Ηθικά Νικομάχεια 1-2: Κριτήριο Αξιολόγησης με Αδίδακτο Κείμενο (ΙΕΠ) Απαντήσεις

Ηθικά Νικομάχεια 1-2: Κριτήριο Αξιολόγησης με Αδίδακτο Κείμενο (ΙΕΠ) Απαντήσεις

ΜΟΙΡΑΣΟΥ ΤΟ:

Ηθικά Νικομάχεια Ενότητες 1-2

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΗ ΓΡΑΠΤΗ ΕΞΕΤΑΣΗ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ  Γ’ ΛΥΚΕΙΟΥ

Α. ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

i. α. Στο δεύτερο βιβλίο των Ηθικών Νικομαχείων ο Αριστοτέλης εξετάζει το θέμα της αρετής. Στα αρχαία ελληνικά είχε τη σημασία της ιδιότητας, της ικανότητας, της υπεροχής, τα πνευματικά και ψυχικά χαρίσματα του ανθρώπου. Δεν είχε, δηλαδή, σαφώς ηθικό περιεχόμενο, σε αντίθεση με τη σύγχρονη σημασία της και γι’ αυτό ο Σταγειρίτης στο δοθέν απόσπασμα την διακρίνει σε διανοητική και ηθική. Από τη μια η διανοητική «ἡ μὲν διανοητικὴ τὸ πλεῖον ἐκ διδασκαλίας ἔχει καὶ τὴν γένεσιν καὶ τὴν αὔξησιν, διόπερ ἐμπειρίας δεῖται καὶ χρόνου» σχετίζεται με τη λογική και τοποθετείται στο καθαρά λογικό μέρος της ψυχής, το «λόγον ἔχον» μέρος, το νου. Όσον αφορά την γένεση και την ανάπτυξή των διανοητικών αρετών, εξαρτώνται από τη διδασκαλία, η οποία χρειάζεται εμπειρία και χρόνο αλλά και από άλλους παράγοντες, όπως υποδηλώνει η φράση «τὸ πλεῖον» (= κατά κύριο λόγο). Ο αρμόδιος, λοιπόν, για τη μετάδοσή των αρετών αυτών είναι ο δάσκαλος. Μάλιστα, η πορεία κατάκτησής τους δεν ολοκληρώνεται ποτέ, αλλά είναι μια συνεχής διαδικασία προσέγγισης της γνώσης. Γι’ αυτό και ο φιλόσοφος χρησιμοποιεί τη λέξη «αύξηση» για να δηλώσει τη συνεχή αυτή καλλιέργεια της διάνοιας. Από την άλλη η ηθική αρετή «ἡ δ’ ἠθικὴ ἐξ ἔθους περιγίνεται» ως όρος δηλώνει την τάση ελέγχου ορισμένων συναισθημάτων και ορθής δράσης. Στον πληθυντικό αριθμό χρησιμοποιείται για να δηλώσει το σύνολο των αρετών που αναφέρονται σε συγκεκριμένα συναισθήματα, στις επιδιώξεις του πλούτου και της κοινωνικής αναγνώρισης. Είναι σημαντικό εδώ να λεχθεί πως ο Αριστοτέλης έδωσε μεγαλύτερο εύρος στην έννοια αυτή σε σχέση με τον δάσκαλό του Πλάτωνα. Οι ηθικές αρετές τοποθετούνται στο «ἐπιθυμητικόν», στο μέρος της ψυχής που μετέχει και στο «λόγον ἔχον» και στο «ἄλογον» μέρος. Όσον αφορά την κατάκτησή τους, αυτή εξαρτάται από τον εθισμό «ἔθος», τη συνήθεια που διαμορφώνεται με την επανάληψη μιας ενέργειας. Αρμόδιος, λοιπόν, για την απόκτηση των αρετών αυτών είναι ο ίδιος ο άνθρωπος, ο οποίος πρέπει να καταβάλει μεγάλη προσπάθεια και αγώνα. Αξιομνημόνευτη είναι εδώ και η παρατήρηση του Αριστοτέλη σχετικά με την ετυμολογία της λέξης ηθική, καθώς η λέξη ηθική παράγεται από το «ἦθος», το οποίο είναι ο εκτεταμένος τύπος του όρου «ἔθος».

  β. 1) διανοητική, 2) ηθική, 3)  ηθική, 4) ηθική

ii. 1. Η βασική φιλοσοφική θέση που υποστηρίζει ο Αριστοτέλης στο δοθέν απόσπασμα είναι ότι οι ηθικές αρετές δεν υπάρχουν στον άνθρωπο εκ φύσεως, αλλά αποκτώνται με τη συνειδητή επανάληψη όμοιων ενεργειών που οδηγούν στον εθισμό, και έτσι γίνονται αναπόσπαστο στοιχείο του χαρακτήρα του. Αυτή τη θέση επιχειρεί να ενισχύσει, χρησιμοποιώντας δύο επιχειρήματα. Αρχικά, ακολουθώντας έναν επαγωγικό συλλογισμό χρησιμοποιεί δύο παραδείγματα αντλημένα από την εμπειρική παρατήρηση της φύσης. Από τη μια η πέτρα πάντοτε θα κινείται με πορεία προς τα κάτω υπακούοντας στον φυσικό νόμο της βαρύτητας, ο οποίος δεν μεταβάλλεται. Από την άλλη η φωτιά πάντοτε θα κινείται προς τα πάνω υπακούοντας στη φυσική ιδιότητα των θερμών αερίων, η οποία δεν μεταβάλλεται. Ως εκ τούτου οι φυσικοί νόμοι δεν μεταβάλλονται και αφού οι ηθικές αρετές μεταβάλλονται όπως τα πράγματα που γεννιούνται με μια ιδιότητα εκ φύσεως, αποδεικνύεται ότι δεν είναι έμφυτες. Στη συνέχεια με το χρονικό επίρρημα ἔτι που δηλώνει, στην προκειμένη περίπτωση, ότι εισάγεται νέο επιχείρημα, αναφέρει ότι στις ιδιότητες που ενυπάρχουν στον άνθρωπο ως δυνατότητες ο άνθρωπος προβαίνει στις αντίστοιχες ενέργειες αυτών των ιδιοτήτων, αφού ήδη τις διαθέτει. Ως παράδειγμα φέρνει τις αισθήσεις, που δόθηκαν στον άνθρωπο ως a priori στοιχεία, αφού διαθέτει εκ των προτέρων τα αισθητήρια όργανα, τα οποία του δίνουν τη δυνατότητα να αισθάνεται, όταν ολοκληρωθεί η ανάπτυξή τους. Ειδικότερα, αναφέρει την όραση και την ακοή, οι οποίες αναδεικνύουν ότι ο άνθρωπος διαθέτει πρώτα τη δυνατότητα να ακούει και να βλέπει και στη συνέχεια ακούει και βλέπει. Στην περίπτωση, όμως των αρετών συμβαίνει το αντίθετο, καθώς προηγούνται οι ενέργειες της απόκτησής τους. Δηλαδή, οι άνθρωποι πρώτα προβαίνουν στην επανάληψη μιας ενέργειας, στην εξάσκησή της και ύστερα αποκτούν την αντίστοιχη αρετή. Και συνεχίζει, λέγοντας πως αυτό συμβαίνει και στην περίπτωση των πρακτικών τεχνών.

2. Με τη συμπερασματική διατύπωση «οὔτ΄ ἄρα φύσει οὔτε παρὰ φύσιν ἐγγίνονται αἱ ἀρεταί» ο Αριστοτέλης διατυπώνει την άποψη πως οι ηθικές αρετές δεν υπάρχουν στον άνθρωπο εκ φύσεως, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι υπάρχουν σε αντίθεση με τη φύση. Αυτή η άποψη φαίνεται αντιφατική, ωστόσο δηλώνει ότι οι ηθικές αρετές αν και δεν είναι σύμφυτες με την ανθρώπινη φύση δεν έρχονται σε αντίθεση με αυτήν, καθώς ο άνθρωπος διαθέτει «δυνάμει», από τη φύση του «πεφυκόσι», την προδιάθεση να αποκτήσει την αρετή και γίνεται τέλειος «τελειουμένοις» με τον εθισμό του σε αυτή. Με αυτή τη φράση ο Αριστοτέλης αντιτίθεται στην παλιά αριστοκρατική αντίληψη, σύμφωνα με την οποία αφενός η αρετή είναι δώρο της φύσης ή των θεών, το οποίο δίνεται ή δεν δίνεται στον άνθρωπο τη στιγμή της γέννησής του, υπάρχει εκ φύσεως ή δεν υπάρχει εκ φύσεως και αφετέρου η ηθική αρετή υπάρχει στους ευγενείς «ἀρίστους», και είναι προνόμιο το οποίο κληροδοτείται στους απογόνους τους, ενώ ο απλός λαός ήταν αμέτοχος σε αυτό. Αυτή η άποψη συναντάται σε πολλούς ποιητές, όπως στον Όμηρο, τον Τυρταίο, τον Θέογνη και τον Πίνδαρο. Ενδεικτικό παράδειγμααποτελεί η φράση της Αντιγόνης προς την αδελφή της Ισμήνη στο ομώνυμο έργο του Σοφοκλή «δείξεις τάχα εἴτε εὐγενὴς πέφυκας, εἴτ’ ἐσθλῶν κακή» (μετάφραση: έτσι έχουν αυτά για σένα και θα αποδείξεις γρήγορα αν είσαι εκ φύσεως γενναία ή είσαι δειλή, αν και κατάγεσαι από ευγενείς γονείς), όπου αναδεικνύεται ότι η ηθική αρετή δίνεται ή δεν δίνεται από τη φύση και ενίοτε κληροδοτείται στους απογόνους. Άλλο ενδεικτικό παράδειγμα αποτελεί και η αρετή του Αγησιλάου στο ομώνυμο έργο του Ξενοφώντα που αποδίδεται στην ευγενική του καταγωγή, γεγονός που αναδεικνύει ότι η αρετή είναι χαρακτηριστικό που κληρονομούν οι απόγονοι από τους προγόνους τους.

iii. Γ., 2.Δ., 3.Β., 4.Α., 5.Ε.

iv. γένεσιν >γίγνομαι<γενετική, απόγονος

ἐμπειρίας >ἐν + πειρῶμαι <πείραμα, απόπειρα

πεφυκότων > φύω – φύομαι <φύση, φυσιοδίφης

παρεκκλῖνον >παρά + ἐκ + κλίνω<κλίση, αποκλίνουσα

φερόμενος > φέρω – φέρομαι <φορά, φερέφωνο

v. Σύμφωνα με το περιεχόμενο του αποσπάσματος των Ηθικών Νικομαχείων του Αριστοτέλη, η ηθική αρετή ως όρος δηλώνει την τάση ελέγχου ορισμένων συναισθημάτων και ορθής δράσης και στον πληθυντικό αριθμό χρησιμοποιείται για να δηλώσει το σύνολο των αρετών που αναφέρονται σε συγκεκριμένα συναισθήματα, στις επιδιώξεις του πλούτου και της κοινωνικής αναγνώρισης. Οι ηθικές αρετές τοποθετούνται στο «ἐπιθυμητικόν», στο μέρος της ψυχής που μετέχει και στο «λόγον ἔχον» και στο «ἄλογον» μέρος. Όσον αφορά την κατάκτησή τους, αυτή εξαρτάται από τον εθισμό «ἔθος», τη συνήθεια που διαμορφώνεται με την επανάληψη μιας ενέργειας. Αρμόδιος, λοιπόν, για την απόκτηση των αρετών αυτών είναι ο ίδιος ο άνθρωπος και όχι τόσο ο δάσκαλος όπως συμβαίνει με τις διανοητικές αρετές στις οποίες αναφέρθηκε νωρίτερα. Σύμφωνα με το δοθέν απόσπασμα από τους «Νόμους» του Πλάτωνα η ανατροφή και η εκπαίδευση μπορούν να επιτευχθούν με διδασκαλία, νουθεσία και νόμους. Στο απόσπασμα αναφέρεται ότι στις μικρές ηλικίες συνίσταται η διδασκαλία και οι νουθεσίες παρά η επιβολή νόμων. Η άποψη αυτή δικαιολογείται από το γεγονός ότι σε ιδιωτικό επίπεδο οι άνθρωποι παρουσιάζουν πολλών ειδών συμπεριφορές και πράξεις, οι οποίες έρχονται, σε αντίθεση με τις συμβουλές του νομοθέτη, δεν αποτελούν, όμως, σοβαρά παραπτώματα. Ωστόσο, η ύπαρξή τους θέτει σε κίνδυνο την αρμονική συμβίωση στην πόλη, καθώς δημιουργεί πολλές και διαφορετικές συμπεριφορές που διαμορφώνουν διαφορετικά ήθη μεταξύ των πολιτών. Η έλλειψη κοινής νοοτροπίας, λοιπόν, αναδεικνύεται επικίνδυνη για την κοινωνική συμβίωση και γι’ αυτό πρέπει να αποφευχθεί. Αλλά αυτό είναι δύσκολο να επιτευχθεί με την επιβολή νόμων. Γι’ αυτό προκρίνεται η διδασκαλία και οι νουθεσίες που θα υποδείξουν ορθά πρότυπα συμπεριφοράς στα οποία πρέπει να συμμορφωθεί το σύνολο των ανθρώπων. Μάλιστα αυτού του είδους η εκπαίδευση πρέπει να γίνεται από τη στιγμή της γέννησης των παιδιών, αφού στην νεαρή ηλικία είναι εύπλαστη η προσωπικότητα του ανθρώπου. Η άποψη που διατυπώνεται στο πλατωνικό χωρίο έχει αρκετά κοινά σημεία με την αριστοτελική θεωρία για τον εθισμό σε ενάρετες πράξεις που οδηγούν στην κατάκτηση της αρετής. Ωστόσο, οι δύο διδασκαλίες διαφοροποιούνται στο γεγονός ότι ο μεν Πλάτων προκρίνει τη συμβολή του δασκάλου στην παιδευτική διαδικασία διαμόρφωσης του ήθους, ενώ ο Αριστοτέλης την προσωπική προσπάθεια του ίδιου του ανθρώπου. Βέβαια, είναι σημαντικό να λεχθεί πως και ο Αριστοτέλης σε καμία περίπτωση δεν απορρίπτει το ρόλο του δασκάλου, όπως γνωρίζουμε από άλλα χωρία των Ηθικών Νικομαχείων.

Β. ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

i. Γι’ αυτό ακριβώς εγώ, ο οποίος δεν επεδίωξα την προτροπή αλλά έγραψα φιλική συμβουλή, σκοπεύω να σε συμβουλεύω ποια πρέπει να επιθυμούν οι νεότεροι και από ποιες πράξεις να απέχουν και με ποιου είδους ανθρώπους να συναναστρέφονται και πώς να διοικούν τη ζωή τους. Γιατί όσοι ακολούθησαν αυτήν την πορεία της ζωής, αυτοί μόνο επέτυχαν να προσεγγίσουν πραγματικά την αρετή, από την οποία κανένα απόκτημα δεν υπάρχει πιο σπουδαίο και σίγουρο.

ii. Σύμφωνα με τον Ισοκράτη η αρετή είναι ανώτερη από την ομορφιά, τον πλούτο και τη σωματική δύναμη. Η αρετή υπερέχει της ομορφιάς, καθώς η δεύτερη φθείρεται από τον χρόνο και την ασθένεια. Η αρετή υπερέχει και του πλούτου, καθώς ο πλούτος οδηγεί στην τεμπελιά και στις ηδονές. Τέλος, η αρετή υπερέχει και της σωματικής δύναμης, καθώς η δύναμη συνοδευόμενη από την φρόνηση ωφελεί, όμως βλάπτει περισσότερο αν δεν συνοδεύεται από αυτήν. Η αρετή υπερτερεί όλων αυτών των αξιών καθώς διατηρείται μέχρι το τέλος της ζωής του ανθρώπου και είναι καλύτερη από τον πλούτο και χρησιμότερη από την ευγενική καταγωγή, γιατί καθιστά τα αδύνατα δυνατά, οπλίζει με θάρρος και υπομονή και θεωρεί ντροπή την τεμπελιά.

iii. α. παράκλησιν: παράκλησις ⇒ παρακλήσει

παραίνεσιν: παραίνεσις ⇒παραινέσει

κτῆμα: κτῆμα ⇒κτήματι

φρονήσεως: φρόνησις ⇒ φρονήσεις

σώματα: σῶμα ⇒ σώματι

πλήθει: πλῆθος ⇒ πλήθει

β.  εὑρόντες: εὑρίσκω, εὑρίσκομεν

ἐφικέσθαι: ἐφικνοῦμαι, ἐφικνούμεθα

ἠδυνήθησαν: δύναμαι, δυνάμεθα

ἀνήλωσεν: ἀναλίσκω/ἀναλῶ, ἀναλοῦμεν/ἀναλίσκομεν

καθιστᾶσα: καθίστημι, καθίσταμεν

iv. α. Ἡ δὲ τῆς ἀρετῆς κτῆσις οἷς ἂν ἀκιβδήλως ταῖς διανοίαις συναυξηθῇ͵ μόνη

μὲν συγγηράσκει͵ πλούτου δὲ κρείττων͵ χρησιμωτέρα δ΄ εὐγενείας ἐστὶν͵ τὰ μὲν τοῖς ἄλλοις ἀδύνατα δυνατὰ καθιστᾶσα͵ τὰ δὲ τῷ πλήθει φοβερὰ θαρσαλέως ὑπομένουσα͵ καὶ τὸν μὲν ὄκνον ψόγον͵ τὸν δὲ πόνον ἔπαινον ἡγουμένη.

Υπόθεση: οἷς ἂν ἀκιβδήλως ταῖς διανοίαις συναυξηθῇ: ἂν + υποτακτική

Απόδοση: Ἡ δὲ τῆς ἀρετῆς κτῆσις μόνη μὲν συγγηράσκει͵ πλούτου δὲ κρείττων͵ χρησιμωτέρα δ΄ εὐγενείας ἐστὶν͵ τὰ μὲν τοῖς ἄλλοις ἀδύνατα δυνατὰ καθιστᾶσα͵ τὰ δὲ τῷ πλήθει φοβερὰ θαρσαλέως ὑπομένουσα͵ καὶ τὸν μὲν ὄκνον ψόγον͵ τὸν δὲ πόνον ἔπαινον ἡγουμένη: οριστική ενεστώτα.

Ο υποθετικός λόγος είναι λανθάνων, γιατί η υπόθεση κρύβεται στην αναφορικοϋποθετική πρόταση, και δηλώνει την αόριστη επανάληψη στο παρόν – μέλλον.

β. 1. ἧς οὐδὲν κτῆμα σεμνότερον οὐδὲ βεβαιότερόν ἐστιν.

κτῆμα: α’ όρος σύγκρισης

ἧς: γενική συγκριτική ως β’ όρος σύγκρισης

σεμνότερον, βεβαιότερόν: συγκριτικές λέξεις

Μετατροπή: ἢ ἥ οὐδὲν κτῆμα σεμνότερον οὐδὲ βεβαιότερόν ἐστιν.

κτῆμα: α’ όρος σύγκρισης

ἢ ἥ: β’ όρος σύγκρισης εκφερόμενος με ἢ + ομοιόπτωτα

σεμνότερον, βεβαιότερόν: συγκριτικές λέξεις

2. πλοῦτος δὲ κακίας μᾶλλον ἢ καλοκαγαθίας ὑπηρέτης ἐστὶν

κακίας: α’ όρος σύγκρισης

ἢ καλοκαγαθίας: β’ όρος σύγκρισης εκφερόμενος με ἢ + ομοιόπτωτα

μᾶλλον: συγκριτική λέξη

Μετατροπή: πλοῦτος δὲ κακίας μᾶλλον καλοκαγαθίας ὑπηρέτης ἐστὶν

κακίας: α’ όρος σύγκρισης

καλοκαγαθίας: γενική συγκριτική ως β’ όρος σύγκρισης εκφερόμενος

μᾶλλον: συγκριτική λέξη

 

 

Οι απαντήσεις αναφέρονται σε κριτήριο το οποίο αποτελεί μέρος των κριτηρίων αξιολόγησης για τα αρχαία Γ Λυκείου που έχει δημοσιεύσει το ΙΕΠ

Μπορείτε να δείτε τα υπόλοιπα στο σύνδεσμο: Κριτήρια Αξιολόγησης για Αρχαία Γ Λυκείου (Νέα Μορφή)

 

Το κριτήριο μπορείτε να το βρείτε στο σύνδεσμο:

Ηθικά Νικομάχεια 1-2: Κριτήριο Αξιολόγησης με Αδίδακτο Κείμενο (ΙΕΠ) 

παράκλησις: το λεξικό Lidell-Scott-Κωνσταντινίδη δίνει τις ακόλουθες τρεις ερμηνείες: i. πρόσκληση για βοήθεια/δέηση, ii. προτροπή, iii. παραμυθία/παρηγοριά

Ηθικά Νικομάχεια 1-2: Πλήρες Κριτήριο Αξιολόγησης με Αδίδακτο Κείμενο (ΙΕΠ)

Τις απαντήσεις στο κριτήριο αξιολόγησης του ΙΕΠ προετοίμασε η εκλεκτή συνάδελφος Εύη Πέπε, η οποία στη συνέχεια το παραχώρησε στον ιστότοπό μας σε ένδειξη αλληλεγγύης προς τους υπόλοιπους συναδέλφους.

Την ευχαριστούμε από καρδιάς και της ευχόμαστε κάθε επιτυχία όχι μόνο στον επαγγελματικό στίβο αλλά και στην προσωπική της ζωή.

Η ομάδα του filologika.gr


Για περισσότερη ενημέρωση για θέματα που αφορούν την προετοιμασία για τις Πανελλήνιες Εξετάσεις ακολουθήστε μας στην επίσημη σελίδα μας στο Facebook.