Λατινικά Ενότητα 34
Για να μεταφερθείτε σε κάποια άλλη ενότητα των Λατινικών Προσανατολισμού της Γ’ Λυκείου επιλέξτε την αντίστοιχη σελίδα από το παρακάτω μενού:
Λατινικά Ενότητα 34
Ο Σκιπίωνας ο Αφρικανός και οι λήσταρχοι
Μετάφραση σε αντιστοίχιση
Cum Africanus
esset in Literno, complures
duces praedonum
venerunt forte ad eum
salutatum.
Tum Scipio,
cum existimasset
eos venisse
captum se ipsum,
conlocavit in tecto
praesidium
domesticorum.
Ut praedones
animadverterunt quod,
abiectis armis
ianuae appropinquaverunt
et clara voce
nuntiaverunt Scipioni
(incredibile auditu!)
se venisse
admiratum virtutem eius.
Postquam domestici
rettulerunt haec Scipioni,
is iussit
reserari fores
intromitti eosque.
Praedones venerati sunt
postes ianuae
tamquam sanctum templum
et osculati sunt cupide
dextram Scipionis.
Cum posuissent
ante vestibulum dona,
quae solent
homines consecrare
immortalibus deis,
reverterunt domum.
Όταν ο Αφρικανός
ήταν στο Λίτερνο, πολλοί
αρχηγοί ληστών
ήρθαν κατά τύχη σε αυτόν
για να τον χαιρετίσουν επίσημα.
Τότε ο Σκιπίωνας,
επειδή νόμισε
ότι αυτοί είχαν έρθει
για να συλλάβουν αυτόν τον ίδιο,
εγκατέστησε στο σπίτι του
φρουρά
από τους δούλους (του σπιτιού).
Όταν οι ληστές
το παρατήρησαν αυτό,
αφού κατέθεσαν τα όπλα τους,
πλησίασαν την πόρτα
και με δυνατή φωνή
ανάγγειλαν στον Σκιπίωνα
(απίστευτο στο άκουσμα!)
ότι είχαν έρθει
για να θαυμάσουν την ανδρεία του.
Όταν οι δούλοι
μετέφεραν αυτά στον Σκιπίωνα,
αυτός διέταξε
να ανοιχτούν οι πόρτες
και να μπουν αυτοί μέσα.
Οι ληστές προσκύνησαν
τις παραστάδες της πόρτας
σαν ιερό ναό
και φίλησαν με πάθος
το δεξί χέρι του Σκιπίωνα.
Αφού τοποθέτησαν
μπροστά στην είσοδο δώρα,
τα οποία συνηθίζουν
οι άνθρωποι να προσφέρουν
στους αθάνατους θεούς,
επέστρεψαν στον τόπο τους.
Γλωσσικά – Γραμματικά σχόλια
cum: χρονικός σύνδεσμος = όταν. [Εδώ είναι ο ιστορικός ή διηγηματικός cum.]
Africanus: ονομαστική ενικ. του ουσ. Αfricanus, Αfricani (αρσ. β’ κλ.) = ο Αφρικανός.
in: πρόθεση (+ αφαιρετική) = σε.
Literno: αφαιρετική ενικ. του ουσ. Liternum, Literni (ουδ. β’ κλ.) = το Λίτερνο. [Δεν έχει πληθ. αριθμό.]
esset: γ’ ενικ. υποτακτικής παρατατικού του ρήμ. sum, fui, -, esse = είμαι, υπάρχω.
complures: ονομαστική πληθ., αρσ. γένους, του επιθ. της γ’ κλ. complures, complures, complur(i)a = πολλοί. [Δε σχηματίζει παραθετικά.]
praedonum: γενική πληθ. του ουσ. praedo, praedonis (αρσ. γ’ κλ.) = ο ληστής.
duces: ονομαστική πληθ. του ουσ. dux, ducis (αρσ. γ’ κλ.) = ο αρχηγός.
forte: τροπικό επίρρ. = τυχαία. [Δε σχηματίζει παραθετικά. Δεν πρέπει να συγχέεται με το fortiter, που προέρχεται από το επίθ. fortis, α’is, α’e = δυνατός, γενναίος.]
salutatum: αιτιατική σουπίνου του ρήμ. saluto, salutavi, salutatum, salutare (1) = χαιρετίζω επίσημα.
ad: πρόθεση (+ αιτιατική) = σε, προς.
eum: αιτιατική ενικ., αρσ. γένους, της δεικτικής (ως επαναληπτικής) αντων. is, ea, id = αυτός, αυτή, αυτό.
venerunt: γ’ πληθ. οριστικής παρακειμένου ενεργ. φων. του ρήμ. venio, veni, ventum, venire (4) = έρχομαι, φθάνω.
tum: χρονικό επίρρ. = τότε.
Scipio: ονομαστική ενικ. του ουσ. Scipio, Scipionis (αρσ. γ’ κλ.) = ο Σκιπίωνας.
cum: αιτιολογικός σύνδεσμος = επειδή. [Συντάσσεται με υποτακτική, γιατί δηλώνει αιτιολογία ως αποτέλεσμα μιας εσωτερικής, λογικής διεργασίας. Για τα είδη του συνδέσμου cum, βλ. σελ. …]
se: αιτιατική ενικ., του γ’ προσ. της προσωπικής αντων.
ipsum: αιτιατική ενικ., αρσ. γένους, της δεικτικής (ως οριστικής) αντων. ipse, ipsa, ipsum = ο ίδιος, η ίδια, το ίδιο.
captum: αιτιατική σουπίνου του ρήμ. capio, cepi, captum, capere (3, 15 σε α’io) = συλλαμβάνω.
venisse: απαρέμφατο παρακειμένου ενεργ. φων. του ρήμ. venio, veni, ventum, venire (4) = έρχομαι, φθάνω.
eos: αιτιατική πληθ., αρσ. γένους, της δεικτικής (ως επαναληπτικής) αντων. is, ea, id = αυτός, αυτή, αυτό.
existimasset: γ’ ενικ. υποτακτικής υπερσυντελίκου ενεργ. φων. του ρήμ. existimo, existimavi, existimatum, existimare (1) = νομίζω, θεωρώ. [Πρόκειται για συνηρημένο τύπο του existimavisset.]
praesidium: αιτιατική ενικ. του ουσ. praesidium, praesidii / praesidi (ουδ. β’ κλ.) = η φρουρά.
domesticorum: γενική πληθ. του ουσ. domestici, domesticorum (αρσ. β’ κλ.) = οι δούλοι του σπιτιού. [Δεν έχει ενικ. αριθμό.]
in: πρόθεση (+ αφαιρετική) = σε.
tecto: αφαιρετική ενικ. του ουσ. tectum, tecti (ουδ. β’ κλ.) = το σπίτι.
conlocavit: γ’ ενικ. οριστικής παρακειμένου ενεργ. φων. του ρήμ. conloco, conlocavi, conlocatum, conlocare (1) = τοποθετώ, εγκαθιστώ.
quod: αιτιατική ενικ., ουδ. γένους, της αναφορικής αντων. qui, quae, quod = ο οποίος, η οποία, το οποίο.
ut: χρονικός σύνδεσμος = όταν, μόλις.
praedones: ονομαστική πληθ. του ουσ. praedo, praedonis (αρσ. γ’ κλ.) = ο ληστής.
animadverterunt: γ’ πληθ. οριστικής παρακειμένου ενεργ. φων. του ρήμ. animadverto, animadverti, animadversum, animadvertere (3) = παρατηρώ.
abiectis: αφαιρετική πληθ., ουδ. γένους, της μετοχής παρακειμένου παθητ. φων. του ρήμ. abicio, abieci, abiectum, abicere (3, 15 σε α’io) = ρίπτω, αποθέτω.
armis: αφαιρετική πληθ. του ουσ. arma, armorum (ουδ. β’ κλ.) = τα όπλα. [Δεν έχει ενικ. αριθμό.]
ianuae: δοτική ενικ. του ουσ. ianua, ianuae (θηλ. α’ κλ.) = η πόρτα.
appropinquaverunt: γ’ πληθ. οριστικής παρακειμένου ενεργ. φων. του ρήμ. appropinquo, appropinquavi, appropinquatum, appropinquare (1) = πλησιάζω.
et: συμπλεκτικός παρατακτικός σύνδεσμος = και.
clara: αφαιρετική ενικ., θηλ. γένους, του επιθ. της β’ κλ. clarus, clara, clarum = καθαρός, δυνατός.
voce: αφαιρετική ενικ. του ουσ. vox, vocis (θηλ. γ’ κλ.) = η φωνή.
Scipioni: δοτική ενικ. του ουσ. Scipio, Scipionis (αρσ. γ’ κλ.) = ο Σκιπίωνας.
nuntiaverunt: γ’ πληθ. οριστικής παρακειμένου ενεργ. φων. του ρήμ. nuntio, nuntiavi, nuntiatum, nuntiare (1) = αναγγέλλω.
incredibile: ονομαστική ενικ., ουδ. γένους, του επιθ. της γ’ κλ. incredibilis, incredibilis, incredibile = απίστευτος.
auditu: αφαιρετική σουπίνου του ρήμ. audio, audivi, auditum, audire (4) = ακούω.
virtutem: αιτιατική ενικ. του ουσ. virtus, virtutis (θηλ. γ’ κλ.) = ανδρεία, αρετή.
eius: γενική ενικ., αρσ. γένους, της δεικτικής (ως επαναληπτικής) αντων. is, ea, id = αυτός, αυτή, αυτό.
admiratum: αιτιατική σουπίνου του ρήμ. admirοr, admiratus sum, admirari (1, αποθ.) = θαυμάζω.
se: αιτιατική ενικ., του γ’ προσ. της προσωπικής αντων.
venisse: απαρέμφατο παρακειμένου ενεργ. φων. του ρήμ. venio, veni, ventum, venire (4) = έρχομαι, φθάνω.
haec: αιτιατική πληθ., ουδ. γένους, της δεικτικής αντων. hic, haec, hoc = αυτός, αυτή, αυτό.
postquam: χρονικός σύνδεσμος = όταν, αφού.
domestici: ονομαστική πληθ. του ουσ. domestici, domesticorum (αρσ. β’ κλ.) = οι δούλοι του σπιτιού. [Δεν έχει ενικ. αριθμό.]
Scipioni: δοτική ενικ. του ουσ. Scipio, Scipionis (αρσ. γ’ κλ.) = ο Σκιπίωνας.
rettulerunt: γ’ πληθ. οριστικής παρακειμένου ενεργ. φων. του ρήμ. refero, ret(t)uli, relatum, referre (3) = επαναφέρω, αποκρίνομαι.
is: ονομαστική ενικ., αρσ. γένους, της δεικτικής (ως επαναληπτικής) αντων. is, ea, id = αυτός, αυτή, αυτό.
fores: αιτιατική πληθ. του ουσ. foris, foris (θηλ. γ’ κλ.) = η πόρτα (του σπιτιού), η είσοδος∙ συνήθως χρησιμοποιείται στον πληθ. fores, forium με την ίδια σημασία. [Γεν. πληθ.: forium.]
reserari: απαρέμφατο ενεστώτα παθ. φων. του ρήμ. resero, reseravi, reseratum, reserare (1) = ανοίγω.
eos: αιτιατική πληθ., αρσ. γένους, της δεικτικής (ως επαναληπτικής) αντων. is, ea, id = αυτός, αυτή, αυτό.
–que: συμπλεκτικός (παρατακτικός) σύνδεσμος = και. [Είναι εγκλιτική λέξη.]
intromitti: απαρέμφατο ενεστώτα παθ. φων. του ρήμ. intromitto, intomisi, intromissum, intromittere (3) = βάζω μέσα, εισάγω.
iussit: γ’ ενικ. οριστικής παρακειμένου ενεργ. φων. του ρήμ. iubeo, iussi, iussum, iubere (2) = διατάζω.
praedones: ονομαστική πληθ. του ουσ. praedo, praedonis (αρσ. γ’ κλ.) = ο ληστής.
postes: αιτιατική πληθ. του ουσ. postis, postis (αρσ. γ’ κλ.) = η παραστάδα. [Γενική πληθ.: postium.]
ianuae: γενική ενικ. του ουσ. ianua, ianuae (θηλ. α’ κλ.) = η πόρτα.
tamquam: παραβολικό επίρρ. = σαν.
sanctum: αιτιατική ενικ., ουδ. γένους, του επιθ. της β’ κλ. sanctus, sancta, sanctum = ιερός.
templum: αιτιατική ενικ. του ουσ. templum, templi (ουδ. β’ κλ.) = ο ναός.
venerati sunt: γ’ πληθ. οριστικής παρακειμένου του ρήμ. veneror, veneratus sum, venerari (1, αποθ.) = προσκυνώ, λατρεύω.
et: συμπλεκτικός παρατακτικός σύνδεσμος = και.
cupide: τροπικό επίρρ. = με πάθος. [Προέρχεται από το επίθ. της β’ κλ. cupidus, cupida, cupidus = που επιθυμεί.]
Scipionis: γενική ενικ. του ουσ. Scipio, Scipionis (αρσ. γ’ κλ.) = ο Σκιπίωνας.
dextram: αιτιατική ενικ. του ουσ. dextra, dextrae (θηλ. α’ κλ.) = δεξί χέρι. [Προέρχεται από τη συνεκφορά dextra manus = δεξί χέρι (dexter, dextra, dextrum = δεξιός, manus, manus = χέρι).]
osculati sunt: γ’ πληθ. οριστικής παρακειμένου του ρήμ. osculor, osculatus sum, osculari (1, αποθ.) = φιλώ, ασπάζομαι.
cum: χρονικός σύνδεσμος = όταν. [Εδώ είναι ο ιστορικός ή διηγηματικός cum. ]
ante: πρόθεση (+ αιτιατική) = μπροστά.
vestibulum: αιτιατική ενικ. του ουσ. vestibulum, vestibuli (ουδ. β’ κλ.) = η είσοδος.
dona: αιτιατική πληθ. του ουσ. donum, doni (ουδ. β’ κλ.) = το δώρο.
posuissent: γ’ πληθ. υποτακτικής υπερσυντελίκου ενεργ. φων. του ρήμ. pono, posui, positum, ponere (3) = τοποθετώ.
quae: αιτιατική πληθ., ουδ. γένους, της αναφορικής αντων. qui, quae, quod = ο οποίος, η οποία, το οποίο.
homines: ονομαστική πληθ. του ουσ. homo, hominis (αρσ. γ’ κλ.) = ο άνθρωπος.
deis: δοτική πληθ. του ουσ. deus, dei (αρσ. β’ κλ.) = ο θεός. [Κλητική ενικ.: deus & dive (& dee). Ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθ.: dei & dii & di. Δοτική και αφαιρετική πληθ.: deis & diis & dis.]
immortalibus: δοτική πληθ., αρσ. γένους, του επιθ. της γ’ κλ. immortalis, immortalis, immortale = αθάνατος. [Προσοχή: η συνεκφορά deus immortalis δεν έχει κλητική ενικού (βλ. Βιβλ. καθηγ., σελ. 65.]
consecrare: απαρέμφατο ενεστώτα ενεργ. φων. του ρήμ. consecro, consecravi, consecratum, consecrare (1) = αφιερώνω, προσφέρω.
solent: γ’ πληθ. οριστικής ενεστώτα του ρήμ. soleo, solitus sum, solere (2, ημιαποθ.) = συνηθίζω.
domum: αιτιατική ενικ. του ουσ. domus, domus (θηλ. δ΄ κλ.) = το σπίτι. [Γενική ενικ.: domus & domi. Αφαιρετική ενικ.: domo. Γενική πληθ.: domuum & domorum. Αιτιατική πληθ.: domos. Η γενική ενικού (domi) δηλώνει τη στάση σε τόπο, η αιτιατική (domum) την κίνηση σε τόπο και η αφαιρετική (domo) την κίνηση από τόπο (προέλευση).
reverterunt: γ’ πληθ. οριστικής παρακειμένου του ρήμ. revertor, reverti & reversus sum, reverti (3, αποθ. και ημιαποθ.) = επιστρέφω.
Συγκεντρωτική Παρουσίαση Γραμματικών Τύπων
Ουσιαστικά
A΄ κλίση
Θηλυκά
dextra, –ae
ianua, –ae
Β΄ κλίση
Αρσενικά
Africanus, -i
deus, -i
domestici, –orum (δεν έχει ενικό)
Ουδέτερα
arma –orum (δεν έχει ενικό)
donum, -i
Liternum, –i (δεν έχει πληθυντικό)
praesidium, -ii, (-i)
tectum, -i
templum, -i
vestibulum, -i
Γ΄κλίση
Αρσενικά
dux, ducis
homo, -inis
postis, postis
praedo, praedonis
Scipio, Scipionis
Θηλυκά
foris, foris
virtus, virtutis
vox, vocis
Δ΄κλίση
Θηλυκά
domus, -us
Παραθετικά Επιθέτων
Β΄Κλίση
Θετικός
clarus, -a, -um
dexter, dext(e)ra, dext(e)rum
sanctus, -a, -um
Συγκριτικός
clarior, –ior, –ius
dexterior, –ior, –ius
sanctior, –ior, –ius
Υπερθετικός
clarissimus, –a, –um
dextimus, –a, –um
sanctissimus, –a, –um
Γ΄Κλίση
complures, -es, –(i)a
immortalis, -is, -e
incredibilis, -is, -e
–
–
–
–
–
–
Αντωνυμίες
ipse, ipsa, ipsum
is, ea, id
hic, haec, hoc
qui, quae, quod
– ,sui, sibi, se, – , a se
δεικτική οριστική
δεικτική επαναληπτική
δεικτική
αναφορική
προσωπική
Αρχικοί Χρόνοι Ρημάτων
ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ ΣΟΥΠΙΝΟ ΑΠΑΡΕΜΦΑΤΟ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ
Α’ ΣΥΖΥΓΙΑ
appropinquo appropinquavi appropinquatum appropinquare
conloco conlocavi conlocatum conlocare
consecro consecravi consecratum consecrare
existimo existimavi existimatum existimare
nuntio nuntiavi nuntiatum nuntiare
resero reseravi reseratum reserare
saluto salutavi salutatum salutare
admiror admiratus sum – admirari αποθ.
osculor osculatus sum – osculari αποθ.
veneror veneratus sum – venerari αποθ.
Β’ ΣΥΖΥΓΙΑ
iubeo iussi iussum iubere
soleo solitus sum – solere ημιαποθ.
Γ’ ΣΥΖΥΓΙΑ
abicio abieci abiectum abicere 15 σε -io
animadverto animadverti animadversum animadvertere
capio cepi captum capere 15 σε -io
intromitto intromisi intromissum intromittere
pono posui positum ponere
refero rettuli/ retuli relatum referre Ανώμαλο
revertor reversus sum/reverti – reverti ημιαποθ.
Δ’ ΣΥΖΥΓΙΑ
audio audivi auditum audire
venio veni ventum venire
sum fui – esse Βοηθητικό
Συντακτική Ανάλυση
- Cum Africanus in Literno esset: δευτ. επιρρ. χρονική πρότ.· εισάγεται με τον ιστορικό cum, ο οποίος χρησιμοποιείται για διηγήσεις του παρελθόντος· εκφέρεται με υποτακτική, γιατί ο ιστορικός cum υπογραμμίζει τη βαθύτερη σχέση κύριας και δευτερεύουσας πρότασης· δημιουργεί μια σχέση αιτίου και αιτιατού ανάμεσά τους· είναι φανερός ο ρόλος του υποκειμενικού στοιχείου της υποτακτικής· συγκεκριμένα, εκφέρεται με υποτακτική παρατατικού, γιατί εξαρτάται από ιστορικό χρόνο και δηλώνει το σύγχρονο στο παρελθόν· λειτουργεί ως επιρρ. προσδ. του χρόνου στο venerunt (της πρότ. 2).
esset: ρήμ. ● Africanus: υποκ. του esset ● in Literno: εμπρόθ. προσδ. της στάσης σε τόπο στο esset.
- complures praedonum duces forte salutatum ad eum venerunt: κύρια πρότ. κρίσεως.
venerunt: ρήμ. duces: υποκ. του venerunt ● complures: επιθετικός προσδ. στο duces ● praedonum: γενική κτητική στο duces ● salutatum: αιτιατική σουπίνου που εξαρτάται από το ρήμ. κίνησης venerunt και δηλώνει τον σκοπό της κίνησης ● ad eum: εμπρόθ. προσδ. που δηλώνει κατεύθυνση σε πρόσωπο στο venerunt ● forte: επιρρ. προσδ. του τρόπου στο venerunt.
- Tum Scipio […] praesidium domesticorum in tecto conlocavit: κύρια πρότ. κρίσεως.
conlocavit: ρήμ. ● Scipio: υποκ. του conlocavit ● praesidium: αντικ. του conlocavit ● domesticorum: γενική διαιρετική (κατά άλλη άποψη: γενική του περιεχομένου) από το praesidium ● in tecto: εμπρόθ. προσδ. της στάσης σε τόπο στο conlocavit ● tum: επιρρ. προσδ. του χρόνου στο conlocavit.
- cum se ipsum captum venisse eos existimasset: δευτ. επιρρ. αιτιολογική πρότ.· εισάγεται με τον αιτιολογικό σύνδεσμο cum· εκφέρεται με υποτακτική, επειδή η αιτιολογία είναι το αποτέλεσμα μιας εσωτερικής, λογικής διεργασίας· συγκεκριμένα, εκφέρεται με υποτακτική υπερσυντελίκου, γιατί εξαρτάται από ιστορικό χρόνο και δηλώνει το προτερόχρονο στο παρελθόν· λειτουργεί ως επιρρ. προσδ. της αιτίας στο conlocavit (της πρότ. 3).
existimasset: ρήμ. ● ενν. Scipio: υποκ. του existimasset ● venisse: ειδικό απαρέμφατο, αντικ. του existimasset ● eos: υποκ. του venisse (ετεροπροσωπία) ● captum: αιτιατική σουπίνου που εξαρτάται από τον ρηματικό τύπο κίνησης venisse και δηλώνει τον σκοπό της κίνησης ● se: αντικ. του captum· εκφράζει έμμεση αυτοπάθεια ● ipsum: επιθετικός προσδ. στο se.
- Quod ut praedones animadverterunt: δευτ. επιρρ. χρονική πρότ.· εισάγεται με τον χρονικό σύνδεσμο ut, ο οποίος χρησιμοποιείται για να δηλωθεί το προτερόχρονο· εκφέρεται με οριστική, γιατί η πράξη ενδιαφέρει μόνο από χρονική άποψη· συγκεκριμένα, με οριστική παρακειμένου, γιατί δηλώνει το προτερόχρονο στο παρελθόν· λειτουργεί ως επιρρ. προσδ. του χρόνου στο appropinquaverunt (των πρότ. 6 και 7).
animadverterunt: ρήμ. ● praedones: υποκ. του animadverterunt ● quod (= id): αντικ. του animaverterunt.
- abiectis armis ianuae appropinquaverunt: κύρια πρότ. κρίσεως.
appropinquaverunt: ρήμ. ● ενν. praedones: υποκ. του appropinquaverunt ● ianuae: αντικ. του appropinquaverunt (ως συμπλήρωμά του) ● abiectis: χρονική μτχ., (ιδιάζουσα) αφαιρετική απόλυτη· δηλώνει προτερόχρονο, έχει παθητική σημασία ● armis: υποκ. της μετοχής abiectis.
- et clara voce Scipioni nuntiaverunt (incredibile auditu!) virtutem eius admiratum se venisse: κύρια πρότ. κρίσεως.
nuntiaverunt: ρήμ. ● ενν. praedones: υποκ. του nuntiaverunt ● Scipioni: έμμεσο αντικ. του nuntiaverunt ● venisse: ειδικό απαρέμφατο, άμεσο αντικ. του nuntiaverunt ● se: υποκ. του venisse (ταυτοπροσωπία· στην ταυτοπροσωπία ως υποκ. ειδικού απαρεμφάτου τίθεται αιτιατική πτώση προσωπικής αντωνυμίας· πρόκειται για λατινισμό) ● admiratum: αιτιατική σουπίνου που εξαρτάται από τον ρηματικό τύπο κίνησης venisse και δηλώνει τον σκοπό της κίνησης ● virtutem: αντικ. του admiratum ● eius: γενική κτητική στο virtutem ● voce: αφαιρετική (οργανική) του τρόπου στο nuntiaverunt ● clara: επιθετικός προσδ. στο voce ● incredibile auditu: προεξαγγελτική παράθεση στη φράση virtutem eius admiratum se venisse· η φράση incredibile auditu έχει προέλθει από την αναφορική προσθετική πρότ. quod (= πράγμα που) est incredibile auditu ή από την επιφωνηματική πρότ. Hoc est incredibile auditu!, στις οποίες το incredibile θα είχε θέση κατηγορουμένου ● auditu: αφαιρετική σουπίνου που δηλώνει αναφορά και εξαρτάται από το incredibile.
- Haec postquam domestici Scipioni rettulerunt: δευτ. επιρρ. χρονική πρότ.· εισάγεται με τον χρονικό σύνδεσμο postquam, ο οποίος χρησιμοποιείται για να δηλωθεί το προτερόχρονο· εκφέρεται με οριστική, γιατί η πράξη ενδιαφέρει μόνο από χρονική άποψη· συγκεκριμένα, με οριστική παρακειμένου, γιατί δηλώνει το προτερόχρονο στο παρελθόν· λειτουργεί ως επιρρ. προσδ. του χρόνου στο iussit (της πρότ. 9).
rettulerunt: ρήμ. ● domestici: υποκ. του rettulerunt ● haec: άμεσο αντικ. του rettulerunt· έχει γίνει πρόταξη όρου, καθώς η αντωνυμία haec βρίσκεται μπροστά από τον χρονικό σύνδεσμο postquam, που εισάγει την πρόταση ● Scipioni: έμμεσο αντικ. του rettulerunt.
- is fores reserari eosque intromitti iussit: κύρια πρότ. κρίσεως.
iussit: ρήμ. ● is: υποκ. του iussit ● reserari / intromitti: τελικά απαρέμφατα, αντικ. του iussit ● fores: υποκ. του reserari (ετεροπροσωπία) ● eos: υποκ. του intromitti (ετεροπροσωπία).
- Praedones postes ianuae tamquam sanctum templum venerati sunt: κύρια πρότ. κρίσεως.
venerati sunt: ρήμ. ● praedones: υποκ. του venerati sunt ● postes: αντικ. του venerati sunt ● ianuae: γενική κτητική στο postes ● (tamquam) templum: κατηγορούμενο στο postes ● sanctum: επιθετικός προσδ. στο templum.
- et cupide Scipionis dextram osculati sunt: κύρια πρότ. κρίσεως.
osculati sunt: ρήμ. ● ενν. praedones: υποκ. του osculati sunt ● dextram: αντικ. του osculati sunt ● Scipionis: γενική κτητική στο dextram ● cupide: επιρρ. προσδ. του τρόπου στο osculati sunt.
- Cum ante vestibulum dona posuissent: δευτ. επιρρ. χρονική πρότ.· εισάγεται με τον ιστορικό cum, ο οποίος χρησιμοποιείται για διηγήσεις του παρελθόντος· εκφέρεται με υποτακτική, γιατί ο ιστορικός cum υπογραμμίζει τη βαθύτερη σχέση κύριας και δευτερεύουσας· δημιουργεί μια σχέση αιτίου και αιτιατού ανάμεσά τους· είναι φανερός ο ρόλος του υποκειμενικού στοιχείου της υποτακτικής· συγκεκριμένα, εκφέρεται με υποτακτική υπερσυντελίκου, γιατί η εξαρτάται από ιστορικό χρόνο και δηλώνει το προτερόχρονο στο παρελθόν· λειτουργεί ως επιρρ. προσδ. του χρόνου στο reverterunt (της πρότ. 14).
posuissent: ρήμ. ● ενν. praedones: υποκ. του posuissent ● dona: αντικ. του posuissent ● ante vestibulum: εμπρόθ. προσδ. της στάσης σε τόπο στο posuissent.
- quae homines deis immortalibus consecrare solent: δευτ. επιθετική αναφορική πρότ., προσδιοριστική στο dona (της πρότ. 12)· εισάγεται με την αναφορική αντωνυμία quae· εκφέρεται με οριστική, γιατί δηλώνει το πραγματικό· συγκεκριμένα με οριστική ενεστώτα, γιατί αναφέρεται στο παρόν.
solent: ρήμ. ● homines: υποκ. του solent και του απαρεμφάτου consecrare (ταυτοπροσωπία) ● consecrare: τελικό απαρέμφατο, αντικ. του solent ● quae: άμεσο αντικ. του consecrare ● deis: έμμεσο αντικ. του consecrare ● immortalibus: επιθετικός προσδ. στo deis.
- domum reverterunt: κύρια πρότ. κρίσεως.
reverterunt: ρήμ. ● ενν. praedones: υποκ. του reverterunt ● domum: (αιτιατική ως) επιρρ. προσδ. της κίνησης σε τόπο στο reverterunt.
Η ομάδα του filologika.gr
Για περισσότερη ενημέρωση για θέματα που αφορούν την προετοιμασία για τις Πανελλήνιες Εξετάσεις ακολουθήστε μας στην επίσημη σελίδα μας στο Facebook.