιατική ενικ. του ουσ. vesper, vesperi (αρσ. β΄ κλ.) = το βραδάκι. [Δεν έχει πληθ. αριθμό.]
rediit: γ΄ ενικ. οριστικής παρακειμένου ενεργ. φων. του ανώμ. ρήμ. redeo, redi(v)i, reditum, redire = επιστρέφω.
filiola: ονομαστική ενικ. του ουσ. filiola, filiolae (θηλ. α΄ κλ.) = η κορούλα. [Υποκοριστικό του ουσ. filia, filiae (θηλ. α΄ κλ.) = η κόρη.]
eius: γενική ενικ., αρσ. γένους, της δεικτικής (ως επαναληπτικής) αντων. is, ea, id = αυτός, αυτή, αυτό.
Tertia: ονομαστική ενικ. του ουσ. Tertia, Tertiae (θηλ. α΄ κλ.) = η Τερτία.
quae: ονομαστική ενικ., θηλ. γένους, της αναφορικής αντων. qui, quae, quod = ο οποίος, η οποία, το οποίο.
tum: χρονικό επίρρ. = τότε.
erat: γ΄ ενικ. οριστικής παρατατικού του ρήμ. sum, fui, –, esse = είμαι.
admodum: ποσοτικό επίρρ. = πάρα πολύ.
parvula: ονομαστική ενικ., θηλ. γένους, του επιθ. της β΄ κλ. parvulus, –a, –um = μικρούλης. [Υποκοριστικό του επιθ. της β΄ κλ. parvus, –a, –um = μικρός.]
ad: πρόθεση (+ αιτιατική) = σε, προς.
complexum: αιτιατική ενικ. του ουσ. complexus, complexus (αρσ. δ΄ κλ.) = η αγκαλιά.
patris: γενική ενικ. του ουσ. pater, patris (αρσ. γ΄ κλ.) = ο πατέρας. [Γενική πληθ.: patrum.]
cucurrit: γ΄ ενικ. οριστικής παρακειμένου ενεργ. φων. του ρήμ. curro, cucurri, cursum, currere (3) = τρέχω.
pater: ονομαστική ενικ. του ουσ. pater, patris (αρσ. γ΄ κλ.) = ο πατέρας. [Βλ. παραπάνω.]
filiae: δοτική ενικ. του ουσ. filia, filiae (θηλ. α΄ κλ.) = η κόρη. [Δοτική και αφαιρετική πληθ.: filiis & filiabus.]
osculum: αιτιατική ενικ. του ουσ. osculum, osculi (ουδ. β΄ κλ.) = το φιλί.
dedit: γ΄ ενικ. οριστικής παρακειμένου ενεργ. φων. του ρήμ. do, dedi, datum, dare (1) = δίνω.
sed: αντιθετικός (παρατακτικός) σύνδεσμος = αλλά.
animadvertit: γ΄ ενικ. οριστικής παρακειμένου ενεργ. φων. του ρήμ. animadverto, animadverti, animadversum, animadvertere (3) = παρατηρώ.
eam: αιτιατική ενικ., θηλ. γένους, της δεικτικής (ως επαναληπτικής) αντων. is, ea, id = αυτός, αυτή, αυτό.
esse: απαρέμφατο ενεστώτα του ρήμ. sum, fui, –, esse = είμαι.
tristiculam: αιτιατική ενικ., θηλ. γένους, του επιθ. της β΄ κλ. tristiculus, –a, –um = λίγο θλιμμένος. [Υποκοριστικό του επιθ. της γ΄ κλ. tristis, –is, –e = θλιμμένος.]
quid: ονομαστική ενικ., ουδ. γένους, της ερωτηματικής ουσιαστικής αντων. quis, quis, quid = ποιος, ποια, ποιο / τι.
est: γ΄ ενικ. οριστικής ενεστώτα του ρήμ. sum, fui, –, esse = είμαι.
inquit: γ΄ ενικ. οριστικής παρακειμένου ενεργ. φων. του ελλειπτικού ρήμ. Inquam = λέω.
mea: κλητική ενικ., θηλ. γένους, της κτητικής αντων. του α΄ προσ. για έναν κτήτορα meus, mea, meum = ο δικός μου, η δική μου, το δικό μου. [Κλητική ενικ. αρσ. γένους: mi και meus.]
Tertia: κλητική ενικ. του ουσ. Tertia, Tertiae (θηλ. α΄ κλ.) = η Τερτία.
cur: ερωτηματικό επίρρ. (που δηλώνει αιτία) = γιατί.
tristis: ονομαστική ενικ., θηλ. γένους, του επιθ. της γ΄ κλ. tristis, –is, –e = θλιμμένος.
es: β΄ ενικ. οριστικής ενεστώτα του ρήμ. sum, fui, –, esse = είμαι.
quid: ονομαστική ενικ., ουδ. γένους, της ερωτηματικής ουσιαστικής αντων. quis, quis, quid = ποιος, ποια, ποιο / τι.
tibi: δοτική ενικ. της προσωπικής αντων. του β΄ προσ. tu = εσύ.
accidit: γ΄ ενικ. οριστικής παρακειμένου ενεργ. φων. του απρόσωπου ρήμ. accidit, accidit, –, accidere (3) = συμβαίνει. [Απαντά και ως προσωπικό: accido, accidi, –, accidere (3).]
mi: κλητική ενικ., αρσ. γένους, της κτητικής αντων. του α΄ προσ. για έναν κτήτορα meus, mea, meum = ο δικός μου, η δική μου, το δικό μου. [Κλητική ενικ. αρσ. γένους: mi & meus.]
pater: κλητική ενικ. του ουσ. pater, patris (αρσ. γ΄ κλ.) = ο πατέρας. [Βλ. παραπάνω.]
respondit: γ΄ ενικ. οριστικής παρακειμένου ενεργ. φων. του ρήμ. respondeo, respondi, responsum, respondere (2) = απαντώ.
illa: ονομαστική ενικ., θηλ. γένους, της δεικτικής αντων. ille, illa, illud = εκείνος, εκείνη, εκείνο.
Persa: ονομαστική ενικ. του ουσ. Persa, Persae (αρσ. α΄ κλ.) = ο Πέρσης.
periit: γ΄ ενικ. οριστικής παρακειμένου ενεργ. φων. του ανώμ. ρήμ. pereo, peri(v)i, peritum, perire = χάνομαι, πεθαίνω.
perierat: γ΄ ενικ. οριστικής υπερσυντελίκου ενεργ. φων. του ανώμ. ρήμ. pereo, peri(v)i, peritum, perire = χάνομαι, πεθαίνω.
enim: αιτιολογικός (παρατακτικός) σύνδεσμος = γιατί· εδώ: πράγματι.
catellus: ονομαστική ενικ. του ουσ. catellus, catelli (αρσ. β΄ κλ.) = το σκυλάκι.
eo: αφαιρετική ενικ., ουδ. γένους, της δεικτικής (ως επαναληπτικής) αντων. is, ea, id = αυτός, αυτή, αυτό.
nomine: αφαιρετική ενικ. του ουσ. nomen, nominis (ουδ. γ΄ κλ.) = το όνομα.
quem: αιτιατική ενικ., αρσ. γένους, της αναφορικής αντων. qui, quae, quod = ο οποίος, η οποία, το οποίο.
puella: ονομαστική ενικ. του ουσ. puella, puellae (θηλ. α΄ κλ.) = η κοπέλα.
multum: επίρρ. θετικού βαθμού = πολύ. [Προέρχεται από το επίθ. της β΄ κλ. multus,
–a, –um = πολύς, του οποίου τα παραθετικά απαντούν κυρίως στον πληθ.:
ΣΥΓΚΡ.: plures, –es, –a. ΥΠΕΡΘ.: plurimi, –ae, –a. Οι βαθμοί του επιρρήματος είναι: ΘΕΤ.: multum. ΣΥΓΚΡ.: plus. ΥΠΕΡΘ.: plurimum.]
amabat: γ΄ ενικ. οριστικής παρατατικού ενεργ. φων. του ρήμ. amo, amavi, amatum, amare (1) = αγαπώ.
tum: χρονικό επίρρ. = τότε.
pater: ονομαστική ενικ. του ουσ. pater, patris (αρσ. γ΄ κλ.) = ο πατέρας. [Βλ. παραπάνω.]
Tertiae: δοτική ενικ. του ουσ. Tertia, Tertiae (θηλ. α΄ κλ.) = η Τερτία.
dixit: γ΄ ενικ. οριστικής παρακειμένου ενεργ. φων. του ρήμ. dico, dixi, dictum, dicere (3) = λέω. [β΄ πρόσ. ενικού προστακτικής ενεστώτα: dic.]
omen: αιτιατική ενικ. του ουσ. omen, ominis (ουδ. γ΄ κλ.) = ο οιωνός.
accipio: α΄ ενικ. οριστικής ενεστώτα ενεργ. φων. του ρήμ. accipio, accepi, acceptum, accipere (3, 15 σε -io) = δέχομαι.
sic: τροπικό επίρρ. = έτσι.
ex: πρόθεση (+ αφαιρετική) = από.
fortuito: αφαιρετική ενικ., ουδ. γένους, του επιθ. της β΄ κλ. fortuitus, –a, –um = τυχαίος.
dicto: αφαιρετική ενικ. του ουσ. dictum, dicti (ουδ. β΄ κλ.) = ο λόγος.
spem: αιτιατική ενικ. του ουσ. spes, spei (θηλ. ε΄ κλ.) = η ελπίδα. [Στον πληθ. αριθμό έχει μόνο ονομαστική, αιτιατική και κλητική: spes.]
praeclari: γενική ενικ., αρσ. γένους, του επιθ. της β΄ κλ. praeclarus, –a, –um = περίλαμπρος.
triumphi: γενική ενικ. του ουσ. triumphus, triumphi (αρσ. β΄ κλ.) = ο θρίαμβος.
animo: αφαιρετική ενικ. του ουσ. animus, animi (αρσ. β΄ κλ.) = η ψυχή.
praesumpsit: γ΄ ενικ. οριστικής παρακειμένου ενεργ. φων. του ρήμ. praesumo, praesumpsi, praesumptum, praesumere (3) = προγεύομαι.
Συγκεντρωτική Παρουσίαση Γραμματικών Τύπων
Ουσιαστικά
A΄ κλίση
Αρσενικά
Persa, -ae (δεν έχει πληθυντικό)
Perses, -ae (δεν έχει πληθυντικό)
Θηλυκά
filia, -ae
filiola, -ae
puela, -ae
Tertia, -ae (δεν έχει πληθυντικό)
Β΄ κλίση
Αρσενικά
Aemilius, -ii, -i (δεν έχει πληθυντικό)
animus, -i
catellus, -i
Lucius, -ii, -i (δεν έχει πληθυντικό)
Paulus, -ii, -i (δεν έχει πληθυντικό)
triumphus, -i
vesper, vesperi
Ουδέτερα
bellum, -i
dictum, -i
osculum, -i
Γ΄ κλίση
Αρσενικά
consul, consulis
nomen, -inis
omen, -inis
pater, patris
rex, regis
Δ΄ κλίση
Αρσενικά
complexus, -us
domus,- us
Ε΄ κλίση
Θηλυκά
spes, spei
Παραθετικά Επιθέτων
Β΄Κλίση
Θετικός
fortuitus, -a, -um |
parvulus, -a, -um |
praeclarus, -a, -um |
tristiculus, -a, -um |
Συγκριτικός
——– |
——– |
——– |
——– |
Υπερθετικός
——– |
——– |
——– |
——– |
Αρχικοί Χρόνοι Ρημάτων
ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ | ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ | ΣΟΥΠΙΝΟ | ΑΠΑΡΕΜΦΑΤΟ | ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ | |
sum | fui | esse | |||
Α’ ΣΥΖΥΓΙΑ | |||||
amo | amavi | amatum | amare | ||
do | dedi | datum | dare | ||
Β’ ΣΥΖΥΓΙΑ | |||||
respondeo | respondi | responsum | respondere | ||
Γ’ ΣΥΖΥΓΙΑ | |||||
accido | accidi | accidere | |||
accidit | accidit | accidere | απρόσωπο | ||
accipio | accepi | acceptum | accipere | 15 σε – io | |
animadverto | animadverti | animadversum | animadvertere | ||
curo | cucurri | cursum | curere | ||
dico | dixi | dictum | dicere | ||
gero | gessi | gestum | gerere | ||
inquit | ελλειπτικό | ||||
obtingit | obtigit | obtigere | απρόσωπο | ||
praesumο | praesumpsi | praesumptum | praesumere | ||
Δ’ ΣΥΖΥΓΙΑ | |||||
pereo | perivi | peritum | perire | ||
redeo | redivi | reditum | redire |
Συντακτική Ανάλυση
- L. Aemilio Paulo consuli iterum bellum cum Perse rege gerere obtigit. Κύρια πρόταση
obtigit: ρήμα, gerere: υποκείμενο, τελικό απαρέμφατο, με υποκείμενο (ενν.) Lucium Aemilium Paulum (ετεροπροσωπία), bellum: αντικείμενο στο gerere, L. Aemilio Paulo: δοτική προσωπική στο obtigit, consuli: παράθεση στο L. Aemilio Paulo, iterum: επιρρηματικός προσδιορισμός του χρόνου στο consuli, cum Perse: εμπρόθετος επιρρηματικός προσδιορισμός της εναντίωσης στο gerere, rege: παράθεση στο Perse.
- Ut domum ad vesperum rediit. Δευτερεύουσα επιρρηματική χρονική πρόταση, ως επιρρηματικός προσδιορισμός του χρόνου στo cucurrit της εξάρτησής της. Εισάγεται με τον χρονικό σύνδεσμο ut και εκφέρεται με οριστική, γιατί δηλώνει κάτι το πραγματικό.
rediit: ρήμα, Lucius Aemilius Paulus: (ενν.) υποκείμενο, domum: επιρρηματικός προσδιορισμός του τόπου που δηλώνει κατεύθυνση στο rediit, ad vesperum: εμπρόθετος επιρρηματικός προσδιορισμός του χρόνου στο rediit.
- filiola eius Tertia ad complexum patris cucurrit. Κύρια πρόταση
cucurrit: ρήμα, filiola: υποκείμενο, eius: γενική κτητική στο filiola, Tertia: επεξήγηση στο filiola, ad complexum: εμπρόθετος επιρρηματικός προσδιορισμός του τόπου που δηλώνει κατεύθυνση στο cucurrit, patris: γενική υποκειμενική στο complexum.
- quae tum erat admodum parvula. Δευτερεύουσα ονοματική αναφορική επιθετική προσδιοριστική πρόταση, ως επιθετικός προσδιορισμός στο filiola της εξάρτησής της.
erat: ρήμα, quae: υποκείμενο, parvula: κατηγορούμενο στο quae μέσω του erat, admodum: επιρρηματικός προσδιορισμός του ποσού στο parvula, tum: επιρρηματικός προσδιορισμός του χρόνου στο erat.
- Pater filiae osculum dedit. Κύρια πρόταση
dedit: ρήμα, Pater: υποκείμενο, osculum: άμεσο αντικείμενο, filiae: έμμεσο αντικείμενο.
- animadvertit eam esse tristiculam. Κύρια πρόταση
animadvertit: ρήμα, pater: (ενν.) υποκείμενο, esse: αντικείμενο, ειδικό απαρέμφαοτ, με υποκείμενο eam (ετεροπροσωπία), tristiculam: κατηγορούμενο στο eam μέσω του esse.
- Quid est, mea Tertia? Ευθεία ερώτηση μερικής αγνοίας μονομελής (κύρια πρόταση)
est: ρήμα, Quid: υποκείμενο, Tertia: κλητική προσφώνηση, mea: επιθετικός προσδιορισμός στο Tertia.
- inquit. Κύρια πρόταση
inquit: ρήμα, pater: (ενν.) υποκείμενο.
- Cur tristis es? Ευθεία ερώτηση μερικής αγνοίας μονομελής (κύρια πρόταση)
es: ρήμα, tu: (ενν.) υποκείμενο, tristis: κατηγορούμενο στο tu μέσω του es, cur: επιρρηματικός προσδιορισμός της αιτίας στο es.
- Quid tibi accidit? Ευθεία ερώτηση μερικής αγνοίας μονομελής (κύρια πρόταση)
accidit: ρήμα, Quid: υποκείμενο, tibi: δοτική προσωπική στο accidit.
- Mi pater, Persa periit: Κύρια πρόταση
periit: ρήμα, Persa: υποκείμενο, pater: κλητική προσφώνηση, Mi: επιθετικός προσδιορισμός στο pater.
- respondit illa. Κύρια πρόταση
respondit: ρήμα, illa: υποκείμενο.
- Perierat enim catellus eo nomine. Κύρια πρόταση
Perierat: ρήμα, catellus: υποκείμενο, nomine: αφαιρετική της ιδιότητας στο catellus, eo: επιθετικός προσδιορισμός στο nomine.
- quem puella multum amabat. Δευτερεύουσα ονοματική αναφορική επιθετική προσδιοριστική πρόταση, ως επιθετικός προσδιορισμός στο catellus της εξάρτησής της.
amabat: ρήμα, puella: υποκείμενο, quem: αντικείμενο, multum: επιρρηματικός προσδιορισμός του ποσού στο amabat.
- Tum pater Tertiae dixit. Κύρια πρόταση
dixit: ρήμα, pater: υποκείμενο, Tertiae: αντικείμενο, Tum: επιρρηματικός προσδιορισμός του χρόνου στο dixit.
- omen accipio. Κύρια πρόταση
accipio: ρήμα, ego: (ενν.) υποκείμενο, omen: αντικείμενο.
- Sic ex fortuito dicto spem praeclari triumphi animo praesumpsit. Κύρια πρόταση
praesumpsit: ρήμα, pater: (ενν.) υποκείμενο, spem: αντικείμενο, triumphi: γενική αντικειμενική στο spem, praeclari: επιθετικός προσδιορισμός στο triumphi, animo: αφαιρετική του τρόπου στο praesumpsit, ex dicto: εμπρόθετος επιρρηματικός προσδιορισμός της προέλευσης στο praesumpsit, fortuito: επιθετικός προσδιορισμός στο dicto, Sic: επιρρηματικός προσδιορισμός του τρόπου στο praesumpsit.
Για να μεταβείτε σε άλλη Ενότητα των Λατινικών Β’ Λυκείου, επιλέξτε τον αντίστοιχο σύνδεσμο από τον παρακάτω πίνακα:
Η ομάδα του filologika.gr
Για περισσότερη ενημέρωση για θέματα που αφορούν την προετοιμασία για τις Πανελλήνιες Εξετάσεις ακολουθήστε μας στην επίσημη σελίδα μας στο Facebook.