Ερωτήσεις Εμβάθυνσης (Συνδυαστικές): Πρώτο Μέρος
Για να μεταφερθείτε σε κάποια άλλη ενότητα των Αρχαίων Ελληνικών Προσανατολισμού της Γ’ Λυκείου επιλέξτε την αντίστοιχη σελίδα από το παρακάτω μενού:
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΕΜΒΑΘΥΝΣΗΣ (ΣΥΝΔΥΑΣΤΙΚΕΣ): ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ
Φιλοσοφικός Λόγος
1. Οι απόψεις Σωκράτη και Πρωταγόρα σχετικά με το διδακτό χαρακτήρα της αρετής.
1η ενότητα (το μάθημα (το οποίο διδάσκω) … είναι κάτι που διδάσκεται).
4η ενότητα (Ζεὺς οὖν δείσας περὶ τῷ γένει ἡμῶν… Αὕτη, ὦ Σώκρατες, τούτου αἰτία.)
7η ενότητα («Στην πραγματικότητα αρχίζουν από την παιδική ηλικία να διδάσκουν … το να μην μπορεί να διδαχθεί η αρετή.»)
Σχεδιάγραμμα
- Στην 1η ενότητα ο Σωκράτης παρουσιάζει την Αθήνα ως πρότυπο διάκρισης ειδικών γνώσεων και πολιτικής ζωής, με τις πρώτες να διδάσκονται ενώ τη δεύτερη όχι.
- Στην 4η ενότητα ο Πρωταγόρας, στο μύθο του, υπονοεί ότι οι θεσμοί, η πολιτική αρετή και ζωή εμφανίστηκαν τελευταίες ως προϊόν ανάγκης.
- Στο επιμύθιο της 4ης ενότητας ο Πρωταγόρας επαναλαμβάνει το επιχείρημα του Σωκράτη για τη διάκριση ειδικών γνώσεων – πολιτικής ζωής, αλλά κατά βάθος δε συμφωνεί μαζί του.
- Στο απόσπασμα της 7ης ενότητας ο Πρωταγόρας παρουσιάζει όλη την εκπαιδευτική διαδικασία της Αθήνας ως ζωντανή απόδειξη ότι η αρετή διδάσκεται (ολοκλήρωση της απάντησής του στο σωκρατικό επιχείρημα της 1ης ενότητας)
Απάντηση
Στην 1η ενότητα ο Σωκράτης παρουσιάζει την αθηναϊκή πραγματικότητα: Η πόλη – πρότυπο αποδέχεται μόνον τους ειδικούς και τους επαΐοντες σε οποιοδήποτε θέμα σχετίζεται με ειδική γνώση, πεδίο που γενικευτικά ονομάζεται τέχνες. Αντίθετα, ανεξαρτήτως κοινωνικών ή ατομικών χαρακτηριστικών όλοι οι άνδρες έχουν το δικαίωμα να διατυπώσουν τη γνώμη τους για θέμα που αφορά τη διοίκηση της πόλης συνολικά. Γενικεύοντας λοιπόν ο Σωκράτης συμπεραίνει ότι η ειδική, τεχνική, γνώση αποκτήθηκε με διδασκαλία, άρα αφορά συγκεκριμένους ανθρώπους που διαφοροποιούνται από τους άλλους ως ειδικοί και μελλοντικοί σύμβουλοί τους σε θέμα της αρμοδιότητάς τους.
Αφού όμως όλοι μιλούν για τα πολιτικά χωρίς ειδική διδασκαλία, προφανώς θα πρέπει η γνώση της πολιτικής να είναι έμφυτη, την έχει δηλαδή κανείς ή όχι.
Από την άλλη ο Πρωταγόρας , αφού εξήγησε την αδυναμία των πρωτόγονων κοινωνιών να ζήσουν αρμονικά, παρά την ύπαρξη θρησκείας, γλώσσας και βασικού τεχνικού πολιτισμού, παραθέτει μύθο για να εξηγήσει την απόκτηση της πολιτικής αρετής:
ο Δίας, αλληγορικά, επεμβαίνει και σώζει το ανθρώπινο γένος από τον αφανισμό δωρίζοντάς του, μέσω του Ερμή, την αιδώ και τη δικαιοσύνη. Ξεκαθαρίζει μάλιστα ότι αυτό τους αφορά όλους σε αντίθεση με τον ειδικό/ επαΐοντα / επιστήμονα:
εἷς ἔχων ἰατρικὴν πολλοῖς ἱκανὸς ἰδιώταις, καὶ οἱ ἄλλοι δημιουργοί·
καὶ δίκην δὴ καὶ αἰδῶ οὕτω θῶ ἐν τοῖς ἀνθρώποις, ἢ ἐπὶ πάντας νείμω;” “
Ἐπὶ πάντας,” ἔφη ο Ζεύς, “καὶ πάντες μετεχόντων·
Με άλλα λόγια ενώ βλέπουμε ότι ήδη η ανθρώπινη κοινωνία έχει προχωρήσει στον καταμερισμό της εργασίας, απαραίτητο στάδιο για το πέρασμα στη μόνιμη εγκατάσταση και την απαρχή του πολιτισμού, η αναγκαία συνθήκη, το στοιχείο έκ τῶν ὧν οὐκ ἄνευ, για τη δημιουργία μιας ασφαλούς και πολιτισμένης κοινωνίας είναι η κοινοκτημοσύνη των δύο βασικών πυλώνων της πολιτικής αρετής, αιδούς και δίκης. Για να επιζήσει μόνιμα μια κοινωνία, πρέπει ως ζωντανός οργανισμός να έχει υγιή κύτταρα, κι αυτά είναι η κοινή παραδοχή άγραφων κανόνων και η συμπεφωνημένη ηθική συμπεριφορά. Στα πλαίσια μάλιστα του διδακτισμού στο μύθο, όποιος δε μετέχει στην παραπάνω συμφωνία πρέπει να θανατώνεται, σαν ένα καρκινικό κύτταρο που θα μολύνει και το υπόλοιπο σώμα:
καὶ νόμον γε θὲς παρ’ ἐμοῦ
τὸν μὴ δυνάμενον αἰδοῦς καὶ δίκης μετέχειν
κτείνειν ὡς νόσον πόλεως
Στο επιμύθιο ο Πρωταγόρας επαναφέρει την περιγραφή του Σωκράτη: υπάρχει απόλυτη διαφοροποίηση ανάμεσα στις τέχνες, όπου εύλογα θεωρείται ειδικός μόνον όποιος διδάχτηκε την τέχνη αυτή (ὅταν μὲν περὶ ἀρετῆς τεκτονικῆς ᾖ λόγος ἢ ἄλλης τινὸς δημιουργικῆς, ὀλίγοις οἴονται μετεῖναι συμβουλῆς) και στα πολιτικά πράγματα, όπου ο καθένας έχει το μερίδιο της συμμετοχής του ανεξάρτητα από τα προσωπικά του χαρακτηριστικά (ὅταν δὲ εἰς συμβουλὴν πολιτικῆς ἀρετῆς ἴωσιν, ἣν δεῖ διὰ δικαιοσύνης πᾶσαν ἰέναι καὶ σωφροσύνης)
Δηλαδή οι δύο άνδρες συμφωνούν;
Τα λεγόμενα του Πρωταγόρα θα έπρεπε να μας προξενήσουν έκπληξη, καθώς επαναλαμβάνει ατόφιο το επιχείρημα του Σωκράτη και φαίνεται να το υποστηρίζει μάλιστα (ὡς σὺ φῄς—εἰκότως, ὡς ἐγώ φημι).
Τότε όμως δεν ακυρώνει το δικό του επιχείρημα περί του διδακτού της πολιτικής αρετής, αφού αποδέχεται τις απόψεις του αντιπάλου;
Δεν είναι έτσι, καθώς στο τέλος του επιμύθιου ο Πρωταγόρας υποδεικνύει τη λύση (αὕτη, ὦ Σώκρατες, τούτου αἰτία) και δεν επαναλαμβάνει τα λόγια του Σωκράτη. Ο Πρωταγόρας δηλαδή υπονοεί ότι οι τέχνες αποκτήθηκαν σε κάποιο πρωτόγονο στάδιο της ιστορίας της ανθρωπότητας, πριν από την ύπαρξη μόνιμων κοινωνιών, ενώ η πολιτική αρετή εμφανίστηκε με τη μορφή κοινωνικού συμβολαίου, αργότερα ως ύστατη λύση. Από τη στιγμή που εμφανίστηκε αργότερα, υπονοείται πως δεν ανήκει στην αρχική, ζωώδη φύση του ανθρώπου, ακόμα και μετά τον εξοπλισμό που του δώρισε ο Προμηθέας. Επομένως, δεν είναι ένα ξεκάθαρα φυσικό στοιχείο της ανθρωπότητας, παρόλο που αποτελεί αναγκαία συνθήκη για την ύπαρξή της. Ο σοφιστής θα κάνει σαφές ότι και η πολιτική αρετή απαιτεί μια μακροχρόνια, σχεδόν διά βίου, διδασκαλία αρκετά αργότερα, στην 7η ενότητα.
Οι δύο άνδρες φαίνεται να διαφωνούν σχετικά με το φυσικό ή επίκτητο χαρακτήρα της πολιτικής αρετής, συμφωνούν όμως ότι είναι ο πυρήνας της πολιτικής ζωής, η αναγκαία συνθήκη της.
2. Νόμος και Δικαιοσύνη στα κείμενα του «Φιλοσοφικού Λόγου»
Κείμενα
- 6η ενότητα του «Πρωταγόρα»
- 7η ενότητα του «Πρωταγόρα», απόσπασμα «και όταν πια φύγουν αυτοί [δηλ. οι νέοι άνδρες] από τους δασκάλους, η πόλη, με τη σειρά της, τους αναγκάζει να μάθουν τους νόμους … το εκπληκτικό όμως θα ήταν μάλλον το να μην μπορεί να διδαχθεί η αρετή.»
- 3η ενότητα των «Ηθικών Νικομαχείων» , απόσπασμα «οἱ γὰρ νομοθέται τοὺς πολίτας ἐθίζοντες ποιοῦσιν ἀγαθούς, καὶ τὸ μὲν βούλημα παντὸς νομοθέτου τοῦτ’ ἐστίν, ὅσοι δὲ μὴ εὖ αὐτὸ ποιοῦσιν ἁμαρτάνουσιν, καὶ διαφέρει τούτῳ πολιτεία πολιτείας ἀγαθὴ φαύλης».
- 14η ενότητα των «Πολιτικών».
- 13η ενότητα της «Πολιτείας» και κυρίως το απόσπασμα «Ἐπελάθου, ἦν δ’ ἐγώ, πάλιν, ὦ φίλε, ὅτι νόμῳ οὐ τοῦτο μέλει, … ἵνα καταχρῆται αὐτὸς αὐτοῖς ἐπὶ τὸν σύνδεσμον τῆς πόλεως.»
Σχεδιάγραμμα
- Εισαγωγικά: Η διάκριση νόμῳ -φύσει στους σοφιστές . Σύγκριση με απόψεις Σωκράτη, Πλάτωνα και Αριστοτέλη.
- Στην 6η ενότητα του «Πρωταγόρα» το παιδαγωγικό περιεχόμενο των ποινών και του νόμου είναι η απόδειξη του διδακτού της αρετής.
- Στην 3η ενότητα των «Ηθικών Νικομαχείων» η νομοθεσία είναι απόδειξη ότι « οὐδεμία τῶν ἠθικῶν ἀρετῶν φύσει ἡμῖν ἐγγίνεται». Σημαντικές αναλογίες με τον Πρωταγόρα.
- Στη 14η ενότητα των «Πολιτικών» η δικαιοσύνη είναι συνεκτικό στοιχείο της κοινωνίας, στα πλαίσια της αριστοτελικής τελολογικής άποψης για την πολιτική ζωή.
- Στην 13η ενότητα της «Πολιτείας», ο Νόμος στον Πλάτωνα, στο πλαίσιο του κόσμου των Ιδεών, είναι απόλυτος, όχι μόνον παιδαγωγικό μέσο, αλλά τρόπος απόλυτου ελέγχου και συνοχής της μελλοντικής Πολιτείας.
Απάντηση:
α. εισαγωγικά
Για όλους ανεξαιρέτως τους σοφιστές οι κοινωνικοί θεσμοί είναι ανθρώπινες συμβάσεις, άρα δεν υπάρχει οποιαδήποτε βιολογική ή μεταφυσική αφετηρία τους. Έτσι η ηθική είναι σχετική ανάλογα με το χρόνο και το χώρο. Αυτό όμως σε καμιά περίπτωση δε σημαίνει ότι οι θεσμοί και η ηθική δεν είναι απολύτως αναγκαίοι για την επιβίωση των ανθρώπινων κοινωνιών. Μπορεί να υφίστανται νόμῳ και όχι φύσει, είναι όμως τόσο βαθιά ριζωμένοι στο συλλογικό ασυνείδητο και εμπεδώνονται στις νέες γενιές μέσω της εκπαίδευσης, ώστε αποτελούν κάτι σαν δεύτερη φύση μας. Γύρω από τη λεπτή αυτή διάκριση, σίγουρα πρωτοποριακή για τον 5ο αιώνα π.Χ. στήνεται ο πλατωνικό διάλογος «Πρωταγόρας».
Από την άλλη πιο πειραματικά ο Σωκράτης και πιο θεωρητικά ο Πλάτωνας , αναζητούν τις βαθύτερες, μεταφυσικές στην ουσία τους, αφετηρίες των ανθρώπινων κοινωνιών, των θεσμών και κυρίως της δικαιοσύνης. Ο Σωκράτης πολεμά το σχετικισμό και τη χρησιμοθηρία των σοφιστών, προσπαθώντας να αποδείξει την ύπαρξη αιώνιων αρχών πίσω από τα φαινόμενα, που γίνονται αντιληπτές μέσω της διαλεκτικής. Ο Πλάτωνας προχωρώντας χτίζει το δυισμό αισθητού και νοητού κόσμου. Οι κοινωνικές συμβάσεις ανήκουν στον πρώτο, ενώ στον δεύτερο ανήκουν οι Ιδέες, οι άφθαρτες ουσίες, τα όντως όντα, χάρη στις οποίες υπάρχουν όλα τα υλικά και ηθικά φαινόμενα, ως απεικάσματα. Οι άφθαρτες αυτές αλήθειες μπορεί να γίνουν αντιληπτές μόνον από τις προικισμένες φύσεις μέσω μιας επίπονης εκπαίδευσης που οδηγεί στη θέαση του Αγαθού, της απόλυτης Ιδέας, της αόρατης κινητήριας δύναμης του κόσμου.
Ο Αριστοτέλης καταργεί το δυισμό του Πλάτωνα, αλλά απορρίπτει το σχετικισμό και τον εμπειρισμό των σοφιστών. Τα εμπειρικά φαινόμενα δεν απορρίπτονται καθεαυτά, αρκεί να αναζητείται η ουσία τους. Όλος ο κόσμος, υλικός και ηθικός, έχει τέλος, δηλαδή κορύφωση και τελειότητα, αλλά και έσχατο σκοπό, πέρα από τον οποίο δεν μπορεί κανείς να προχωρήσει. Για κάθε άνθρωπο ξεχωριστά το τέλος είναι η ευδαιμονία, δηλαδή η ολοκλήρωση, η απόλυτη ηθική και πνευματική ισορροπία.
β. Πρωταγόρας και Αριστοτέλης.
Στην 6η ενότητα του «Πρωταγόρα» ο σοφιστής υπογραμμίζει τον τελολογικό χαρακτήρα των ποινών (πρὸς τούτῳ τὸν νοῦν ἔχων καὶ τούτου ἕνεκα – οὐ τοῦ παρεληλυθότος ἕνεκα ἀδικήματος, ἀλλὰ τοῦ μέλλοντος χάριν). Η κοινωνία που έχει ξεπεράσει τον πρωτογονισμό των ενστίκτων και που δεν αντιλαμβάνεται την τιμωρία ως εκδίκηση και αυτοδικία, δεν τιμωρεί ἀλογίστως, ὥσπερ θηρίον (όσο κι αν αυτό είναι μάλλον ένα ζητούμενο και όχι δεδομένο –ο σοφιστής εξιδανικεύει την εποχή του, σκόπιμα παραβλέπει ότι η τίσις και η κάθαρσις είναι βαθιά ριζωμένες στους συγχρόνους του), αλλά το κάνει αυτό μετά λόγου. Αυτή η ορθολογική αντιμετώπιση οφείλεται στην –λανθάνουσα ή φανερή – αντίληψη ή προσδοκία ότι τιμωρώντας δεν εκδικούμαστε μόνον, αλλά μπορούμε να βελτιώσουμε τους συνανθρώπους μας είτε σωφρονίζοντας το δράστη (ἵνα μὴ αὖθις ἀδικήσῃ μήτε αὐτὸς οὗτος) είτε παραδειγματίζοντας τους υπόλοιπους (μήτε ἄλλος ὁ τοῦτον ἰδὼν κολασθέντα).
Η ανθρωπότητα όμως, από τη στιγμή που προσδοκά τη βελτίωση μέσω των ποινών, έχει σιωπηρά αποδεχθεί ότι όλες οι ηθικές ιδιότητες είναι επίκτητες και ότι και οι ποινές είναι μέσο απόκτησής τους. Θα ήταν άτοπο να σχεδιάζονται ποινές ανάλογα με το αδίκημα, εάν δεν αναμενόταν καμιά βελτίωση.
H επιχειρηματολογία αυτή, όσο εξιδανικευτική κι αν είναι, φαίνεται πιο πειστική από το σωκρατικό επιχείρημα ότι οι ηθικές αρετές υπάρχουν εγγενώς στον άνθρωπο ως τετελεσμένες ιδιότητες, γι΄αυτό και δε χρειάζονται διδασκαλία και εμπέδωση.
Η 7η ενότητα του «Πρωταγόρα» αποτελεί ένα από τα πιο δυνατά σημεία του σοφιστή, καθώς χρησιμοποιεί το επιχείρημα του Σωκράτη για τις αντιλήψεις των Αθηναίων πολύ παραστατικά, εξιστορώντας όλες τις φάσεις της αγωγής που προσφέρει η Αθήνα, από τη νηπιακή ηλικία μέχρι την ενηλικίωση. Στο τελευταίο στάδιο φορέας της αγωγής είναι όχι απλώς η επιφανειακή εκμάθηση των νόμων, αλλά η εσωτερίκευσή τους και η ζωή σύμφωνα με αυτούς, η παραγωγή όχι απλώς νομοταγών, αλλά νομιμοφρόνων πολιτών.
Πέρα από το ότι είναι μεγάλο κέρδος για τον Πρωταγόρα να χρησιμοποιεί το ίδιο το παράδειγμα του Σωκράτη και την ίδια του την πόλη για να ανατρέψει την ιδέα του δεύτερου, είναι φανερό εδώ αυτό που είδαμε στην εισαγωγή: όσο κι αν ο σοφιστής θεωρεί πως οι νόμοι δεν έχουν κανένα μεταφυσικό περιεχόμενο, αλλά αποτελούν ανθρώπινα προϊόντα, είναι σίγουρο πως η παρουσία τους στην ανθρώπινη ζωή και ηθική είναι τόσο ισχυρή, ώστε προκύπτει η παρανόηση πως απλώς γεννιόμαστε με ηθικές αρετές. Οι νόμοι δηλαδή και η αρετή που προκύπτει από αυτούς δεν υπάρχουν φύσει, είναι όμως δεύτερη φύση για τον πολιτισμένο άνθρωπο.
Στην 3η ενότητα των «Ηθικών Νικομαχείων» ο Αριστοτέλης κάνει περίπου το ίδιο. Θεωρεί δηλαδή πως όλη η προσπάθεια των νομοθετών να γράψουν νόμους έχει ως τέλος να ηθικοποιήσουν τους (συν-)πολίτες τους (οἱ γὰρ νομοθέται τοὺς πολίτας ἐθίζοντες ποιοῦσιν ἀγαθούς, καὶ τὸ μὲν βούλημα παντὸς νομοθέτου τοῦτ’ ἐστίν). Η προσπάθεια αυτή μπορεί να μην είναι πάντοτε επιτυχημένη ἐνεργείᾳ, καθώς μπορεί να προκύψουν νόμοι ἀπεσχεδιασμένοι και όχι ὀρθοί και ανάλογα να προκύψει πολίτευμα φαύλο και όχι ορθό. Σε επίπεδο δυνάμεως όμως, δηλαδή δυνατοτήτων και προθέσεων, αναγνωρίζεται ο παιδαγωγικός και ηθικοποιητικός ρόλος της νομοθεσίας. Και ο Αριστοτέλης επισφραγίζει την επιχειρηματολογία του χρησιμοποιώντας την απαγωγή σε άτοπο με υποθετικό λόγο του μη πραγματικού: εἰ γὰρ μὴ οὕτως εἶχεν, οὐδὲν ἂν ἔδει τοῦ διδάξοντος, ἀλλὰ πάντες ἂν ἐγίνοντο ἀγαθοὶ ἢ κακοί, δηλαδή, παραφράζοντάς τον, δε θα είχε νόημα όλη η προσπάθεια των νομοθετών αν η κοινωνία πίστευε ότι οι άνθρωποι γεννιούνται εξαρχής ικανοί ή ανίκανοι να εσωτερικεύσουν τις ηθικές αρετές.
Στη 14 ενότητα των «Πολιτικών» ο Αριστοτέλης κάνει δύο πολύ σημαντικές παρατηρήσεις. Πρώτον, η συμβίωση είναι φυσική ιδιότητα του ανθρώπου, ακόμα και του πρωτόγονου. Η ανθρώπινη κοινωνία όμως με θεσμούς και ηθική δεν είναι τόσο αυτονόητη, αλλά χρειάζεται προσπάθεια, γι΄αυτό και σχηματικά θεωρείται ευεργέτης ο υποτιθέμενος ιδρυτής της.
Δεύτερον, η εντελέχεια της φύσης αφορά όλα της τα όντα και ο άνθρωπος την πετυχαίνει σε ατομικό και κοινωνικό επίπεδο ζώντας με δικαιοσύνη. Όταν όμως ζει αντίθετα με αυτήν, ζει αντίθετα με το φυσικό του τέλος, άρα είναι χειρότερος από τα ζώα, γιατί αυτά ποτέ δε συγκρούονται με τη φύση τους. (Στη 12η και 13 ενότητα έχουμε δει αναλυτικά τα χαρακτηριστικά ενός τέτοιου ανθρώπου).
Πρωταγόρας -Αριστοτέλης
Ο σοφιστής Πρωταγόρας και ο φιλόσοφος Αριστοτέλης βρίσκονται σε αντίπαλα στρατόπεδα. Ο πρώτος θεωρεί την ηθική και τους νόμους καθαρά επίκτητα στοιχεία της ανθρώπινης ζωής, προϊόντα της εξέλιξης του ανθρώπινου γένους. Ο δεύτερος πιστεύει πως ήταν τέλος για τον άνθρωπο να ζήσει πολιτική ζωή.
Πέρα όμως από την διαφορά στην αιτιολόγηση των φαινομένων και ο Αριστοτέλης, βασιζόμενος στο σχήμα δύναμις –ενέργεια, θεωρεί πως η ηθική υπάρχει μόνον ως σπόρος, ως προδιάθεση στον άνθρωπο, αλλά χρειάζεται η καλλιέργεια, ο εθισμός, για να καρποφορήσει ο σπόρος αυτός. Άρα συμφωνεί με τον Πρωταγόρα ως προς τον τρόπο απόκτησης των ηθικών αρετών, που δεν είναι αυτόματος.
Στην 13η ενότητα της «Πολιτείας» ο Πλάτωνας ξεπερνά το παιδαγωγικό περιεχόμενο του νόμου και τον αναδεικνύει σε απόλυτο άρχοντα και ρυθμιστή όλων των παραμέτρων της ζωής στη νέα κοινωνία που συζητείται.
Για να αντιληφθούμε τη διαφορά, πρέπει να θυμηθούμε ότι η Πολιτεία αυτή σχεδιάζεται πάνω στις εξής αρχές:
- Δεν είναι όλοι εξίσου ικανοί να ασχοληθούν με τα κοινά και είναι καταστροφική η πολυπραγμοσύνη, όπως γίνεται σε μια δημοκρατική πόλη. Η ενδεδειγμένη συμπεριφορά είναι τὸ τὰ αὑτοῦ πράττειν», με άλλα λόγια: ο καθένας οφείλει να πράττει για το κοινωνικό σύνολο εκείνο «εἰς ὃ αὐτοῦ ἡ φύσις ἐπιτηδειοτάτη πεφυκυῖα εἴη».
- Ο κόσμος είναι διττός, ο ατελής κόσμος των αισθήσεων και ο τέλειος, νοητός, κόσμος των Ιδεών. Επομένως , και ο νόμος, που εμπλουτίζεται κάθε φορά από τη σοφία των βασιλέων-φιλοσόφων, της πνευματικής ελίτ που διοικεί την πόλη, πρέπει να είναι απόλυτος, καθώς είναι προϊόν ανθρώπων που κατάφεραν να ανεβούν στον κόσμο των Ιδεών και να θεαθούν ενορατικά το Αγαθόν.
- Ο νόμος αυτός είναι προτιμότερος και από τον καλύτερο άρχοντα, καθώς είναι απρόσωπος, απαλλαγμένος από συναισθήματα και μεροληψίες, άρα πολύ πιο αντικειμενικός.
Οι λειτουργίες του νόμου περιγράφονται με τρεις μετοχικές φράσεις:
συναρμόττων τοὺς πολίτας πειθοῖ τε καὶ ἀνάγκῃ:
Η μετοχή περιγράφει την κοινωνική λειτουργία του Νόμου, ο οποίος προσπαθεί να ενώσει τους πολίτες. Στόχος είναι η αρμονική λειτουργία μεταξύ της ανώτερης και της κατώτερης τάξης, αναλογικά με την υπακοή του επιθυμητικού μέρους της ψυχής στα ανώτερα. Για να συμβεί αυτό χρησιμοποιείται άλλοτε η πειθώ και άλλοτε η βία και ο καταναγκασμός, που εξ ορισμού εμπεριέχεται σε κάθε νόμο. Επειδή η τάξη των δημιουργών απέχει από την υψηλή εκπαίδευση, θεωρείται από τον Πλάτωνα ἄπειρος παιδείας ὄχλος, για τον οποίο ο καταναγκασμός και η υπενθύμιση των υποχρεώσεών της ίσως να είναι πιο αποδοτική από την πειθώ. Η πόλη νοείται ως οργανικό σύνολο, του οποίου τα μέρη έχουν σκοπό να συνεργάζονται. Δεν έχουν χώρο εδώ οι διαφορές και οι αντιρρήσεις κάθε μέλους ή τάξης. Το συνολικό συμφέρον απορροφά τα άτομα και τις τάξεις και σκοπός του Νόμου είναι να υποδεικνύει το βέλτιστο τρόπο για να γίνει αυτό.
ποιῶν μεταδιδόναι … ὠφελεῖν:
Η μετοχή περιγράφει την οικονομική λειτουργία του νόμου. Η οικονομία της πόλης βασίζεται στην κατώτερη τάξη, τους δημιουργούς, καθώς οι άλλες δύο έχουν «ευγενέστερα» καθήκοντα. Αυτός ο καταμερισμός των εργασιών, παραγωγή από τους δημιουργούς, προστασία και άμυνα από τους φύλακες-επικούρους και σοφή διοίκηση από τους φύλακες – παντελείς/φιλοσόφους – βασιλείς, βασίζεται αυστηρά στον έλεγχο της φύσης των πολιτών (ας θυμηθούμε τας βελτίστας φύσεις) και την ανάλογη εκπαίδευση που τους παρέχεται. Η εύρυθμη οικονομική λειτουργία βασίζεται στην πλήρη κατανόηση των καθηκόντων του καθενός και στην αποφυγή της πολυπραγμοσύνης.
καὶ αὐτὸς ἐμποιῶν … ἐπὶ τὸν σύνδεσμον τῆς πόλεως:
Η μετοχή περιγράφει την παιδαγωγική και πολιτική λειτουργία του Νόμου. Αυτός γίνεται αντιληπτός ως ο απόλυτος παιδαγωγός και πολιτικός καθοδηγητής των πολιτών, υποστηρίζοντας τις παραπάνω λειτουργίες. Σκοπός του είναι η αναπαραγωγή της ιδεολογίας της νέας Πολιτείας, δηλαδή του οφέλους που προκύπτει από τη διάκριση των πολιτών σε τάξης, του απόλυτου καταμερισμού της εργασίας, της αποφυγής σύγκρουσης συμφερόντων.
Συμπεράσματα:
- Ο Πλάτωνας διαφοροποιείται από τους άλλους δύο στοχαστές, καθώς δεν προσπαθεί να ερμηνεύσει το νόμο και το δίκαιο, όπως αυτά ισχύουν στις υπάρχουσες κοινωνίες, αλλά να κατασκευάσει μια νέα κοινωνία όπου όλα είναι απόλυτα ρυθμισμένα, και η ισορροπία μεταξύ κοινωνικού/συλλογικού και ατομικού συμφέροντος ανατρέπεται ριζικά υπέρ του πρώτου.
- Η Πολιτεία είναι αριστοκρατική, μια αριστοκρατία όχι κληρονομική, αλλά βασιζόμενη στα φυσικά χαρίσματα και την ανάλογη εκπαίδευση . Είναι όμως τόσο ρυθμισμένη άνωθεν, η διοικητική ελίτ είναι τόσο εξιδανικευμένη, ώστε, κι αν ακόμα μιλάμε για μια καθαρή φανταστική κατάσταση, αυτή δεν παύει να έχει τα χαρακτηριστικά ενός ολοκληρωτικού καθεστώτος, καθώς δεν αναγνωρίζει καμιά δυνατότητα ατομικής αυτοπραγμάτωσης. Η ικανοποίηση των πολιτών μπορεί να προέρχεται μόνον από την επιτέλεση του ρόλου τους στην Πολιτεία, που έχει προσχεδιαστεί ερήμην τους.
3. Πολιτική Ζωή: Φύσει ή Θέσει (=προϊόν σύμβασης και ανάγκης).
Κείμενα
- 4η ενότητα του «Πρωταγόρα»
- 11η, 12η, 13η ενότητα των «Πολιτικών»
Σχεδιάγραμμα
- Βλέπε εισαγωγικά σχόλια 2ης ερώτησης για τη διάκριση φύσει – νόμῳ
- Στην 4η ενότητα του «Πρωταγόρα» αιδώς και η δίκη δεν ανήκουν εξαρχής στην ανθρώπινη φύση
- Στις ενότητες των «Πολιτικών» η αριστοτελική εντελέχεια καθιστά την πόλη εξαρχής κάτι το φυσικό.
Στην 4η ενότητα του «Πρωταγόρα» με την αλληγορική παρέμβαση του Προμηθέα το ανθρώπινο γένος αναπλήρωσε τις βιολογικές δυνάμεις που ο Επιμηθέας παρέλειψε να του δωρίσει, αναπλήρωσε δηλαδή την κατωτερότητά του στη δύναμη, την ταχύτητα, την αντοχή συγκριτικά με τα υπόλοιπα μέλη του ζωικού βασιλείου. Ο άνθρωπος απέκτησε γλώσσα, θρησκεία, τεχνικό πολιτισμό, τα απαραίτητα για την επιβίωση, όχι όμως και για μια ασφαλή και πολιτισμένη ζωή. Αλληγορικά ο Δίας μεσολάβησε , ώστε ο άνθρωπος να αποκτήσει τους βασικούς θεσμούς για ένα απαραίτητο κοινωνικό συμβόλαιο. Αφαιρώντας τα αλληγορικά στοιχεία διαπιστώνουμε ότι η πολιτική συμβίωση βασισμένη σε θεσμούς και η πολιτική και κοινωνική συνείδηση με τη μορφή της αιδούς και της δίκης δεν ανήκαν στην αρχική ανθρώπινη φύση, αλλά αναπτύχθηκαν αργότερα, ώστε ο άνθρωπος να αντεπεξέλθει οργανωμένα στις απαιτήσεις του φυσικού περιβάλλοντος.
Η μεγάλη διαφορά με τον Αριστοτέλη είναι ότι ο δεύτερος, στη 12η ενότητα, συμφωνεί ότι η πολιτική ζωή προήλθε από άλλες κατώτερες (τον οίκο και την κώμη, που ικανοποιούσαν κατώτερες ανάγκες, την αναπαραγωγή και την επιβίωση ο πρώτος, τη θρησκευτική λατρεία και τη δικαιοσύνη η δεύτερη) , αλλά διαφωνεί στο ότι αυτή προήλθε ως λύση στις ασφυκτικές ανάγκες για επιβίωση. Ο φιλόσοφος πιστεύει ότι ακόμα κι αν πρωτόγονος άνθρωπος ζούσε νομαδικά, ήταν στη εντελέχειά του, κατά κάποιο τρόπο η φύση είχε σχεδιάσει γι΄αυτόν, να ζήσει στην ανώτατη δυνατή μορφή κοινωνίας. Ο άνθρωπος, νοούμενος αφηρημένα, ήταν εξαρχής και εκ φύσεως πολιτικόν ζώον, δεν τον έκανε κάποια εξωτερική ανάγκη.
Με τρεις παραγωγικούς συλλογισμούς ο Αριστοτέλης αποδεικνύει ότι η πόλη υπάρχει εκ φύσεως:
- Αφού οι πρώτες κοινωνικές οντότητες (οίκος και κώμη) είναι απόλυτα φυσικές, μια και ικανοποιούν φυσικές ανάγκες του ανθρώπου, τότε και η πόλη που είναι η εξέλιξή τους υπάρχει εκ φύσεως
- Αφού η φύσις τέλος ἐστὶ, δηλαδή το τέλος των πραγμάτων (ο σκοπός τους, αλλά και η τελείωσή τους) είναι φυσική ιδιότητα και αφού η πόλη είναι το τέλος του οίκου και της κώμης, τότε και η πόλη υπάρχει εκ φύσεως.
- Αφού η αυτάρκεια (η κατάσταση κατά την οποία ο άνθρωπος μπορεί να βιώσει τον τελικό του στόχο, την ευδαιμονία, μια και η πόλη τού παρέχει τα πάντα γι΄αυτό) είναι τελικός στόχος, άρα κάτι φυσικό,
και αφού η πόλη ικανοποιεί την αυτάρκεια, τότε και η πόλη υπάρχει εκ φύσεως.
Περνώντας στον μεμονωμένο άνθρωπο ο Αριστοτέλης θεωρεί ότι οποιοσδήποτε εκούσια εξαιρείται από την πολιτική ζωή, αυτοεξαιρείται και από την ανθρώπινη φύση, άρα, κατ΄αναλογία με το απομονωμένο πιόνι στους πεσσούς, είναι ά-χρηστος, δεν έχει κανέναν σκοπό, άρα είναι ένα πλάσμα παρά φύσιν, αφρήτωρ –αθέμιστος-ανέστιος κατά τον Όμηρο.
Στη 13 ενότητα των «Πολιτικών» πέρα από τον ανθρώπινο λόγο που είναι απόδειξη της πολιτικής του φύσης (βλ. αναλυτικότερα την 5η ερώτηση) η πόλη προηγείται του ατόμου, όπως το όλον προηγείται του μέρους. Με ποιον τρόπο όμως προηγείται; α) αξιολογικά, καθώς το μέρος δεν έχει νόημα αποκομμένο από το όλον. Όπως δηλαδή ένα ανθρώπινο μέλος δεν έχει λειτουργία αποκομμένο από το σώμα, άρα δεν έχει πλέον τέλος, είναι αφύσικο, έτσι και ο απομονωμένος άνθρωπος, είναι ένα ον παρά φύσιν, ζώο ή θεός-πάντως όχι άνθρωπος β) οντολογικά. Στο σχέδιο της φύσης η πόλη προηγείται του οίκου και της κώμης, όπως αναλογικά κατά την κατασκευή ενός κτηρίου, προηγείται το σχέδιο του αρχιτέκτονα και έπονται τα διάφορα στάδια οικοδόμησής του.
Ανακεφαλαιωτικά, Πρωταγόρας και Αριστοτέλης συμφωνούν ότι η πόλη είναι η ανώτατη μορφή οργάνωσης του ανθρώπινου γένους, διαφωνούν όμως στα αίτια της ύπαρξής της. Ο πρώτος, ως σοφιστής, δε δέχεται a priori αρχές και θεωρεί ότι η πόλη είναι προϊόν ανάγκης και εξέλιξης. Ο δεύτερος θεωρεί πως στο σχέδιο της φύσης τίποτα δεν εξελίσσεται τυχαία. Επομένως η πόλη και ο άνθρωπος- πολίτης υπήρχαν πάντα εκ φύσεως, ακόμα κι εμφανίστηκαν πολύ αργότερα.
Για ολοκληρωμένη προετοιμασία για τις Πανελλαδικές εξετάσεις δείτε το υλικό μας για το Γνωστό Κείμενο στους παρακάτω πίνακες:
Πλάτωνος Πρωταγόρας
Πρωταγόρας Ενότητα 1 | Πρωταγόρας Ενότητα 2 |
Πρωταγόρας Ενότητα 3 | Πρωταγόρας Ενότητα 4 |
Πρωταγόρας Ενότητα 5 | Πρωταγόρας Ενότητα 6 |
Πρωταγόρας Ενότητα 7 |
Πλάτωνος Πολιτεία
Πολιτεία Ενότητα 11 | Πολιτεία Ενότητα 12 | Πολιτεία Ενότητα 13 |
---|
Αριστοτέλους Ηθικά Νικομάχεια
Αριστοτέλους Πολιτικά
Πολιτικά Ενότητα 11 | Πολιτικά Ενότητα 12 |
Πολιτικά Ενότητα 13 | Πολιτικά Ενότητα 14 |
Πολιτικά Ενότητα 15 | Πολιτικά Ενότητα 16 |
Πολιτικά Ενότητα 17 | Πολιτικά Ενότητα 18 |
Πολιτικά Ενότητα 19 | Πολιτικά Ενότητα 20 |
Για να μεταβείτε σε κάποιο Άγνωστο Κείμενο ή για να δείτε τις Απαντήσεις στο υπάρχον επιλέξτε τον κατάλληλο σύνδεσμο από τον παρακάτω πίνακα:
Τις συνδυαστικές ερωτήσεις με τις σχεδιαγραμματικές απαντήσεις που τις συνοδεύουν προετοίμασε ο εκλεκτός συνάδελφος Panagiotis Paltzis, ο οποίος, στη συνέχεια, τις παραχώρησε στον ιστότοπό μας σε ένδειξη αλληλεγγύης προς τους υπόλοιπους συναδέλφους.
Τον ευχαριστούμε από καρδιάς και του ευχόμαστε κάθε επιτυχία όχι μόνο στον επαγγελματικό στίβο αλλά και στην προσωπική του ζωή.
Η ομάδα του filologika.gr
Για περισσότερη ενημέρωση για θέματα που αφορούν την προετοιμασία για τις Πανελλήνιες Εξετάσεις ακολουθήστε μας στην επίσημη σελίδα μας στο Facebook.