Κριτήριο Αξιολόγησης Ιστορία Προσανατολισμού Προσομοιωτικό 9 (Απαντήσεις)

Κριτήριο Αξιολόγησης Ιστορία Προσανατολισμού Προσομοιωτικό 10 (Απαντήσεις)

ΜΟΙΡΑΣΟΥ ΤΟ:

ΚΡΙΤΗΡΙΟ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ Γ΄ ΛΥΚΕΙΟΥ No 10 (ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ)

Εφ’ όλης της Ύλης

Ομάδα Α

Θέμα Α

Α1.: 

α Λάθος,

β Σωστό,

γ Λάθος,

δ Σωστό,

ε Λάθος

Α2. Α) Στο προσφυγικό ρεύμα κατά το πρώτο έτος της επανάστασης, μπορούν να συμπεριληφθούν και οι πρόσφυγες από την Κωνσταντινούπολη και την Κύπρο. Οι πρώτοι, κυρίως Φαναριώτες  ήδη πριν από τις ταραχές στην Πόλη, άρχισαν να συρρέουν στην επαναστατημένη Ελλάδα, όπου πολύ γρήγορα διακρίθηκαν στην πολιτική οργάνωση του επαναστατημένου Έθνους. Πολλοί Κύπριοι, για να αποφύγουν τις διώξεις των Τούρκων, κατέφυγαν στα Προξενεία των Μεγάλων Δυνάμεων και κατόπιν μεταφέρθηκαν με ξένα πλοία στα λιμάνια της Ιταλίας και της Γαλλίας.

Β) Το μοναδικό νέο πολιτικό στοιχείο  έως το 1909 ήταν η εμφάνιση της κοινοβουλευτικής ομάδας των Ιαπώνων, πολιτικού μορφώματος από το Δημήτριο Γούναρη, που ιδρύθηκε το 1906. Επίκεντρο της κριτικής του ήταν η αδυναμία του πολιτικού συστήματος να προσαρμοστεί στις εξελίξεις της κοινωνίας. Η ομάδα δεν μπόρεσε να επιβιώσει και  διαλύθηκε το 1908.

Γ) Το τελευταίο ρεύμα (εσωτερικών) προσφύγων δημιούργησε ο ελληνοτουρκικός πόλεμος του 1897. Την υποχώρηση του ελληνικού στρατού, μετά την κατάληψη της Λάρισας, ακολούθησε και γενική έξοδος του άμαχου πληθυσμού, που έφευγε πανικόβλητος. Η συνθήκη ειρήνης της Κωνσταντινούπολης  προέβλεπε ρυθμίσεις στη θεσσαλική συνοριακή γραμμή με μικρές βελτιώσεις υπέρ των Τούρκων. Στα εδάφη αυτά δε βρισκόταν κατοικημένες περιοχές, εκτός από ένα χωριό, την Κουτσούφλιανη, το οποίο οι κάτοικοι το εγκατέλειψαν και εγκαταστάθηκαν νοτιότερα  σε ελληνικό έδαφος.

Θέμα Β

Β1.α)  [Η πρόταση του Ελευθερίου Βενιζέλου να παραχωρηθεί ο Πόντος  στην υπό ίδρυση  Αρμενική Δημοκρατία  προκάλεσε μεγάλη  απογοήτευση στους Έλληνες του Πόντου, οι οποίοι στα διάφορα συνέδρια που πραγματοποίησαν στο Μπακού, στο Κρασνοντάρ, στο Βατούμ και στη Μασσαλία, διαμαρτυρήθηκαν έντονα για τη στάση της Ελληνικής Κυβέρνησης]. Πολλά ποντιακά σωματεία έστειλαν τότε τηλεγραφήματα στο Παρίσι για να μεταπείσουν τον Πρωθυπουργό , τον οποίο επισκέφτηκε μάλιστα τον Απρίλιο του 1919 ο μητροπολίτης Χρύσανθος. Μετά τη διεξοδική ενημέρωση που έλαβε  ο Έλληνας Πρωθυπουργός από το Χρύσανθο για το Ποντιακό Ζήτημα, αποφάσισε να ενισχύσει τις προσπάθειες των Ποντίων και έδωσε την έγκρισή του στο Μητροπολίτη να συνεχίσει την προσπάθεια ενημέρωσης  όλων των πολιτικών που έλαβαν μέρος στη Συνδιάσκεψη.

Οι περισσότεροι από αυτούς, με εξαίρεση τους Άγγλους αντιπροσώπους, είδαν με πολλή κατανόηση τα αιτήματα των Ελληνοποντίων. Συγκεκριμένα, στην πρόταση του Μητροπολίτη να γίνει ο Πόντος ανεξάρτητο κράτος υπό ελληνική εντολή , ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Ουίλσον  απάντησε: « Είναι θαυμάσια όσα μου λέτε. Ο Πόντος πρέπει να γίνει ανεξάρτητος. Μια ψήφο έχω εις την Συνδιάσκεψιν, αλλά  θα τη διαθέσω υπέρ του λαού σας»

β) Παρά το αρνητικό κλίμα που δημιουργήθηκε  ο ποντιακός ελληνισμός δεν πτοήθηκε . Στις 10 Μαρτίου 1921 ο Μητροπολίτης Αμάσειας Γερμανός πρότεινε  στον Υπουργό εξωτερικών Μπαλτατζή συνεργασία με τους Κούρδους και τους Αρμένιους  εναντίον του κινήματος του  Κεμάλ. Η κυβέρνηση του Γούναρη, απομονωμένη και από τους συμμάχους , δεν πήρε καμία πρωτοβουλία, ενώ οι Πόντιοι απογοητευμένοι, με πρωτοβουλία του Γερμανού Καραβαγγέλη, διοργάνωσαν δυο συνέδρια, στην Κωνσταντινούπολη στις 17 Αυγούστου 1921και στην Αθήνα στις 4 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους.

 Β2. α) Κατά την περίοδο του Κριμαϊκού πολέμου το αγγλικό και γαλλικό κόμμα έχασαν την εμπιστοσύνη των οπαδών  τους, μετά τη βίαιη συμπεριφορά της  Αγγλίας και της Γαλλίας απέναντι στην Ελλάδα, με το ναυτικό αποκλεισμό της χώρας .Είχε προηγηθεί και η υπόθεση Πατσίφικο , η οποία είχε δυσχεράνει τις σχέσεις των χωρών. Το ρωσικό κόμμα είχε κάποια προσωρινά κέρδη από αυτό. Η ήττα όμως της  Ρωσίας στον Κριμαϊκό  πόλεμο συνέβαλε στην αποδυνάμωση του κόμματος , το οποίο σταδιακά εξαφανίστηκε από την πολιτική σκηνή.

 β) Το 1854 ο Κριμαϊκός πόλεμος γέννησε  ελπίδες στους Έλληνες ότι έφθανε η ώρα της απελευθέρωσης της Ηπείρου, της Θεσσαλίας και της Μακεδονίας. Επαναστατικά σώματα από την Ελλάδα διείσδυσαν στις  επαρχίες αυτές και κάλεσαν τους κατοίκους να ξεσηκωθούν. Τα κινήματα όμως απέτυχαν. Τους αντάρτες που επέστρεψαν στην Ελλάδα ακολούθησαν και άμαχοι. Όταν ηρέμησε η κατάσταση, οι πρόσφυγες επέστρεψαν στις εστίες τους.

Ο Κριμαϊκός πόλεμος όμως έπληξε τους πρόσφυγες και μέσα στην Αθήνα. Η επιδημία χολέρας  που έφεραν τα γαλλικά στρατεύματα κατοχής διαδόθηκε γρήγορα στη πρωτεύουσα . Η επιδημία έπληξε  ιδιαίτερα το νότιο τμήμα της πόλης, όπου κατοικούσαν σε άθλιες συνθήκες πρόσφυγες από τα τουρκοκρατούμενα ελληνικά μέρη, οι οποίοι είχαν φτάσει στην Αθήνα μετά τη διακοπή των ελληνοτουρκικών σχέσεων (Μάρτιος 1854). Για την αποκατάσταση όλων των προσφύγων του 1854 ιδρύθηκε  προσφυγικός συνοικισμός στο χωριό Ανιβιτσα της Φθιώτιδας.

Θέμα Γ

Όσο οι Έλληνες ήταν υπόδουλοι, σε γενικές γραμμές τηρούσαν κοινή στάση απέναντι στον κατακτητή. Όταν άρχισε η εκδίωξη των Τούρκων άρχισαν οι συγκρούσεις μεταξύ των μέχρι τότε ομονοούντων. Το βασικότερο ζήτημα αφορούσε το ποιοι και πως θα διαχειρίζονταν την εξουσία

Α) Η διαμάχη αυτή συνδέεται με την κάθοδο του Δημ. Υψηλάντη στην επαναστατημένη Πελοπόννησο, ως πληρεξουσίου του αδελφού του Αλέξανδρου, Γενικού Επιτρόπου της Φιλικής Εταιρείας, με σκοπό την ανάληψη της ηγεσίας της Επανάστασης. Όταν ο Υψηλάντης έφτασε στην Ύδρα, οι πρόκριτοι σύμφωνα με τη δευτερογενή πηγή Α τον αναγνώρισαν, αρχικά, ως απεσταλμένο . Από εκεί κατευθύνθηκαν στο Άστρος, όπου συνάντησε τα μέλη της Γερουσίας, τους προκρίτους της Ρούμελης και του Μοριά, όπως και των νησιών, τοςυ στρατιώτες και τους οπλαρχηγούς και όλοι μαζί πια  έφτασαν στα Βέρβενα (στην  Αρκαδία)  με σκοπό να συσκεφθούν για την οργάνωση της διοίκησης. Ωστόσο οι Πελοποννήσιοι είχαν ήδη ορίσει από μόνοι τους κυβερνητικά όργανα τοπικής εμβέλειας. Μάλιστα, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στο κείμενο Α  της ιστορικής  πηγής, οι  «ολιγαρχικοί», όπως προσδιορίζονται οι πρόκριτοι, αρνήθηκαν να του παραχωρήσουν το δικαίωμα να ηγείται εκείνςο της Επανάστασης με την πρόφαση ότι δεν νομιμοποιείται να παρουσιάζεται ως αρχηγός στο όνομα της Αρχής. Επιπλέον αξίωσαν να επικυρώσει τη Γερουσία τους, διατηρώντας για τον εαυτό του απλώς μια γενική εποπτεία των υποθέσεων του Αγώνα και των στρατευμάτων, τα οποία βέβαια θα διοικούνται από συγγενείς και οικείους, σύμφωνα με τις αποφάσεις της Γερουσίας, η οποία επρόκειτο να αποτελέσει και το συμβούλιό του. Από την πλευρά που ο Υψηλάντης θέλησε να επιβάλει ένα δικό του «Γενικό Οργανισμό της Πελοποννήσου» θα του επέτρεπε να συγκεντρώσει τη στρατιωτική και πολιτική εξουσία στα χέρια του. Ο Υψηλάντης μάλιστα πρότεινε τη δημιουργία ενός  συγκεντρωτικού συστήματος διακυβέρνησης , ώστε να εξασφαλιστούν  οι οικονομικοί πόροι για τη συνέχιση του Αγώνα και η πειθαρχία στο στράτευμα . Πιο συγκεκριμένα σύμφωνα με το κείμενο Α  απαίτησε να οριστεί  ο ίδιος «υπέρτατος άρχων» αναλαμβάνοντας καθήκοντα αρχιστράτηγου, ως πληρεξούσιος της Αρχής, διοικώντας με απόλυτη εξουσία σε πολιτικό και στρατιωτικό επίπεδο . Επίσης, εισηγήθηκε την αντικατάσταση της Γερουσίας από ένα συμβουλευτικό σώμα που θα αναλάμβανε τον ανεφοδιασμό της επανάστασης. Όπως ήταν αναμενόμενο οι  πρόκριτοι δεν το αποδέχθηκαν και με δυσκολία αποσοβήθηκε η σύρραξη. Η αντίθεση μεταξύ των δυο πλευρών άλλωστε δεν είχε ως αντικείμενο μόνο το ποιος θα κατείχε  πραγματικά την εξουσία, αλλά αφορούσε και τη δομή του υπό ίδρυση κρατικού οργανισμού. Από τη μια ο Υψηλάντης θεωρούσε ότι οι τοπικιστικές τάσεις αποτελούσαν εμπόδιο για την οργάνωση του Αγώνα, ενώ από την άλλη  οι πρόκριτοι, έχοντας διαφορετικές επιδιώξεις, ήθελαν να είναι όλοι υπεύθυνοι για όλα. Συγκροτήθηκαν λοιπόν οι πρώτες παρατάξεις.

Β) Στη Β Εθνοσυνέλευση του Άστρους, το 1823, ο ανταγωνισμός για την εξουσία πήρε μεγάλες διαστάσεις. Συγκροτήθηκαν  δυο ισχυρά κόμματα, των προκρίτων και των κλεφτοκαπεταναίων. Οι τελευταίοι είχαν αποκτήσει μεγάλη δύναμη μετά τις πρώτες πολεμικές επιτυχίες και σύμφωνα με το κείμενο Β είχαν καταστεί φυσικοί αρχηγοί του επαναστατημένου  λαού. Έτσι συγκρούονται με τους κοτζαμπάσηδες που σε καμιά περίπτωση δεν επιθυμούσαν να αποποιηθούν την ισχύ που κατείχαν για αιώνες. Προσπάθησαν λοιπόν οι Πρόκριτοι να εκμηδενίσουν αυτή τη δύναμη, υποστηρίζοντας ότι η ηγεσία της επανάστασης  ανήκει σε εκείνους που διεξάγουν τον πόλεμο. Οι πρόκριτοι  κατόρθωσαν να συγκεντρώσουν την εξουσία στα χέρια τους,καταλαμβάνοντας εκείνοι  τις κυβερνητικές θέσεις. Ακολούθησε διχασμός, καθώς κυριάρχησαν  προσωπικές φιλοδοξίες, το φατριαστικό και τοπικιστικό  πνεύμα .

Γ) Ο διχασμός  εξελίχθηκε  σε εμφύλιο  πόλεμο το πρώτο εξάμηνο του 1824. Όπως χαρακτηριστικά παρουσιάζεται στο κείμενο Β που αποτελεί δευτερογενή πηγή  η πρώτη περίοδος του εμφυλίου εκδηλώνεται αρχικά σα σύγκρουση του στρατιωτικού κόμματος της «μαχαιροκρατίας», που αντιπροσωπεύεται κυρίως από τον Κολοκοτρώνη  με οτ κόμμα των πολιτικών «των καλαμαρτάδων», όπως χαρακτηρίζονται στο κείμενο της ίδιας πηγής. Στην πρώτη φάση επικρατούν οι ισχυροί πρόκριτοι της Πελοποννήσου, κυρίως της Αχαῒας, δηλαδή ο Ζαῒμης  και ο Λόντος  που είχαν ερείσματα στην Κυβέρνηση Κουντουριώτη. Μετά την επικράτηση των προκρίτων η διαμάχη τελείωσε με αμνηστία . Ωστόσο, το δεύτερο εξάμηνο του 1824 δημιουργήθηκαν νένα αντιμαχόμενα στρατόπεδα, τα οποία συγκροτήθηκαν αυτή τη φορά με τοπικιστικά κριτήρια. Το ένα αποτελούσαν οι Πελοποννήσιοι πρόκριτοι και στρατιωτικοί, και το άλλο Υδραίοι και Σπετσιώτες, υποστηριζόμενοι από Ρουμελιώτες οπλαρχηγούς. Πληροφορίες για τη δεύτερη φάση παρέχονται στο κείμενο Γ που συνδυάζει στοιχεία πρωτογενούς και δευτερογενούς πηγής, στο οποίο τονίζεται ότι η δεύτερη φάση ξεκινά, όταν με΄τα το Μάιο του 1824, διάφοροι Πελοποννήσιοι ηγέτες άρχισαν να καλούν σε ανταρσία εναντίον της επαναστατικής ηγεσίας. Συγχρόνως, οι αντίπαλοί τους με επικεφαλής  τους αδελφούς  Κουντουριώτη και τον Ιωάννη Κωλέττη, του μετέπειτα  πρωθυπουργού της Ελλάδος, που παρατίθεται στο Κείμενο Γ, με την οποία καλεί τους Ρουμελιώτες οπλαρχηγούς σε συνασπισμό εναντίον των Προκρίτων της Πελοποννήσου , οι οποίοι σύμφωνα πάντα με τον Κωλέττη μετά τις στρατιωτικές επιτυχίες τους προσπαθούν να αντικαταστήσουν την παλαιότερη πολιτική ιεραρχία, δηλαδή τους Τούρκους  μπέηδες και αγάδες. Έτσι, παροτρύνει τους Ρουμελιώτες να κατεβούν στην Πελοπόννησο και να λεηλατήσουν τις περιουσίες των Πελοποννησίων, αφενός γιατί  το δικαιούνται δεδομένου ότι αγωνίζονται χωρίς τα απαραίτητα εφόδια και αφετέρου τάζοντάς τους  πλουτισμό από τα δάνεια που συνήψε η κυβέρνηση.

Ο δεύτερος εμφύλιος πόλεμος, πρωτοφανής σε αγριότητα τελείωσε με νίκη των νησιωτών. Έτσι κατά το 1825 στο στρατόπεδο των νικητών άρχισαν να διαμορφώνονται τα μελλοντικά ξενικά κόμματα.

Θέμα Δ

α)  Η στάση της Ελληνικής  Κυβέρνησης κατά το 1908 τόσο πριν όσο και μετά από το επίσημο Ενωτικό ψήφισμα των Κρητών (24 Σεπτεμβρίου 1908) εξαρτάται άμεσα από τις διπλωματικές εξελίξεις που συντελέστηκαν στο εσωτερικό του νησιού μετά τη λήξη του κινήματος στο Θέρισο και από τη στάση των Μεγάλων Δυνάμεων απέναντι στο ενωτικό ζήτημα. Ειδικότερα, οι ευνοϊκές εξελίξεις που υπήρξαν τα δυο προηγούμενα έτη στην Κρήτη με τη σύμφωνη γνώμη  των Μεγάλων Δυνάμεων (παραχώρηση στο Βασιλιά των Ελλήνων  Γεώργιο τον Α  να διορίζει εκείνος τον Έλληνα Ύπατο Αρμοστή του νησιού, ίδρυση Κρητικής Πολιτοφυλακής  με Έλληνες αξιωματικούς, επίσημη ανάκληση των ξένων στρατευμάτων από το νησί) τη χειραφέτησαν από την προστασία των Μεγάλων Δυνάμεων επί αρμοστείας Αλ. Ζαῒμη . Το νησί έπρεπε πλέον να κινείται με τις δικές του δυνάμεις στη διαχείριση του Κρητικού Ζητήματος, προσβλέποντας, όπως είναι λογικό, σε μια στενή συνεργασία με την Ελλάδα

Το Φθινόπωρο του 1908 δυο μεγάλα  εξωτερικά γεγονότα  ήλθαν να ταράξουν πάλι την πορεία των κρητικών πραγμάτων: η προσάρτηση  της Βοσνίας και της Εζεργοβίνης από την Αυστρία  και η ανακήρυξη της Βουλγαρίας σε ανεξάρτητο βασίλειο, με ταυτόχρονη προσάρτηση  της Ανατολικής Ρωμυλίας .Αυτές οι εδαφικές απώλειες της Τουρκία ςστα Βαλκάνια αποσταθεροποίησαν το Οθωμανικό καθεστώς το οποίο αποσκοπώντας να θέσει  τέρμα στις εδαφικές βλέψεις των βαλκανικών λαών αλλά και στις μακροχρόνιες επεμβάσεις των Μεγάλων Δυνάμεων  . ήταν λογικό να μην υποχωρήσει για άλλη μια φορά σε διεθνές επίπεδο και μάλιστα στις απαιτήσεις μιας χώρας που στο πρόσφατο παρελθόν είχε ηττηθεί στρατιωτικά από την Τουρκία. (1897)

Η ελληνική κυβέρνηση βρέθηκε, λοιπόν, τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή σε μα δύσκολη θέση. Από τη μια, δεν επιθυμούσε να αποκηρύξει το ενωτικό καθεστώς της Κρήτης ταυτιζόμενη με τα εθνικά συμφέροντα της χώρας. Από την άλλη δεν μπορούσε και να το αποδεχθεί επίσημα, καθώς η Τουρκία στην περίπτωση αυτή απειλούσε με πόλεμο. Για αυτό  προτίμησε να τηρήσει μια επιφυλακτική και διαλλακτική πολιτική  σε συνεργασία με τις Μεγάλες Δυνάμεις, αποφεύγοντας να δώσει λαβή για οποιασδήποτε κατηγορίες  με τη γείτονα χώρα.

Γνώριζε, άλλωστε, πως τη δεδομένη χρονική στιγμή μετά την ήττα του 1897  και τις εσωτερικές περιπέτειες που ακολούθησαν και απαξίωσαν το σύνολο του πολιτικού συστήματος δε διέθετε τα απαιτούμενα ισχυρά μέσα διπλωματικής πίεσης. Γνώριζε επίσης ότι  η οικονομική αδυναμία της, λόγω της πτώχευσης του 1893, την καθιστούσε ανέτοιμη στρατιωτικά να αναλάβει οποιονδήποτε αγώνα θα ακολουθούσε της επίσημης αναγνώρισης της ένωσης. Για αυτό η ελληνική κυβέρνηση έκρινε ότι η πρωτοβουλία των κινήσεων θα έπρεπε να δοθεί  στους Κρήτες. Από την πλευρα της η Ελλάδα θα παρουσιαζόταν επιφανειακά παθητική, αναμένοντα στις αποφάσεις των Μεγάλων Δυνάμεων.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο η κυβέρνηση Γ. Θεοτόκη υπέδειξε στους Κρήτες την ανάγκη λαϊκών κινητοποιήσεων για την κήρυξη της ένωσης με την Ελλάδα. Τους προέτρεψε, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στο κείμενο Α  να διεκδικήσουν μονομερώς την ανεξαρτησία τους και την ένωσή τους  με την Ελλάδα, ενέργεια  που κρινόταν απαραίτητη σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ελληνικής πλευράς, για να διεκδικηθεί η  de facto ένωση του νησιού με την Ελλάδα. Ο ομόλογός του στην Κρήτη  Γ Παπαμαστοράκης  αντιμετώπισε θετικά την πρόταση αυτή και μετά τη σύμφωνη γνώμη του ηγέτη της Κρητικής  αντιπολίτευσης Ελ. Βενιζέλου πραγματοποιήθηκε στα Χανιά ένα ογκώδες συλλαλητήριο  15.000 ατόμων. Σε αυτή τη λαϊκή συγκέντρωση εγκρίθηκε ομόφωνα ο πρώτο ψήφισμα της ένωσης  και η Κρητική Κυβέρνηση εξέδωσε με τη σειρά της επίσημο ψήφισμα (24 Σεπτεμβρίου 1908)  . Για την επίσημη έναρξη της νέας περιόδου της πολιτικής ζωής στην Κρήτη, σχηματίστηκε προσωρινή διακομματική κυβέρνηση. Η Ελληνική κυβέρνηση ακολουθώντας την προτέρα τακτική, απέφυγε να αναγνωρίσει επίσημα την ένωση για να μην προκαλέσει διεθνείς περιπλοκές με την αντίδραση της Τουρκίας, δηλαδή έναν ελληνοτουρκικό πόλεμο. Περιορίστηκε σε παρασκηνιακές οδηγίες  προς τη νέα προσωρινή κυβέρνηση της Κρήτης, με την οποία συνεργαζόταν στενά.

Β) Λίγα χρόνια  αργότερα, μετά την αποδοχή της πρότασης  που του έγινε από το Στρατιωτικό Σύνδεσμο, ο Ελευθέριος Βενιζέλος έγινε Πρωθυπουργός της Ελλάδας (Σεπτέμβριος 1910) Αναλογιζόμενος ότι ως πρωθυπουργός πλέον ολόκληρης της Ελλάδας και κατ΄ επέκταση του Ελληνισμού –και όχι μόνο με την  ιδιότητα του Κρητικού Πολιτικού –ήταν υπεύθυνος να προασπίσει και να λειτουργήσει υπέρ του συνόλου των συμφερόντων της χώρας, θεώρησε ότι όφειλε  να ενεργήσει με τρόπο τέτοιο ώστε να υλοποιηθεί το όραμα της Μεγάλης Ιδέας με την προσάρτηση όχι μόνο της Κρήτης, αλλά και της Μακεδονίας, της Θράκης, των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου, των μικρασιατικών παραλίων. Παράλληλα γνώριζε ότι έπρεπε να ανορθώσει τη χώρα οικονομικά μετά την πτώχευση του 1893 και να οργανώσει έναν ισχυρό και ετοιμοπόλεμο στρατό (παραμονές Βαλκανικών πολέμων)

Για αυτό το οξύτατο πολιτικό του αισθητήριο και  η πείρα  ελληνοτουρκικές σχέσεις  αλλα και στις σχέσεις της Τουρκίας με τις Μεγάλες Δυνάμεις. Συνέστησαν, λοιπόν, στην ελληνική κυβέρνηση να μην  αναγνωρίσει επίσημα την πραξικοπηματική –μονομερή κήρυξη της ανεξαρτησίας στην Κρήτη, αποδεχόμενη τους Κρήτες Βουλευτές στο Ελληνικό Κοινοβούλιο, ώστε να εκμηδενιστούν με αυτό τον τρόπο οι άκαιρες, άστοχες και πεισματικές ενέργειες των Κρητών. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος εναρμονίστηκε πλήρως με τις συστάσεις των Μεγάλων Δυνάμεων, οι οποίες  άλλωστε συνέπιπταν με τις δικές του εκτιμήσεις και με σαφήνεια δήλωσε απερίφραστα τη στάση του και στην επιτροπή των Κρητών για να ψηφοθηρήσουν, αδιαφορώντας για τους εθνικούς κινδύνους που θα προέκυπταν, καθώς η Τουρκία παρακολουθούσε προσεκτικά τις εξελίξεις και ανέμενε την αφορμή για να κηρύξει μονομερή πόλεμο κατά της Ελλάδας.

Η σταθερή άρνηση του ελευθερίου Βενιζέλου να επιτρέψει την είσοδο των Κρητών Βουλευτών στο Ελληνικό Κοινοβούλιο  προκάλεσε ισχυρές αντιδράσεις στην Κρήτη. Αναταραχή εκδηλώθηκε στο νησί στα τέλη του 1911 και συγκροτήθηκε πάλι Επαναστατική Συνέλευση (3 Ιανουαρίου 1912), ενώ άρχισαν να οργανώνονται ένοπλα τμήματα. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος όμως, όπως απέδειξαν και οι μετέπειτα εξελίξεις, είχε σωστά σταθμίσει την κατάσταση. Πιο συγκεκριμένα, δεν επιθυμούσε να επέλθει  βίαια ανατροπή της ισορροπίας των τεταμένων ελληνοτουρκικών σχέσεων, σε μια περίοδο που η μυστική διπλωματία προετοίμαζε  την Ελληνο-βουλγαρο-Σερβική συμμαχία για από κοινού πόλεμο εναντίον της Τουρκίας.

Έτσι παρά τον αντιδημοκρατικό χαρακτήρα των χειρισμών του Ελευθερίου Βενιζέλου, συγκροτήθηκε η βαλκανική συμμαχία για τη διεξαγωγή του απελευθερωτικού πολέμου του 1912, με αποτέλεσμα εκείνο που δεν ειχε κατορθώσει να λύσει ι διπλωματία να το λύσιε ο πόλεμος .Ευθύς  μετά  την έκρηξη των Βαλκανικών Πολέμων (Οκτώβριος του 1912) οι πύλες του Ελληνικού Κοινοβουλίου άνοιξαν για τους Κρήτες βουλευτές, που έγιναν δεκτοί με εκδηλώσεις απερίγραπτου πατριωτικού ενθουσιασμού. Ο Πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων ανέγνωσε ψήφισμα σύμφωνα με το οποίο «Η Ελλάς αποδέχεται όπως του λοιπού ενυπάρχει κοινόν Κοινοβούλιο δια το ελεύθερον Βασίλειον και δια την νήσον Κρήτην»  Αλλά ο Ελευθέριος Βενιζέλος δεν προχώρησε περισσότερο,αναγνωρίζοντας επίσημα την ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα. Δεν ήθελε να διαταράξει τις σχέσεις του με τις Ευρωπαϊκές Δυνάμεις , εν όψει του Α Βαλκανικού πολέμου που είχε αρχίσει και από τον οποίο η Ελλάδα προσδοκούσε με τη σύμφωνη γνώμη τους  να διευρυνθεί εδαφικά πέραν της Κρήτης. Αρκέστηκε να αποστείλει στην Κρήτη ως Γενικό Διοικητή το φίλο του Στ, Δραγούμη, ο οποίος ανέλαβε τα καθήκοντά του στις 12 Οκτωβρίου 1912.

 

 

Για να δείτε το Κριτήριο Αξιολόγησης στο οποίο αναφέρονται οι παραπάνω απαντήσεις επιλέξτε τον παρακάτω σύνδεσμο: 

Προσομοιωτικό Κριτήριο Αξιολόγησης Ιστορίας Προσανατολισμού Νο 10

Ομάδα Β

ΘΕΜΑ Γ

Η παρούσα πηγή προέρχεται από τις αυθεντικές εκθέσεις και τα επίσημα κείμενα των επιτρόπων των εν Μυτιλήνη Μικρασιατών προσφύγων (1915) και αναφέρεται στις διώξεις που υπέστη το ελληνικό στοιχείο και συγκεκριμένα οι Έλληνες της Ανατολικής Θράκης και της Δυτικής Μικράς Ασίας από την τουρκική κυβέρνηση. Πρόκειται για μια πρωτογενή πηγή, καθώς είναι σύγχρονη με τα γεγονότα και οι πληροφορίες που παρέχει είναι άμεσες.

(Σχολικό βιβλίο, σελ. 138): Τους πρώτους μήνες του 1914 έγιναν αθρόες μεταναστεύσεις Μουσουλμάνων της Σερβίας, της Βουλγαρίας και της Ελλάδας προς τη Μικρά Ασία, οι οποίες υποκινήθηκαν σε γενικές γραμμές από την τουρκική κυβέρνηση. Αυτό έδωσε το πρόσχημα στην τουρκική κυβέρνηση, σε συνδυασμό με την επικείμενη είσοδο της Τουρκίας στον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο, να εκδιώξει τους Έλληνες. Πρώτα θύματα υπήρξαν οι Έλληνες της Ανατολικής Θράκης, οι οποίοι εκδιώχθηκαν από τις εστίες τους στις αρχές του 1914.

Η στοχευμένη τουρκική πολιτική εναντίον των ελληνικών πληθυσμών επιβεβαιώνεται και από το παράθεμα, στο οποίο γίνεται λόγος συγκεκριμένα για τις διώξεις του ελληνικού στοιχείου στο χωριό Κάτω Παναγιά. Ανταποκριτής αγγλικής εφημερίδας κατέγραψε το μεθοδευμένο πρόγραμμα, σύμφωνα με το οποίο Μουσουλμάνοι επήλυδες εγκαταστάθηκαν στο εν λόγω χωριό ακολουθώντας τις οδηγίες της νεοτουρκικής πολιτικής. Μάλιστα, ο πρόκριτος της κωμόπολης διατάχθηκε σε αυστηρό τόνο να μεριμνήσει για τα καταλύματα των νεοφερμένων, εντολή που προκάλεσε πανικό στους περίπου τέσσερις χιλιάδες Έλληνες κατοίκους, οι οποίοι, με τη σειρά τους, διατάχθηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους και να διαπεραιωθούν στη Χίο.

Αξίζει να σημειωθεί ότι, σε αντίθεση με τη σκληρή νεοτουρκική πολιτική, οι Μουσουλμάνοι πρόσφυγες δε συμπεριφέρθηκαν βίαια στους Έλληνες κατοίκους του χωριού, απλώς ενθουσιάστηκαν με την ομορφιά των νέων σπιτιών τους. Από την άλλη όμως, οι φτωχότερες τάξεις των Ελλήνων, οι οποίες μέχρι πριν ζούσαν μια ήσυχη ζωή και ασχολούνταν με την καλλιέργεια της γης ή την αλιεία, με τα νέα μέτρα περιήλθαν σε άθλια κατάσταση.

(Σχολικό βιβλίο, σελ. 138): Τον Μάιο οι διωγμοί επεκτάθηκαν και στη Δυτική Μικρά Ασία, με το πρόσχημα της εκκένωσης της περιοχής απέναντι από τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, για στρατιωτικούς λόγους. Όλη η επιχείρηση έγινε με την καθοδήγηση των Γερμανών, συμμάχων των Τούρκων. Η εκκένωση μεθοδεύτηκε πρώτα με ανθελληνική εκστρατεία του τουρκικού τύπου και καταπίεση των Ελλήνων για να εξαναγκαστούν σε «εκούσια» μετανάστευση. Σε πολλές περιπτώσεις διαπράχθηκαν λεηλασίες και δολοφονίες σε βάρος των Ελλήνων.

Τα ανθελληνικά σχέδια της τουρκικής κυβέρνησης επισημαίνονται και από τον Άγγλο ανταποκριτή, ο οποίος στο τέλος της αναφοράς του τονίζει ότι η εγκατάσταση των Μουσουλμάνων προσφύγων από τη Μακεδονία στα ελληνικά χωριά και κυρίως σε αυτά που βρίσκονται απέναντι από τη  Χίο και τη Μυτιλήνη εντάσσονται στα επίσημα σχέδια της τουρκικής πολιτικής, τα οποία μάλιστα δε διστάζει να τα παραδεχτεί η τουρκική κυβέρνηση. Άλλωστε, όλα τα στοιχεία αποδεικνύουν ότι απώτερος στόχος των Νεότουρκων ήταν να δημιουργήσουν ένα συμπαγές μουσουλμανικό τείχος σε όλο το μήκος των μικρασιατικών ακτών, προκειμένου να αντιμετωπίσουν αυτά που οι ίδιοι χαρακτηρίζουν ως «πανελλήνια προπαγάνδα».

Συμπερασματικά, η ανθελληνική νεοτουρκική πολιτική εντασσόταν στο πλαίσιο των γενικότερων εξελίξεων, λόγω της έκρηξης του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, και δικαιολογούνταν από την τουρκική πλευρά με το πρόσχημα της προστασίας των τουρκικών συμφερόντων από τις ελληνικές διεκδικήσεις. Η πηγή λειτουργεί επιβεβαιωτικά στη γνώση του σχολικού βιβλίου, ενώ παράλληλα προσφέρει και πρόσθετες πληροφορίες, οι οποίες μάλιστα είναι δυνατόν να αξιολογηθούν ως αντικειμενικές, εφόσον προέρχονται από ξένο δημοσιογράφο.

ΘΕΜΑ Δ1

Οι συγκεκριμένες πηγές προέρχονται από αποσπάσματα του βιβλίου του ιστορικού Λευτέρη Παπαγιαννάκη, Οι Ελληνικοί Σιδηρόδρομοι (1882 – 1910). Γεωπολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές διαστάσεις και του ιστορικού Γ. Δερτιλή, Κοινωνικός μετασχηματισμός και στρατιωτική επέμβαση (1880 – 1909). Αναφέρονται στην περίοδο της εποχής των σιδηροδρόμων και στη συνεισφορά αυτού στην ανάπτυξη της ελληνικής κοινωνίας. Πρόκειται για δευτερογενείς πηγές, καθώς συντάχτηκαν μεταγενέστερα και απέχουν χρονικά από το ιστορικό συμβάν.

α) (Σχολικό βιβλίο, σελ. 33): Η πιο χαρακτηριστική από τις αλλαγές που έφερε η βιομηχανική επανάσταση στα ανεπτυγμένα κράτη του 19ου αιώνα ήταν η εμφάνιση, η εξάπλωση και τελικά η κυριαρχία του σιδηροδρόμου στις χερσαίες μεταφορές. Το σιδηροδρομικό δίκτυο έλυνε το πρόβλημα της μεταφοράς μεγάλου όγκου προϊόντων με μικρό κόστος, σε αποστάσεις που μετριούνταν πλέον στην κλίμακα κρατών και ηπείρων. Η βιομηχανική επανάσταση, η αύξηση της παραγωγής και η δημιουργία μεγάλων πόλεων δεν θα μπορούσαν να προχωρήσουν χωρίς αυτήν τη νέα δυνατότητα που εξασφάλιζε την τροφοδοσία των πόλεων με τρόφιμα, τα εργοστάσια με πρώτες ύλες και την αγορά με προϊόντα. Κάτω από τις συνθήκες αυτές, δεν ήταν περίεργο που ο σιδηρόδρομος έγινε το σύμβολο των νέων καιρών και το συνώνυμο της ανάπτυξης κατά το 19ο αιώνα.

Το ιστορικό παράθεμα επιβεβαιώνει τη σημασία του σιδηρόδρομου τον 19ο αιώνα, προσθέτοντας μάλιστα την πληροφορία ότι κερδίζει διαρκώς έδαφος και αναδεικνύεται σε ισχυρή στρατιωτική, πολιτική και οικονομική δύναμη σε όλη την ευρωπαϊκή ήπειρο. Ειδικότερα, γύρω στο 1870, έχουν τεθεί αφενός μεν οι βάσεις για το εθνικό δίκτυο σιδηροδρόμων, αφετέρου δε με τις διακρατικές ενωτικές γραμμές ανοίγεται ο δρόμος προς τις Άλπεις και οργανώνεται ο σιδηρόδρομος σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

β) (Σχολικό βιβλίο, σελ. 34-35): Το σιδηροδρομικό δίκτυο της Ελλάδας ολοκληρώθηκε σε τρεις περίπου δεκαετίες, από το 1880 και μετά. Η μεγάλη ώθηση δόθηκε στις πρώτες πρωθυπουργίες του Χαρίλαου Τρικούπη (1882-1892), οπότε και κατασκευάστηκαν 900 χιλιόμετρα σιδηροδρομικής γραμμής. Τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετώπισε το ελληνικό κράτος επιβράδυναν την κατασκευή του έργου στη δεκαετία του 1890 και το δίκτυο ολοκληρώθηκε μόλις το 1909. Στο μεγαλύτερο τμήμα του το δίκτυο ήταν μετρικό, με γραμμές πλάτους ενός μόνο μέτρου, τη στιγμή που οι διεθνείς προδιαγραφές προέβλεπαν γραμμές πλάτους 1,56 μέτρων. Αυτό σήμαινε ότι το δίκτυο σχεδιάστηκε για να εξυπηρετεί τοπικές κυρίως ανάγκες, χωρίς φιλοδοξίες να αποτελέσει τμήμα του διεθνούς δικτύου.

Οι πληροφορίες του δεύτερου παραθέματος επιβεβαιώνουν και συνακόλουθα τεκμηριώνουν τα προαναφερθέντα, τονίζοντας την περιορισμένη ανάπτυξη της ελληνικής χώρας, γεγονός που οδηγεί τον Τρικούπη να προτιμά τη γραμμή τοπικού χαρακτήρα (1μ.). Εξάλλου, ήταν αναγκασμένος να προβεί σε αυτή την επιλογή, εξαιτίας του σημαντικά ανεβασμένου κόστους των προδιαγραφών που ίσχυαν σε διεθνές επίπεδο. Ας μην ξεχνάμε ότι (σχολικό βιβλίο, σ.35) το κράτος ανέλαβε το μεγαλύτερο μέρος του κόστους του έργου και επωμίστηκε το μεγαλύτερο μέρος του δανεισμού, που έγινε κυρίως από ξένα πιστωτικά ιδρύματα. Οι ιδιώτες συμμετείχαν με μικρότερο ποσοστό (περίπου 30%), σ’ ένα έργο του οποίου η αποδοτικότητα ήταν πολύ αμφίβολη.

γ) (Σχολικό βιβλίο, σελ. 35): Το σιδηροδρομικό δίκτυο κλήθηκε να εξυπηρετήσει τη διακίνηση αγροτικών κυρίως προϊόντων και από την αρχή της λειτουργίας του παρουσίαζε σοβαρή υστέρηση στα έσοδά του σε σχέση με τους αισιόδοξους υπολογισμούς που οδήγησαν στη δημιουργία του. Το γεγονός αυτό οδήγησε και στη διακοπή των περαιτέρω επενδύσεων στο χώρο του σιδηροδρόμου.

Άλλωστε, κατά την άποψη του Δερτιλή, το όλο θέμα των ελληνικών σιδηροδρόμων εξελίχθηκε σε ένα μύθο, που δεν έπαυε, ωστόσο, να αποπνέει και τη δική του ειρωνεία, εφόσον η χώρα εισήλθε στην εποχή του σιδηρόδρομου κινούμενη περισσότερο από ενοχικά συναισθήματα από την ανάγκη της να κινηθεί στην εποχή του καπιταλισμού.

Βέβαια, (σχολικό βιβλίο, σ. 35) είναι αναμφίβολο ότι το σιδηροδρομικό δίκτυο πρόσφερε πολλά σε μία χώρα που δεν είχε ποτέ πριν γνωρίσει αξιόπιστο χερσαίο συγκοινωνιακό δίκτυο. Πρόσφερε επίσης πολλές υπηρεσίες στον καιρό των πολέμων, αφού επέτρεψε τη γρήγορη επιστράτευση και τον εφοδιασμό του ελληνικού στρατού. Δεν κατόρθωσε όμως να φέρει την ανάπτυξη και την εκβιομηχάνιση στις περιοχές όπου έφτασε. Ο Δερτιλής επισημαίνει ότι η επένδυση στον σιδηρόδρομο δεν μπόρεσε να εξασφαλίσει συνθήκες αισθητής οικονομικής ανάκαμψης, αφού στη χώρα μας δεν υπήρχαν τότε ισχυρές κατασκευαστικές βιομηχανίες δικτύου και τροχαίου υλικού, ελλείψει, βέβαια, σιδήρου και κάρβουνου.

Συμπερασματικά (σχολικό βιβλίο, σ. 35)  το σιδηροδρομικό δίκτυο δεν κατόρθωσε να εκπληρώσει όσες αναπτυξιακές προσδοκίες στηρίχθηκαν πάνω του. Για να το κάνει αυτό θα έπρεπε να προκαλέσει την αλλαγή κοινωνικών και οικονομικών δομών. Και, φυσικά, ένα συγκοινωνιακό δίκτυο δύσκολα μπορεί να πετύχει τόσο ριζοσπαστικές αλλαγές, όπως άλλωστε επιβεβαιώνουν και τα παραθέματα.

 

*Προτείνεται για τον επίλογο να αξιοποιηθούν οι πληροφορίες του σχολικού βιβλίου, εφόσον έχουν ένα συμπερασματικό χαρακτήρα.

Οι απαντήσεις στις πηγές με τη μορφή της σύνθεσης είναι προτεινόμενες και εννοείται πως δεν αποτελούν απαραβίαστο κανόνα.

 

 

 

Για να δείτε το Κριτήριο Αξιολόγησης στο οποίο αναφέρονται οι παραπάνω απαντήσεις επιλέξτε τον παρακάτω σύνδεσμο: 

Προσομοιωτικό Κριτήριο Αξιολόγησης Ιστορίας Προσανατολισμού Νο 9

Το κριτήριο αξιολόγησης που μόλις διαβάσατε προετοίμασε η συνάδελφος Δέσποινα Μαλανδρή, η οποία στη συνέχεια το παραχώρησε στον ιστότοπό μας σε ένδειξη αλληλεγγύης προς τους υπόλοιπους συναδέλφους.

Την ευχαριστούμε από καρδιάς και της ευχόμαστε κάθε επιτυχία όχι μόνο στον επαγγελματικό στίβο αλλά και στην προσωπική της ζωή.

Για να μεταβείτε σε κάποιο άλλο Κεφάλαιο ή Ενότητα της Ιστορίας Ανθρωπιστικών Σπουδών της Γ’ Λυκείου, επιλέξτε τον αντίστοιχο σύνδεσμο από τους παρακάτω πίνακες:

ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΤΗΝ ΑΣΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ

Τα δημογραφικά δεδομέναΗ Μεγάλη Ιδέα
Το εμπόριο το 19ο αιώναΗ ελληνική ναυτιλία το 19ο αιώνα
Διανομή εθνικών κτημάτωνΕκμετάλλευση Ορυχείων
Το Τραπεζικό ΣύστημαΗ βιομηχανία
Δημόσια ΈργαΣιδηρόδρομοι
Εθνικά Δάνεια Πτώχευση 1893 -
ΔΟΕ
Εξωελλαδικό ελληνικό κεφάλαιο
Αγροτικό Ζήτημα Εργατικό Κίνημα
Οικονομικές Συνθήκες Κατά την Περίοδο 1910-1922 Α' Παγκόσμιος Πόλεμος
Οικονομική ζωή κατά την περίοδο 1922-1936 Ελληνική Οικονομία Κατά την Περίοδο του Μεσοπολέμου
Μεγάλες Επενδύσεις Τράπεζα της Ελλάδος
Κρίση του 1932

Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΚΟΜΜΑΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ (1821-1936)

Σύνταγμα του 1844 Παρακμή Ξενικών Κομμάτων
Νέα Γενιά Εθνοσυνέλευση 1862-1864
Η εδραίωση του δικομματισμού Οργάνωση των Κομμάτων Κατά το Τελευταίο Τέταρτο του 19ου Αιώνα
Από τη Χρεοκοπία στο Στρατιωτικό Κίνημα στο Γουδί Το Κόμμα των Φιλελευθέρων
Αντιβενιζελικά Κόμματα Αριστερά Κόμματα
Εθνικός Διχασμός Σοσιαλιστικό κόμμα

ΤΟ ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ (1821-1930)

Διωγμός του 1914 Άλλα Προσφυγικά Ρεύματα
Περίθαλψη (1914-1921) Παλιννόστηση
Έξοδος Πρώτο Διάστημα
Σύμβαση Λοζάνης - Ανταλλαγή Πληθυσμών Επιτροπή Αποκαταστάσεως Προσφύγων
Αγροτική Αποκατάσταση Αστική Αποκατάσταση
Αποζημίωση Ανταλλαξίμων Ελληνοτουρκική Προσέγγιση
Ενσωμάτωση Προσφύγων Επιπτώσεις Άφιξης Προσφύγων

ΤΟ ΚΡΗΤΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ ΑΠΟ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΑΠΟΨΗ
ΚΑΤΑ ΤΟ 19ο ΚΑΙ ΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΟΥ 20ού ΑΙΩΝΑ

Οργάνωση Κρητικής Πολιτείας Περίοδος Δημιουργίας
Πρώτα Νέφη Επανάσταση Θερίσου
Αρμοστεία Αλέξανδρου Ζαΐμη Κατάλυση Αρμοστείας στην Κρήτη
Γεγονότα Ετών 1909-1913 Μετάκληση Βενιζέλου στην Αθήνα
Οριστική Λύση Κρητικού Ζητήματος

ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ

Ερωτήσεις Κλειστού Τύπου εφ΄ όλης της Ύλης Ερωτήσεις Κλειστού Τύπου εφ΄ όλης της Ύλης- Απαντήσεις
Συνδυαστικές Ερωτήσεις εφ΄ όλης της Ύλης Συνδυαστικές Ερωτήσεις εφ΄ όλης της Ύλης-Απαντήσεις
Πολιτικά Κόμματα Ερωτήσεις Σ/Λ Πολιτικά Κόμματα Σ/Λ- Απαντήσεις
Προσφυγικό Ζήτημα κατά τον 19ο αιώνα Σ/ Λ Προσφυγικό Ζήτημα κατά τον 19ο αιώνα Σ/Λ - Απαντήσεις
Οικονομία Οικονομία Απαντήσεις
Οικονομία Β
Οικονομία Γ Οικονομία Γ Απαντήσεις
Οικονομία Δ
Οικονομία & Πολιτικά Κόμματα
Πολιτικά Κόμματα Πλήρες Κριτήριο με Εναλλακτικές Ασκήσεις
Πολιτικά Κόμματα Β
Πολιτικά Κόμματα Γ
Πολιτικά Κόμματα & Προσφυγικό
Το Κρητικό ζήτημα Το Κρητικό ζήτημα Απαντήσεις
Το Κρητικό ζήτημα Β
Παρευξείνιος Ελληνισμός Παρευξείνιος Ελληνισμός Απαντήσεις
Κριτήριο Αξιολόγησης Κεφάλαια Γ-Ε Κριτήριο Αξιολόγησης Κεφάλαια Γ-Ε Απαντήσεις
Προσομοιωτικό Κριτήριο Αξιολόγησης Προσομοιωτικό Κριτήριο Αξιολόγησης Απαντήσεις
Προσομοιωτικό Κριτήριο Αξιολόγησης 2
Προσομοιωτικό Κριτήριο Αξιολόγησης 3 Προσομοιωτικό Κριτήριο Αξιολόγησης 3 Απαντήσεις
Προσομοιωτικό Κριτήριο Αξιολόγησης 4 Προσομοιωτικό Κριτήριο Αξιολόγησης 4 Απαντήσεις
Προσομοιωτικό Κριτήριο Αξιολόγησης 5 Προσομοιωτικό Κριτήριο Αξιολόγησης 5 Απαντήσεις
Προσομοιωτικό Κριτήριο Αξιολόγησης 6
Προσομοιωτικό Κριτήριο Αξιολόγησης 7 Προσομοιωτικό Κριτήριο Αξιολόγησης 7 Απαντήσεις
Προσομοιωτικό Κριτήριο Αξιολόγησης 8 Προσομοιωτικό Κριτήριο Αξιολόγησης 8 Απαντήσεις
Προσομοιωτικό Κριτήριο Αξιολόγησης 9 Προσομοιωτικό Κριτήριο Αξιολόγησης 9 Απαντήσεις

 

Η Ομάδα του filologika.gr


Για περισσότερη ενημέρωση για θέματα που αφορούν τα Φιλολογικά μαθήματα ακολουθήστε μας στην επίσημη σελίδα μας στο Facebook.