λατινικά ενότητα 35

Λατινικά Ενότητα 43

ΜΟΙΡΑΣΟΥ ΤΟ:

Λατινικά  Ενότητα 43

Η οργή της μάνας

 

Μετάφραση σε αντιστοίχιση

Num veni ad hostem

et sum captiva

in castris tuis?

In hoc me traxit

longa vita

et infelix senecta,

ut viderem te

primum exsulem

deinde hostem?

Qui potuisti populari

hanc terram,

quae te genuit

atque aluit?

Non tibi cecidit ira

ingredienti

fines patriae?

Quamvis perveneras

infesto et minaci animo,

cur, cum in conspectu fuit Roma,

non succurrit tibi:

«intra illa moenia

sunt domus

ac penates mei,

mater coniunx liberique»?

Ergo

nisi ego peperissem,

Roma non oppugnaretur;

nisi haberem filium,

essem mortua

libera in libera patria.

Ego iam nihil possum pati

nec diu

futura sum miserrima:

at contra hos,

si pergis,

manet aut immatura mors

aut longa servitus.

Μήπως ήρθα σε εχθρό

και είμαι αιχμάλωτη

στο στρατόπεδό σου;

Σε τέτοιο σημείο με οδήγησε

η μακροζωία

και τα δυστυχισμένα γερατειά,

ώστε να σε δω

πρώτα εξόριστο

και ύστερα εχθρό;

Πώς μπόρεσες να λεηλατήσεις

αυτήν τη χώρα,

που σε γέννησε

και σε ανάθρεψε;

Δε σου πέρασε η οργή

όταν περνούσες

τα σύνορα της πατρίδας σου;

Παρόλο που είχες φτάσει

με εχθρική και απειλητική διάθεση,

γιατί, όταν είδες τη Ρώμη,

δε σου ήρθε στο μυαλό:

«Μέσα σε εκείνα εκεί τα τείχη

βρίσκονται το σπίτι μου

και οι θεοί του σπιτιού μου,

η μάνα, η γυναίκα και τα παιδιά μου»;

Επομένως,

αν εγώ δε σε είχα γεννήσει,

η Ρώμη δε θα πολιουρκούνταν·

αν δεν είχα γιο,

θα ήμουν στο θάνατό μου

ελεύθερη σε ελεύθερη πατρίδα.

Εγώ τίποτα πια δεν μπορώ να πάθω

και ούτε για πολύ καιρό

θα είμαι πολύ δυστυχισμένη·

αλλά αντίθετα αυτούς,

αν συνεχίσεις,

τους περιμένει ή πρόωρος θάνατος

ή μακρόχρονη σκλαβιά.

Γλωσσικά – Γραμματικά σχόλια

num: ερωτηματικό μόριο = μήπως. [Εισάγει ευθείες ερωτήσεις ολικής αγνοίας μονομελείς στις οποίες   περιμένουμε αρνητική απάντηση (ρητορικές ερωτήσεις).]

ad: πρόθεση (+ αιτιατική) = σε, προς.

hostem: αιτιατική ενικ. του ουσ. hostis, hostis (αρσ. γ’ κλ.) = ο εχθρός. [Γενική πληθ.: hostium.]

veni: α’ ενικ. οριστικής παρακειμένου ενεργ. φων. του ρήμ. venio, veni, ventum, venire (4) = έρχομαι.

et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.

captiva: ονομαστική ενικ., θηλ. γένους, του επιθ. της β’ κλ. captivus, captiva, captivum = αιχμάλωτος.

in: πρόθεση (+ αφαιρετική) = σε.

castris: αφαιρετική πληθ. του ουσ. castra, castrorum (ουδ. β’ κλ.) = το στρατόπεδο. [Στον ενικό αριθμό: castrum, castri = το φρούριο (ετερόσημο).]

tuis: αφαιρετική πληθ., ουδ. γένους, της κτητικής αντων. του β’ προσ. για 1 κτήτορα tuus, tua, tuum = δικός σου, δική σου, δικό σου.

sum: α’ ενικ. οριστικής ενεστώτα του ρήμ. sum, fui, ‒, esse = είμαι.

in: πρόθεση (+ αιτιατική) = σε, προς.

hoc: αιτιατική ενικ., ουδ. γένους, της δεικτικής αντων. hic, haec, hoc = αυτός, αυτή, αυτό.

me: αιτιατική ενικ., του α’ προσ. της προσωπικής αντων.

longa: ονομαστική ενικ., θηλ. γένους, του επιθ. της β’ κλ. longus, longa, longum = μακρόχρονος.

vita: ονομαστική ενικ. του ουσ. vita, vitae (θηλ. α’ κλ.) = η ζωή.

et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.

infelix: ονομαστική ενικ., θηλ. γένους, του επιθ. της γ’ κλ. infelix, infelix, infelix (γενική: infelicis) = δυστυχισμένος.

senecta: ονομαστική ενικ. του ουσ. senecta, senectae (θηλ. α’ κλ.) = τα γηρατειά. [Δεν έχει πληθ. αριθμό].

traxit: γ’ ενικ. οριστικής παρακειμένου ενεργ. φων. του ρήμ. traho, traxi, tractum, trahere (3) = τραβώ, σύρω.

ut: συμπερασματικός σύνδεσμος = ώστε.

primum: χρονικό επίρρ. = πρώτα. [ΘΕΤ.: prae. ΣΥΓΚΡ.: prius. ΥΠΕΡΘ.: primum & primo.]

exsulem: αιτιατική ενικ. του ουσ. exsul, exsulis (αρσ. γ’ κλ.) = ο εξόριστος.

deinde: χρονικό επίρρ. = έπειτα.

hostem: αιτιατική ενικ. του ουσ. hostis, hostis (αρσ. γ’ κλ.) = ο εχθρός. [Γενική πληθ.: hostium.]

te: αιτιατική ενικ., του β’ προσ. της προσωπικής αντων.

viderem: α’ ενικ. υποτακτικής παρατατικού ενεργ. φων. του ρήμ. video, vidi, visum, videre (2) = βλέπω.

qui: ερωτηματικό τροπικό επίρρ. = πώς;

potuisti: β’ ενικ. οριστικής παρακειμένου του ρήμ. possum, potui, ‒, posse = μπορώ.

populari: απαρέμφατο ενεστώτα του ρήμ. populor, populatus sum, populari (1, αποθ.) = λεηλατώ, ερημώνω.

hanc: αιτιατική ενικ., θηλ. γένους, της δεικτικής αντων. hic, haec, hoc = αυτός, αυτή, αυτό.

terram: αιτιατική ενικ. του ουσ. terra, terrae (θηλ. α’ κλ.) = η γη, η χώρα.

quae: ονομαστική ενικ., θηλ. γένους, της αναφορικής αντων. qui, quae, quod = ο οποίος, η οποία, το οποίο.

te: αιτιατική ενικ., του β’ προσ. της προσωπικής αντων.

genuit: γ’ ενικ. οριστικής παρακειμένου ενεργ. φων. του ρήμ. gigno, genui, genitum, gignere (3) = γεννώ.

atque: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.

aluit: γ’ ενικ. οριστικής παρακειμένου ενεργ. φων. του ρήμ. alo, alui, al(i)tum, alere (3) = τρέφω.

non: αρνητικό μόριο = όχι, δεν.

tibi: δοτική ενικ., του β’ προσ. της προσωπικής αντων.

ingredienti: δοτική ενικ., αρσ. γένους, της μετοχής ενεστώτα του ρήμ. ingredior, ingressus sum, ingredi (3, 15 σε -io, αποθ.) = εισβάλλω.

fines: αιτιατική πληθ. του ουσ. finis, finis (αρσ. γ’ κλ.) = το τέλος, το σύνορο. [Γενική πληθ.: finium.]

patriae: γενική ενικ. του ουσ. patria, patriae (θηλ. α’ κλ.) = η πατρίδα.

ira: ονομαστική ενικ. του ουσ. ira, irae (θηλ. α’ κλ.) = η οργή.

cecidit: γ’ ενικ. οριστικής παρακειμένου ενεργ. φων. του ρήμ. cado, cecidi, casum, cadere (3) = πέφτω.

quamvis: παραχωρητικός σύνδεσμος = κι αν (ακόμα)· το σχολικό βιβλίο, μολονότι πρόκειται για παραχωρητικό σύνδεσμο, εδώ μεταφράζει: παρόλο που.

infesto: αφαιρετική ενικ., αρσ. γένους, του επιθ. της β’ κλ. infestus, infesta, infestum = εχθρικός.

et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.

minaci: αφαιρετική ενικ., αρσ. γένους, του επιθ. της γ’ κλ. minax, minax, minax (γενική: minacis) = απειλητικός.

animo: αφαιρετική ενικ. του ουσ. animus, animi (αρσ. β’ κλ.) = η ψυχή.

perveneras: β’ ενικ. οριστικής υπερσυντελίκου ενεργ. φων. του ρήμ. pervenio, perveni, perventum, pervenire (4) = φθάνω.

cur: ερωτηματικό επίρρ. = γιατί.

cum: χρονικός σύνδεσμος = όταν. [Εδώ είναι ο καθαρά χρονικός cum.]

in: πρόθεση (+ αφαιρετική) = σε.

conspectu: αφαιρετική ενικ. του ουσ. conspectus, conspectus (αρσ. δ’ κλ.) = η θέα, η όψη.

Roma: ονομαστική ενικ. του ουσ. Roma, Romae (θηλ. α’ κλ.) = η Ρώμη. [Δεν έχει πληθ. αριθμό.]

fuit: γ’ ενικ. οριστικής παρακειμένου του ρήμ. sum, fui, ‒, esse = είμαι, υπάρχω.

tibi: δοτική ενικ., του β’ προσ. της προσωπικής αντων.

non: αρνητικό μόριο = όχι, δεν.

succurrit: γ’ ενικ. οριστικής παρακειμένου ενεργ. φων. του ρήμ. succurrit, succurrit, succursum, succurrere (3) = έρχεται στο μυαλό.

intra: πρόθεση (+ αιτιατική) = μέσα. [Λειτουργεί και ως επίρρ.: ΘΕΤ.: intra. ΣΥΓΚΡ.: interius. ΥΠΕΡΘ.: intime.]

illa: αιτιατική πληθ., ουδ. γένους, της δεικτικής αντων. ille, illa, illud = εκείνος, εκείνη, εκείνο.

moenia: αιτιατική πληθ. του ουσ. moenia, moenium (ουδ. γ’ κλίσ.) = τα τείχη. [Δεν έχει ενικ. αριθμό. Ονομαστική, αιτιατική, κλητική ενικ.: moenia. Γενική πληθ.: moenium.]

domus: ονομαστική ενικ. του ουσ. domus, domus (θηλ. δ’ κλ.) = το σπίτι. [Γενική ενικ.: domus & domi.  Aφαιρετική ενικ.: domo. Γενική πληθ.: domuum & domorum. Aιτιατική πληθ.: domos. Η γενική ενικού (domi) δηλώνει τη στάση σε τόπο, η αιτιατική (domum) την κίνηση σε τόπο και η αφαιρετική (domo) την κίνηση από τόπο (προέλευση).]

ac: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.

penates: ονομαστική πληθ. του ουσ. penates, penatium (αρσ. γ’ κλ.) = οι θεοί του σπιτιού, οι εφέστιοι θεοί. [Δεν έχει ενικ. αριθμό. Γενική πληθ.: penatium.]

mei: ονομαστική πληθ., αρσ. γένους, της κτητικής αντων. του α’ προσ. για 1 κτήτορα meus, mea, meum = δικός μου, δική μου, δικό μου. [Κλητική ενικ. αρσ. γένους: mi & meus. Για την κλίση βλ. σελ. …]

sunt: γ’ πληθ. οριστικής ενεστώτα του ρήμ. sum, fui, ‒, esse = είμαι, υπάρχω.

mater: ονομαστική ενικ. του ουσ. mater, matris (θηλ. γ’ κλ.) = η μητέρα. [Γενική πληθ.: matrum.]

coniunx: ονομαστική ενικ. του ουσ. coniu(n)x, coniugis (θηλ. γ’ κλ.) = η σύζυγος.

liberi: ονομαστική πληθ. του ουσ. liberi, liberorum (αρσ. β’ κλ.) = τα παιδιά. [Δεν έχει ενικ. αριθμό. Δε συγκόπτει το e, αν και πριν το e έχει σύμφωνο (βλ. σελ. …).]

que: συμπλεκτικός (παρατακτικός) σύνδεσμος = και. [Είναι εγκλιτική λέξη.]

ergo: συμπερασματικός σύνδεσμος = επομένως, λοιπόν.

ego: ονομαστική ενικ., του α’ προσ. της προσωπικής αντων.

nisi: υποθετικός σύνδεσμος = αν δεν. [Εισάγει αρνητικές υποθετικές προτ. στις οποίες η άρνηση αναφέρεται σε όλο το περιεχόμενο.]

peperissem: α’ ενικ. υποτακτικής υπερσυντελίκου ενεργ. φων. του ρήμ. pario, peperi, partum, parere (3, 15 σε -io) = γεννώ. [Μετοχή μέλλοντα: pariturus, –a, –um.]

Roma: ονομαστική ενικ. του ουσ. Roma, Romae (θηλ. α’ κλ.) = η Ρώμη. [Δεν έχει πληθ. αριθμό.]

non: αρνητικό μόριο = όχι, δεν. [Συνοδεύει τις εγκλίσεις κρίσεως.]

oppugnaretur: γ’ ενικ. υποτακτικής παρατατικού παθ. φων. του ρήμ. oppugno, oppugnavi, oppugnatum, oppugnare (1) = πολιορκώ.

nisi: υποθετικός σύνδεσμος = αν δεν. [Εισάγει αρνητικές υποθετικές προτ. στις οποίες η άρνηση αναφέρεται σε όλο το περιεχόμενο.]

filium: αιτιατική ενικ. του ουσ. filius, filii / fili (αρσ. β’ κλ.) = ο γιος. [Κλητική ενικ.: fili.] ΣΟΣ ΚΥΡΙΑ 24

haberem: α’ ενικ. υποτακτικής παρατατικού ενεργ. φων. του ρήμ. habeo, habui, habitum, habere (2) = έχω.

libera: ονομαστική ενικ., θηλ. γένους, του επιθ. της β’ κλ. liber, libera, liberum = ελεύθερος. [ΣΥΓΚΡ.: liberior, –ior, –ius. ΥΠΕΡΘ.: liberrimus, –a, –um.]

in: πρόθεση (+ αφαιρετική) = σε.

libera: αφαιρετική ενικ., θηλ. γένους, του επιθ. της β’ κλ. liber, libera, liberum = ελεύθερος. [ΣΥΓΚΡ.: liberior, –ior, –ius. ΥΠΕΡΘ.: liberrimus, –a, –um.]

patria: αφαιρετική ενικ. του ουσ. patria, patriae (θηλ. α’ κλ.) = η πατρίδα.

mortua: ονομαστική ενικ., θηλ. γένους, της μετοχής παρακειμένου mortuus, mortua, mortuum του ρήμ. morior, mortuus sum, mori (3, 15 σε -io, αποθ.) = πεθαίνω. [Μτχ. μέλλοντα: moriturus, –a, –um.]

essem: α’ ενικ. υποτακτικής παρατατικού του ρήμ. sum, fui, ‒, esse = είμαι, υπάρχω.

ego: ονομαστική ενικ., του α’ προσ. της προσωπικής αντων.

nihil: αιτιατική ενικ., ουδ. γένους, της ουσιαστικής αόριστης αντων. nihil = τίποτα. [Κλίση: nihil, nullius rei, nulli rei, nihil, -, nulla re. Για την κλίση βλ. και … Σημασιολογικά χρησιμοποιείται ως ουδέτερο γένος της αόριστης ουσιαστικής αντων. nemo.]

iam: χρονικό επίρρ. = πια, ήδη.

pati: απαρέμφατο ενεστώτα του ρήμ. patior, passus sum, pati (3, 15 σε -io, αποθ.) = υπομένω.

possum: α’ ενικ. οριστικής ενεστώτα του ρήμ. possum, potui, ‒, posse = μπορώ.

nec: αντιθετικός σύνδεσμος = ούτε.  [Συνοδεύει τις εγκλίσεις κρίσεως.]

diu: χρονικό επίρρ. = για πολύ καιρό. [ΣΥΓΚΡ.: diutius. ΥΠΕΡΘ.: diutissime.]

miserrima: ονομαστική ενικ., θηλ. γένους, του επιθ. της β’ κλ. miserrimus, miserrima, miserrimum = πολύ δυστυχισμένος. [Πρόκειται για υπερθετικό βαθμό του επιθ. της β’ κλ. miser, misera, miserum. ΣΥΓΚΡ.: miserior, –ior, –ius.]

futura sum: α’ ενικ. οριστικής ενεστώτα της ενεργητικής περιφραστικής συζυγίας του ρήμ. sum, fui, ‒, esse = είμαι, υπάρχω.

at: αντιθετικός σύνδεσμος = αλλά.

contra: τροπικό επίρρ. = αντίθετα.

hos: αιτιατική πληθ., αρσ. γένους, της δεικτικής αντων. hic, haec, hoc = αυτός, αυτή, αυτό.

si: υποθετικός σύνδεσμος = αν. [Εισάγει καταφατικές υποθετικές προτ.]

pergis: β’ ενικ. οριστικής ενεστώτα ενεργ. φων. του ρήμ. pergo, perrexi, perrectum, pergere (3) = κατευθύνομαι (προς)· εδώ: αν συνεχίσεις (από το σημείο που βρίσκεσαι).

autaut: διαζευκτικός σύνδεσμος = ή … ή, είτε … είτε.

immatura: ονομαστική ενικ., θηλ. γένους, του επιθ. της β’ κλ. immaturus, immatura, immaturum = πρόωρος. [Δεν έχει παραθετικά, γιατί είναι αρνητική έννοια.]

mors: ονομαστική ενικ. του ουσ. mors, mortis (θηλ. γ’ κλ.) = ο θάνατος. [Γενική πληθ.: mortium.]

longa: ονομαστική ενικ., θηλ. γένους, του επιθ. της β’ κλ. longus, longa, longum = μακρόχρονος.

servitus: ονομαστική ενικ. του ουσ. servitus, servitutis (θηλ. γ’ κλ.) = η σκλαβιά. [Γενική πληθ.: servitutium (βλ. Ε. Σκάσση, Ι.Γ.Λ.Γ., σελ. 130. ]

manet: γ’ ενικ. οριστικής ενεστώτα ενεργ. φων. του ρήμ. maneo, mansi, mansum, manere (2) = περιμένω.

Συγκεντρωτική Παρουσίαση Γραμματικών Τύπων

Ουσιαστικά 

A΄ κλίση

Θηλυκά

ira, -ae

patria, -ae

Rοma,ae (δεν έχει πληθυντικό)

senecta,ae (δεν έχει πληθυντικό)

terra, -ae

vita, -ae

Β΄ κλίση

Αρσενικά

animus, -i

filius, -ii, (-i)

liberi,orum (δεν έχει ενικό)

Ουδέτερα

castraorum (ετερόσημο)

Γ΄κλίση

Αρσενικά

exsul, exsulis

finis, finis

hostis, hostis

penαtes, penatium (δεν έχει ενικό)

Θηλυκά

coniu(n)x, coniugis

mater, matris

servitus, servitutis

Ουδέτερα

moenia, moenium (δεν έχει ενικό)

Δ΄κλίση

Αρσενικά

conspectus, -us

Θηλυκά

domus,us

Παραθετικά Επιθέτων 

Β΄Κλίση

Θετικός 

captivus,a,um

immaturus, -a, -um

infestus, -a, -um

liber, -era, -erum

longus, -a, -um

miser, -era, -erum

Συγκριτικός 

 

 

infestior, -ior, -ius

liberior,ior,ius

longior,ior,ius

miserior,ior,ius

Υπερθετικός

 

 

infestissimus, -a, -um

liberrimus,a,um

longissimus,a,um

miserrimus, -a, -um

Γ΄Κλίση

infelix, infelix, infelix (-icis)

minax, minax, minax (-acis)

infelicior, -ior, -ius

minacior, -ior, -ius

infelicissimus, -a, -um

minacissimus, -a, -um

Αντωνυμίες

ego

hic, haec, hoc

ille, illa, illud

meus, mea, meum

nemo,– – – , nihil

qui, quae, quod

 tu

tuus, tua, tuum

προσωπική

δεικτική

δεικτική

κτητική

αόριστη ουσιαστική

αναφορική

προσωπική

κτητική

Αρχικοί Χρόνοι Ρημάτων

ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ   ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ  ΣΟΥΠΙΝΟ  ΑΠΑΡΕΜΦΑΤΟ       ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

ΑΣΥΖΥΓΙΑ

oppugno          oppugnavi               oppugnatum  oppugnare

populor            populatus sum        –                      populari                αποθ.

Β’ ΣΥΖΥΓΙΑ

habeo               habui                       habitum          habere

maneo              mansi                       mansum         manere

video                 vidi                          visum             videre

ΓΣΥΖΥΓΙΑ

alo                    alui                           al(i)tum          alere

cado                 cecidi                       casum             cadere

gigno                genui                        genitum          gignere

pario                peperi                      partum           parere

pergo               perrexi                     perrectum      pergere

succurrit          succurrit                  succursum      succurrere             απρόσωπο

traho                 traxi                         tractum          trahere

ingredior          ingressus sum                                ingredi                  αποθ.

morior              mortuus sum                                 mori                      αποθ./ μτχ. μέλλ. moriturus

patior               passus sum                                    pati                        αποθ.

ΔΣΥΖΥΓΙΑ

pervenio          perveni                    perventum     pervenire

venio                veni                          ventum           venire

possum           potui                                                posse                     ανώμ.

sum                  fui                                                  esse                        Βοηθητικό

Συντακτική Ανάλυση

  1. Num ad hostem veni: κύρια πρότ., ευθεία ερώτηση ολικής αγνοίας απλή στην οποία περιμένουμε αρνητική απάντηση (ρητορική ερώτηση).

veni: ρήμ. ενν. ego: υποκ. του veni ad hostem: εμπρόθ. προσδ. της εχθρικής κατεύθυνσης σε πρόσωπο στο veni.

  1. et captiva in castris tuis sum?: κύρια πρότ., ευθεία ερώτηση ολικής αγνοίας απλή στην οποία περιμένουμε αρνητική απάντηση (ρητορική ερώτηση).

sum: ρήμ. ενν. ego: υποκ. του sum captiva: κατηγορούμενο στο ενν. ego μέσω του sum in castris: εμπρόθ. προσδ. της στάσης σε τόπο στο sum tuis: επιθετικός προσδ. στο castris.

  1. In hoc me longa vita et infelix senecta traxit?: κύρια πρόταση, ευθεία ερώτηση ολικής αγνοίας απλή, χωρίς εισαγωγικό ερωτηματικό μόριο για έμφαση.

traxit: ρήμ. vita / senecta: υποκείμενα του traxit longa: επιθετικός προσδ. στο vita infelix: επιθετικός προσδ. στο senecta me: αντικ. του traxit in hoc: εμπρόθ. προσδ. εισόδου σε κατάσταση στο traxit.

  1. ut primum exsulem deinde hostem te viderem: δευτ. επιρρ. συμπερασματική πρόταση· εισάγεται με τον συμπερασματικό σύνδεσμο ut, γιατί είναι καταφατική· εκφέρεται με υποτακτική (δυνητική), γιατί το αποτέλεσμα στα λατινικά θεωρείται υποκειμενική κατάσταση· συγκεκριμένα, με υποτακτική παρατατικού, γιατί εξαρτάται από ιστορικό χρόνο· υπάρχει ιδιομορφία στην ακολουθία χρόνων, γιατί το αποτέλεσμα είναι ιδωμένο τη στιγμή που εμφανίζεται στο μυαλό του ομιλητή (συγχρονισμός της κύριας με τη δευτ. πρόταση) και όχι τη στιγμή της πιθανής πραγματοποίησής του· λειτουργεί ως επιρρ. προσδ. του αποτελέσματος στο traxit· στην πρόταση εξάρτησης υπάρχει η δεικτική αντωνυμία hoc, που είναι λέξη ενδεικτική ότι θα ακολουθήσει δευτ. συμπερασματική πρόταση.

viderem: ρήμ. ενν. ego: υποκ. του viderem te: αντικ. του viderem exsulem / hostem: κατηγορούμενα στο αντικ. te primum / deinde: επιρρ. προσδ. του χρόνου στο viderem.

  1. Qui potuisti populari hanc terram?: κύρια πρότ., ευθεία ερώτηση μερικής αγνοίας·

potuisti: ρήμ. ενν. tu: υποκ. του potuisti και του απαρεμφάτου populari (ταυτοπροσωπία) populari: τελικό απαρέμφατο, αντικ. του potuisti terram: αντικ. του populari hanc: επιθετικός προσδ. στο terram qui: επιρρ. προσδ. του τρόπου στο potuisti.

  1. quae te genuit: δευτ. επιθετική αναφορική πρόταση, προσδιοριστική στο terram (της πρότ. 5)· εισάγεται με την αναφορική αντωνυμία quae· εκφέρεται με οριστική, γιατί δηλώνει το πραγματικό· συγκεκριμένα, με οριστική παρακειμένου, γιατί αναφέρεται στο παρελθόν.

genuit: ρήμ. quae: υποκ. του genuit te: αντικ. του genuit.

  1. atque (quae) aluit: δευτ. επιθετική αναφορική πρόταση, προσδιοριστική στο terram (της πρότ. 5)· εισάγεται με την αναφορική αντωνυμία quae· εκφέρεται με οριστική, γιατί δηλώνει το πραγματικό· συγκεκριμένα, με οριστική παρακειμένου, γιατί αναφέρεται στο παρελθόν.

aluit: ρήμ. ● quae: υποκ. του aluit ● te: αντικ. του aluit. 

  1. Non tibi ingredienti fines patriae ira cecidit?: κύρια πρότ., ευθεία ερώτηση ολικής αγνοίας απλή, χωρίς εισαγωγικό ερωτηματικό μόριο για έμφαση.

cecidit: ρήμ. ira: υποκ. του cecidit tibi: δοτική προσωπική ηθική στο cecidit ingredienti: χρονική μετοχή, συνημμένη στο tibi fines: αντικ. της μετοχής ingredienti patriae: γενική κτητική στο fines.

  1. Quamvis infesto et minaci animo perveneras: δευτ. επιρρ. παραχωρητική πρότ.· εισάγεται με τον παραχωρητικό σύνδεσμο quamvis, γιατί ακολουθούν τα επίθετα infesto / minaci· εκφέρεται με οριστική (η σύνταξη του quamvis με οριστική -κατ’ αναλογία προς τον σύνδεσμο quamquam– είναι ποιητική και μετακλασική)· συγκεκριμένα, με οριστική υπερσυντελίκου, γιατί αναφέρεται στο παρελθόν (ή: γιατί δηλώνει πράξη συντελεσμένη στο παρελθόν πριν από κάποια άλλη)· η παραχωρητική πρόταση εκφράζει μια υποθετική κατάσταση που, κι αν ακόμα δεχθούμε ότι αληθεύει, δεν αναιρεί το περιεχόμενο της κύριας πρότασης· λειτουργεί ως επιρρ. προσδ. της παραχώρησης στο sucurrit.

perveneras: ρήμ. ενν. tu: υποκ. του perveneras animo: αφαιρετική του τρόπου στο perveneras infesto / minaci: επιθετικοί προσδ. στο animo.

  1. cur […] tibi non succurrit: κύρια πρότ., ευθεία ερώτηση μερικής αγνοίας.

succurrit: ρήμ. tibi: δοτική προσωπική στο succurrit cur: επιρρ. προσδ. της αιτίας στο succurrit.

  1. cum in conspectu Roma fuit: δευτ. επιρρ. χρονική πρότ.· εισάγεται με τον καθαρά χρονικό cum· εκφέρεται με οριστική, γιατί η πράξη ενδιαφέρει μόνο από χρονική άποψη· συγκεκριμένα, με οριστική παρακειμένου, γιατί δηλώνει το σύγχρονο στο παρελθόν· λειτουργεί ως επιρρ. προσδ. του χρόνου στο succurrit.

fuit: ρήμ. Roma: υποκ. του fuit in conspectu: εμπρόθ. προσδ. της κατάστασης στο fuit.

  1. «intra illa moenia domus ac penates mei sunt, mater coniunx liberique»: κύρια πρότ. κρίσεως.

sunt: ρήμ. domus / penates  / mater / coniunx / liberi: υποκ. του sunt mei: επιθετικός προσδ. στο penates intra moenia: εμπρόθ. προσδ. της στάσης σε τόπο στο sunt illa: επιθετικός προσδ. στο moenia.

  1. Ergo […] Roma non oppugnaretur: κύρια πρότ. κρίσεως.

(non) oppugnaretur: ρήμ. Roma: υποκ. του oppugnaretur.

  1. ego nisi peperissem: δευτ. επιρρ. υποθετική πρότ.· εισάγεται με τον υποθετικό σύνδεσμο nisi, γιατί είναι αρνητική και η άρνηση αναφέρεται σε όλο το περιεχόμενο της πρότ.· εκφέρεται με υποτακτική υπερσυντελίκου του απραγματοποίητου, γιατί δηλώνει το αντίθετο του πραγματκού στο παρελθόν· λειτουργεί ως επιρρ. προσδ. της προϋπόθεσης στο oppugnaretur (της πρότ. 13), με το οποίο ως απόδοση σχηματίζει απλό, ευθύ υποθετικό λόγο β’ είδους: υπόθεση αντίθετη προς την πραγματικότητα (η υπόθεση αναφέρεται στο παρελθόν και η απόδοση στο παρόν).

peperissem: ρήμ. ego: υποκ. του peperissem ενν. te: αντικ.  του peperissem.

  1. nisi filium haberem: δευτ. επιρρρ. υποθετική πρόταση· εισάγεται με τον υποθετικό σύνδεσμο nisi, γιατί είναι αρνητική (η άρνηση αναφέρεται σε όλο το περιεχόμενο της πρότ.)· εκφέρεται με υποτακτική υπερσυντελίκου του απραγματοποίητου· λειτουργεί ως επιρρ. προσδ. της προϋπόθεσης στο essem (της πρότ. 16), με το οποίο ως απόδοση σχηματίζει απλό, ευθύ υποθετικό λόγο β’ είδους: υπόθεση αντίθετη προς την πραγματικότητα (η υπόθεση και η απόδοση αναφέρονται στο παρόν).

haberem: ρήμ. ενν. ego: υποκ. του haberem filium: αντικ. του haberem.

  1. libera in libera patria mortua essem: κύρια πρότ. κρίσεως.

essem: ρήμ. ενν. ego: υποκ. του essem libera (το 1ο): κατηγορούμενο στο ενν. ego μέσω του essem mortua: επιθετική μτχ., επιρρ. κατηγορούμενο του χρόνου στο ενν. ego in patria: εμπρόθ. προσδ. της στάσης σε τόπο στο essem libera (το 2ο): επιθετικός προσδ. στο patria.

  1. Ego nihil iam pati possum: κύρια πρότ. κρίσεως.

possum: ρήμ. ego: υποκ. του possum και του απαρεμφάτου pati (ταυτοπροσωπία) pati: τελικό απαρέμφατο, αντικ. του possum nihil: αντικ. του pati iam: επιρρ. προσδ. του χρόνου στο pati.

  1. nec diu miserrima futura sum: κύρια πρότ. κρίσεως.

futura sum: ρήμ. ενν. ego: υποκ. του futura sum miserrima: κατηγορούμενο στο ενν. ego μέσω του futura sum diu: επιρρ. προσδ. του χρόνου στο futura sum.

  1. at contra hos […] aut immatura mors aut longa servitus manet:  κύρια πρότ. κρίσεως.

manet: ρήμ. mors / servitus: υποκ. του manet immatura: επιθετικός προσδ. στο mors longa: επιθετικός προσδ. στο servitus hos: αντικ. του manet contra: επιρρ. προσδ. του τρόπου στο manet.

 

  1. si pergis: δευτ. επιρρ. υποθετική πρόταση· εισάγεται με τον υποθετικό σύνδεσμο si, γιατί είναι καταφατική· εκφέρεται με οριστική, γιατί ο υποθετικός λόγος δηλώνει ανοικτή υπόθεση· συγκεκριμένα, με οριστική ενεστώτα, γιατί αναφέρεται στο παρόν· λειτουργεί ως επιρρ. προσδ. της προϋπόθεσης στο futura sum (της πρότ. 19), με το οποίο ως απόδοση σχηματίζει απλό, ευθύ υποθετικό λόγο του α’ είδους: ανοικτή υπόθεση στο παρόν.

pergis: ρήμ. ενν. tu: υποκ. του pergis.

Η ομάδα του filologika.gr 


Για περισσότερη ενημέρωση για θέματα που αφορούν την προετοιμασία για τις Πανελλήνιες Εξετάσεις ακολουθήστε μας στην επίσημη σελίδα μας στο Facebook.