Ο Γιάννης ο φονιάς - Ανάλυση Περιεχομένου

Ο Γιάννης ο φονιάς – Ανάλυση Περιεχομένου

ΜΟΙΡΑΣΟΥ ΤΟ:

Ο Γιάννης ο φονιάς

 

Ο Γιάννης ο φονιάς,
παιδί μιας πατρινιάς
κι ενός μεσολογγίτη
Προχτές την Κυριακή
μετά απ’ τη φυλακή
επέρασ’ απ’ το σπίτι

Του βγάλαμε γλυκό,
τού βγάλαμε και μέντα
μα για το φονικό
δεν είπαμε κουβέντα

Μονάχα το Φροσί
με δάκρυ θαλασσί
στα μάτια τα μεγάλα
Τού φίλησε βουβά
τα χέρια τ’ ακριβά
και βγήκε από τη σάλα

Δεν μπόρεσε κανείς
τον πόνο της ν’ αντέξει
Κι ούτε ένας συγγενής
να πει δεν βρήκε λέξη

Κι ο Γιάννης ο φονιάς
στην άκρη της γωνιάς
με του καημού τ’ αγκάθι
Θυμήθηκε ξανά
φεγγάρια μακρινά
και τ’ όνειρο που εχάθη…

Στίχοι: Νίκος Γκάτσος
Μουσική: Μάνος Χατζιδάκις

 

Ανάλυση Περιεχομένου

Κάθε φορά που ακούω το «Γιάννη το φονιά» είναι σα να έχω διαβάσει -τοποθετημένο ίσως χρονικά στη μεταπολεμική εποχή- ένα βιβλίο ολόκληρο κι όλα αυτά γιατί δεν είναι απλά ένα ποίημα, είναι Κινηματογραφική Ταινία, που την «παρακολουθώ» και νιώθω τόσο πολύ μέσα της, σα να στέκομαι εκεί, δίπλα στο Φροσί και θέλω τόσο, μα τόσο πολύ να το παρηγορήσω… Ξέρω την καταγωγή του Γιάννη, που μια φορά κι έναν καιρό, είχε όνειρα να φτιάξει τη ζωή του με μια κοπέλα σαν το Φροσί, αλλά η κακιά η ώρα όπλισε το χέρι του Γιάννη, κάνοντας τον φονιά, απ΄ τη μια στιγμή στην άλλη. Κι όταν φτάνει η ώρα κι αποφυλακίζεται πάει στο σπίτι της κοπέλας -πόση δύναμη είχε μέσα του αλήθεια!- κι ενώ η οικογένεια νιώθει αμήχανα, ωστόσο δε χάνει την ευγένεια της και κερνά τον επισκέπτη γλυκό και ποτό μέντα, αλλά το Φροσί με το γαλανό το βλέμμα καταρρέει όταν βλέπει εκείνον που αγάπησε και θα μπορούσε να του τα συγχωρήσει όλα -αλλά η εποχή δεν σήκωνε αστεία- γιατί ο Γιάννης, ότι κι αν συνέβη, ώσπου να πεθάνει θα είναι φονιάς -κι ας πλήρωσε. Κι έτσι κάθεται μαζί τους στη σάλα, που άνοιγε μόνο όταν η οικογένεια είχε επισκέψεις και κλαίει βουβά για την οικογένεια που δεν θα κάνει ποτέ με το Φροσί και τα χαμένα τους όνειρα. Σα να ‘μαι εκεί μαζί τους μέσα σ’ αυτή τη σάλα και ακούω τις ανάσες τους. Κι είναι αυτό μοναχά ένα τραγούδι; Μια ζωή ολόκληρη είναι. Η ζωή του Γιάννη που δε θα τη ζήσει ποτέ πια…

Ο Γιάννης ο φονιάς,
παιδί μιας πατρινιάς
κι ενός μεσολογγίτη
Προχτές την Κυριακή
μετά απ’ τη φυλακή
επέρασ’ απ’ το σπίτι

Ο κεντρικός πρωταγωνιστής παρουσιάζεται από την αρχή του τραγουδιού / ποιήματος μαζί με την κύρια ιδιότητά του «ο φονιάς».  Η παρουσίαση του ήρωα ολοκληρώνεται με την καταγωγή των γονιών του: «παιδί μιας πατρινιάς κι ενός μεσολογγίτη».  Γιατί;

Για την ιστορία του «Γιάννη του Φονιά» υπάρχουν δύο εκδοχές.  Σύμφωνα με την πρώτη, σε ένα χωριό της Αιτωλοακαρνανίας το 1950 και λίγο μετά από τον εμφύλιο,  ο Γιάννης ένα παιδί 15 χρονών σκότωσε τη μάνα του και τον εραστή της. Η δεύτερη εκδοχή ίσως και η πιο πιθανή, την οποία διηγείται ο συγχωρεμένος ο Γιουργομέγγουλης, επιστήθιος φίλος του Λοΐζου, επικαλείται ότι του είπε ο Γκάτσος ότι ο Γιάννης ο φονιάς δεν σκότωσε ποτέ κανέναν. Ο αδελφός του Γιάννη, πατέρας τεσσάρων παιδιών σκότωσε για λόγους τιμής έναν συγχωριανό του και ο Γιάννης που ήταν αρραβωνιασμένος με το Φροσί πήρε το φονικό απάνω του για να μην ορφανέψει η φαμίλια του αδερφού του και να έχουν καλύτερη φροντίδα οι γονείς του. Οπωσδήποτε, θα μπορούσε να υποτεθεί ότι δεν ισχύει τίποτα από τα παραπάνω και απλώς είναι μία μυθοπλασία του Γκάτσου».

Επομένως, η καταγωγή των γονιών του ήρωα μπορεί να έχει σχέση με την πραγματική ιστορία που κρύβεται πίσω από το τραγούδι – αν υποθέσουμε πως υπάρχει –  ή ίσως αποτελεί αναφορά σε κοντινά τοπωνύμια, δεδομένου ότι ο Γκάτσος γεννήθηκε και μεγάλωσε στη διπλανή Αρκαδία.

Ο πρωταγωνιστής του τραγουδιού έχει μόλις αποφυλακιστεί.  Ο Γκάτσος δεν μας αποκαλύπτει τον λόγο και τις συνθήκες που τον οδήγησαν στον φόνο.  Η επίσκεψη όμως που κάνει και η σκηνή με το Φροσί μας επιτρέπουν να υποθέσουμε βάσιμα ότι έγινε για λόγους τιμής και μάλιστα ότι έγινε για την τιμή της ηρωίδας.

Του βγάλαμε γλυκό,
τού βγάλαμε και μέντα
μα για το φονικό
δεν είπαμε κουβέντα

Η οικογένεια του αφηγητή υποδέχεται τον Γιάννη με ευγένεια και τον κερνά γλυκό και λικέρ μέντα.  Ωστόσο, η βουβαμάρα που πέφτει στην ομήγυρη και η αμηχανία είναι ολοφάνερες και αποδεικνύουν πως μόνο οι ευγενείς τρόποι και η «υποχρέωση» για την πράξη του Γιάννη έκανε τους συγγενείς να τον δεχτούν στο σπίτι τους.  Ο Γιάννης θα είναι πάντα «φονιάς» και το κοινωνικό στίγμα θα τον ακολουθεί.

Μονάχα το Φροσί
με δάκρυ θαλασσί
στα μάτια τα μεγάλα
Τού φίλησε βουβά
τα χέρια τ’ ακριβά
και βγήκε από τη σάλα

Την παγωμένη ατμόσφαιρα διακόπτει η εμφάνιση της ηρωίδας, η οποία με δακρυσμένα μάτια μπαίνει στη σάλα, φιλάει τα χέρια του Γιάννη και αποχωρεί χωρίς να πει ούτε λέξη.  Η σκηνή της συνάντησης με το Φροσί  παραπέμπει στις «αναγνωρίσεις» των ηρώων της αρχαίας τραγωδίας. Το «Φροσί», βουβά και θρηνητικά, φιλά τα χέρια τα «ακριβά»  του Γιάννη, εκφράζοντας την «ιερή νομιμοποίηση» της πράξης της φόνευσης, στο σημείο όπου η «λατρεία» συναρθρώνεται με την έννοια της «συγχώρεσης». Τα «χέρια φιλήθηκαν» και δεν απομένει παρά η φυγή από την σάλα, η ροπή προς μία φαντασιακότητα που «διαπραγματεύεται» με το ερώτημα «πως θα εξελίσσονταν τα πράγματα αν;»

Στο τέλος δεν θα δοθεί η λυτρωτική λύση.  Το Φροσί αφενός μεν συγχωρεί τον Γιάννη, ο οποίος εμβαπτίζεται στα νάματα της αγάπης, αφετέρου δε παραδέχεται ότι ο πόνος παραμένει αμείωτος.

Έτσι διαμορφώνεται μία ιστορία καημού και άρσης των προσδοκιών και διαρκούς επιστροφής ενός θανάτου. Του «καημού το αγκάθι» παραμένει, όσο παραμένει και η σιωπή που καλύπτει την ιστορία. Η ιστορία που αναπαρίσταται από τον Νίκο Γκάτσο και ως «καταστρεπτικότητα», ενσωματώνει κύρια δύο ζωές: του Γιάννη και της γυναίκας που τον αγάπησε.

Περισσότερο από κάθε άλλον, το Φροσί «ενσαρκώνει» την τελετουργία της «θλίψης», ερχόμενη για να «αναστατώσει τα ίδια τα όρια του πολιτικού», (των έμφυλων και «κανονιστικών προσλήψεων του φύλου και της συγγένειας»).  Δεν πενθεί την απώλεια ενός υποκειμένου, αλλά «συγχωρεί» τον άνδρα που αγάπησε, την πράξη του και την ίδια την ιστορία του, ενσωματώνοντας τα.

Αθανασίου Αθηνά, ‘Σκέψεις για την πολιτική του πένθους: Προς μια αντιεθνικιστική φεμινιστική πολιτική στην εποχή της Αυτοκρατορίας’, στο: Αθανασίου Αθηνά, (επιμ.), ‘Ζωή στο όριο. Δοκίμια για το σώμα, το φύλο και τη βιοπολιτική’,
Εκδόσεις Εκκρεμές, Αθήνα, 2007, σελ. 241.

Κι ο Γιάννης ο φονιάς
στην άκρη της γωνιάς
με του καημού τ’ αγκάθι
Θυμήθηκε ξανά
φεγγάρια μακρινά
και τ’ όνειρο που εχάθη…

Το τέλος είναι σύντομο και αποτελείται από λιγοσύλλαβους, λαχανιαστικούς στίχους, που αποδίδουν την ένταση των συναισθημάτων.  Ο Γιάννης, από την «άκρη της γωνιάς» του όπου κάθισε μαζεμένος συνειδητοποιεί τις επιπτώσεις της πράξης του και ανακαλεί σιωπηλός, μπροστά σε μάρτυρες, το χαμένο όνειρο της αγάπης, χωρίς παράπονο και χωρίς πια να διεκδικεί τίποτα.

Στιχουργική: Το  ποίημα αποτελείται από είκοσι έξι στίχους, τρία εξάστιχα και δύο τετράστιχα που  λειτουργούν ως ρεφρέν. Στα εξάστιχα οι δύο πρώτοι στίχοι μαζί με τον τέταρτο και τον πέμπτο είναι εξασύλλαβοι. Ο τρίτος και ο έκτος επτασύλλαβοι. . Στα τετράστιχα (ρεφρέν) εξασύλλαβοι στίχοι είναι ο πρώτος και ο τρίτος και επτασύλλαβοι ο δεύτερος και ο τέταρτος. Κάθε εξασύλλαβος στίχος (δεκάξι από τους είκοσι έξι) μοιάζει με μια αναπνοή και έτσι η  αρχή της ιστορίας είναι λαχανιαστή. Όλα λέγονται τηλεγραφικώς αλλά με σπάνια κρυστάλλινη διαύγεια.

Ο χώρος: Η υπόθεση του τραγουδιού εξελίσσεται στη σάλα ενός επαρχιακού σπιτιού, όπου οι ιδιοκτήτες δέχονται την επίσκεψη του Γιάννη του φονιά.  Για τους Αρκάδες και τους Πελοποννήσιους γενικά η σάλα του σπιτιού δεν είναι ένα απλό δωμάτιο, η σάλα ως χρήση αλλά και συμβολισμός είναι ο ανοιχτός χώρος κάθε οικογένειας, εκεί υποδέχονται και φιλοξενούν τον ξένο, εκεί η κοινότητα μοιράζεται τις χαρές και τις λύπες της οικογένειας, κι ο Γκάτσος γνωρίζει αυτή τη διάσταση της σάλας.  Βάζοντας λοιπόν την επίσκεψη του ήρωα στη σάλα του σπιτιού δίνει ένα ακόμη στοιχείο που συνηγορεί στην άποψη ότι ο ήρωας, παρά τον κοινωνικό στιγματισμό του, αποτελεί ένα ξεχωριστό πρόσωπο για την οικογένεια που το περιβάλλουν με εκτίμηση; με ευγνωμοσύνη – πιθανότατα γιατί ο φόνος που έκανε είχε ως στόχο να προστατεύσει κάποιο μέλος της οικογένειας – πιθανότατα την αγαπημένη του (;), το Φροσί.

Θεατρικότητα: «Ένα συγκλονιστικό τρίλεπτο μονόπρακτο που θα το ζήλευε ακόμη και ο Μπέκετ», χαρακτηρίζει ο Μάνος Ελευθερίου το τραγούδι.  Πραγματικά, ο θεατρικός χαρακτήρας είναι έντονος. Αρχικά, οριοθετείται ο χώρος – σκηνικό, στον οποίο εξελίσσεται η δράση: πρόκειται για τη σάλα του σπιτιού. Η σάλα αποτελούσε το πιο φροντισμένο δωμάτιο του σπιτιού, το οποίο προοριζόταν μόνο για τους εκλεκτούς επισκέπτες.  Το ποίημα αποτελείται από δύο σκηνές: τη σκηνή της υποδοχής του Γιάννη από τους συγγενείς και τη σκηνή της συνάντησης με το Φροσί.  Η πρώτη σκηνή είναι σύντομη, αλλά πολύ ζωντανή μέσα από την λιτότητα των στοιχείων που παρατίθενται. Το γλυκό και το ποτό μέντα που τον κερνάνε μέσα στην απόλυτη σιωπή (σκηνική ένδειξη) ανακαλεί για τον δέκτη εικόνες με κολλαρισμένα πετσετάκια, παγωμένα πρόσωπα και μαγκωμένες κινήσεις αμηχανίας.  Η σκηνή της συνάντησης με το Φροσί  παραπέμπει στις «αναγνωρίσεις» των ηρώων της αρχαίας τραγωδίας. Με μια διαφορά: εδώ δεν θα δοθεί η λυτρωτική λύση. Το τέλος είναι σύντομο και αποτελείται από λιγοσύλλαβους, λαχανιαστικούς στίχους, που αποδίδουν την ένταση των συναισθημάτων. Ο Γιάννης, από την «άκρη της γωνιάς» του όπου κάθισε μαζεμένος (άλλη μια σκηνική υπόδειξη του Γκάτσου), ανακαλεί σιωπηλός, μπροστά σε μάρτυρες, το χαμένο όνειρο της αγάπης, χωρίς παράπονο και χωρίς πια να διεκδικεί τίποτα.

Το «πνεύμα» της θεατρικότητας που διαπνέει την «σύλληψη» του Νίκου Γκάτσου καθίσταται διάστικτο, όπως και η ικανότητα του ποιητή και στιχουργού, να εναλλάσσει την θεατρικότητα με την ποιητικότητα ενός εκάστου, με συναισθηματικές αποχρώσεις που μετασχηματίζουν (διαδικασία μετασχηματισμού) το «τραύμα», ή τον «καημό» σε «κοινό τόπο», μίας οικογένειας, και, ίσως και ευρύτερα, μίας χώρας, της Ελλάδας της μετεμφυλιακής περιόδου. (Μουσική ιστοσελίδα ‘Ogdoo.gr’,20/9/2014, http://www.ogdoo.gr/apopseis/nikos-anagnostakis/o-giannis-o-fonias-den-skotose-pote-kanenan.)

Ενδεικτικές Ερωτήσεις

  1. Ποιοι είναι οι βασικοί ήρωες στο τραγούδι. Σε ποιες πράξεις οδηγούνται και ποια είναι τα κίνητρα των πράξεών τους;
  2. Να σχολιάσετε τον χώρο στον οποίο διαδραματίζεται το τραγούδι. Τι σημαίνει η επιλογή του συγκεκριμένου χώρου για τις σχέσεις των ηρώων.
  3. Ποιες είναι οι επιπτώσεις του φόνου για τον Γιάννη και ποιες για το Φροσί; Πώς τις αντιμετωπίζουν οι δύο ήρωες;
  4. Μόνο οι νόμοι τιμωρούν τον φονιά; Υπάρχει συγχώρεση από τον φονιά;
  5. Το τραγούδι δεν έχει happy end. Γιατί νομίζετε;
  6. Πιστεύετε πως αν η ιστορία του τραγουδιού διαδραματιζόταν στην εποχή μας, η εξέλιξή της θα ήταν διαφορετική; Γιατί;
  7. Ποιον ρόλο παίζει η σιωπή στο ποίημα;

Μάνος Ελευθερίου - Προσέγγιση κειμένου

Στο βιβλίο «Είναι αρρώστια τα τραγούδια» (Εκδόσεις Καστανιώτη 2002) ο Μάνος Ελευθερίου μας δίνει τη δική του ενδιαφέρουσα προσέγγιση στο κείμενο του Νίκου Γκάτσου. Ακολουθούν χαρακτηριστικά αποσπάσματα της προσέγγισης του Μάνου Ελευθερίου:

Ο Γιάννης (ο φονιάς) της ζωής μας, του Νίκου Γκάτσου

[…] “Όλα λέγονται τηλεγραφικώς αλλά με σπάνια κρυστάλλινη διαύγεια. Ο κορμός του είναι τρία εξάστιχα και δύο τετράστιχα λειτουργούν ως ρεφρέν. Στα εξάστιχα οι δύο πρώτοι στίχοι μαζί με τον τέταρτο και τον πέμπτο είναι εξασύλλαβοι. Ο τρίτος και ο έκτος επτασύλλαβοι. Στα τετράστιχα (ρεφρέν) εξασύλλαβοι στίχοι είναι ο πρώτος και ο τρίτος και επτασύλλαβοι ο δεύτερος και ο τέταρτος. Σύνολο στίχων είκοσι έξι. Τι να προλάβεις να πεις και πως ν’ απλωθείς με τέτοιους περιορισμούς, αφού κάθε εξασύλλαβος στίχος (δεκάξι από τους είκοσι έξι) μοιάζει με μια αναπνοή; […] Η αρχή της ιστορίας είναι λαχανιαστική. Όλα πρέπει να ειπωθούν γρήγορα για να φτάσουμε στο σημείο της συνάντησης των ηρώων, δηλαδή στην κλασσική σκηνή που παραπέμπει στις περιλάλητες συναντήσεις και «αναγνωρίσεις» των ηρώων της αρχαίας τραγωδίας. Με μα διαφορά: εδώ δεν θα δοθεί η λυτρωτική λύση. Η τραγωδία έχει ήδη συντελεστεί για όλα τα πρόσωπα.

Εκείνοι που θα σηκώσουν στο εξής το βάρος των αναμνήσεων είναι ο φονιάς και το Φροσί, η γυναίκα-φάντασμα. Σ’ αυτό το κρίσιμο όμως σημείο της συνάντησης φονιά και συγγενών (του;) δε θα δοθεί καμία εξήγηση. […]ούτε ευθύνες θα ζητηθούν από κανέναν ούτε θα του δοθούν παράσημα. Το πιο σημαντικό: όλα θα γίνουν μέσα στην απόλυτη ΣΙΩΠΗ. […] Ήδη από την πρώτη κιόλας λέξη υπάρχει μετέωρο με την παρουσία του αλλά άφαντο το θύμα του φόνου. […] Πουθενά στο τραγούδι δεν γίνεται έστω και νύξη για το πώς βγήκε από τη φυλακή, αν πήρε χάρη, για παράδειγμα, ή εξέτισε ολόκληρη (πόση άραγε;) την ποινή του.. […]

Για να κάνει όμως αυτή την εσπευσμένη επίσκεψη στο μοιραίο σπίτι, σημαίνει ότι ο κύριος λόγος της πράξης του μόνο αυτό τούτο το σπίτι αφορούσε, πως για χάρη κάποιου και για την τιμή και την υπόληψη κάποιου απ’ αυτό το σπίτι έγινε το φονικό και πως ο φονιάς δεν είχε καμία αναστολή και καμία τύψη. Άραγε πόσο «συγγενής» ήταν με το Φροσί για να «θυμάται ξανά/φεγγάρια μακρινά» και μέχρι ποιο σημείο είχαν προχωρήσει οι σχέσεις τους, είτε συγγενικές είτε όχι. Είναι όμως έτσι τα πράγματα; […]

Ο φόνος έγινε (με μαχαίρι άραγε ή με περίστροφο;) πιθανότατα για να ξεπλύνει μια βαριά προσβολή. Ίσως να σκότωσε κάποιον αντίπαλο-εκβιαστή ή μόνο εκβιαστή ή μόνο περαστικό εραστή που λάκισε ύπουλα και άνανδρα και δεν κράτησε το λόγο του – αυτά είναι λίγο παρατραβηγμένα, αλλά δεν έχω λόγους να τ’ αποκλείσω, όπως δεν αποκλείω, με κάθε επιφύλαξη, και το φόνο για πολιτικούς λόγους ή το φόνο με ταπεινά ελατήρια – δεν πήγαινε στην ψυχολογία του Γκάτσου κάτι τέτοιο, όπως δεν θ’ άντεχε τη «βεντέτα» ως δίκαιη παράδοση.. […] Το Φροσί, έχει όλη τη συμπάθεια εκείνου που μας ιστορεί τα καθέκαστα και ο φονιάς όλο τον συγκρατημένο ανείπωτο θαυμασμό του. […]

Η μόνη «πράξη» που συντελείται μετά τα κεράσματα του γλυκού και της μέντας είναι να σκύψει (δεν λέγεται αλλά εννοείται) και να φιλήσει δημοσίως και αμίλητη τα χέρια του «τ’ ακριβά», που ωστόσο έπραξαν ένα φόνο.. […]

Στο σκηνικό του σπιτιού υπάρχει μόνο μία σάλα υποδοχής και είναι το κεντρικό μέρος όπου θα δοθεί η τελική λύση χωρίς να ειπωθεί κουβέντα στο μαρτύριο του σιωπηλού φονιά, μπροστά στους σιωπηλούς συγγενείς και στο «βουβό» Φροσί. Νομίζω ότι τέτοια κορυφαία δραματουργική σκηνή μόνο ο Γκάτσος κατόρθωσε στα χρόνια μας, αρματωμένος καθώς ήταν με τόση θεατρική φόρτιση και παιδεία. Δεν γίνονται και δεν γράφονται εύκολα τέτοια πράγματα και νομίζω ότι τέτοιο τραγούδι δεν θα ξαναγραφτεί τουλάχιστον για τα χρόνια που μας απομένουν… […]

Το τέλος του μονόπρακτου – γιατί για θεατρικό μονόπρακτο πρόκειται, που ξεπερνά την «αφασία» των δαιμονικών μονόπρακτων του Σάμιουελ Μπέκετ – είναι σύντομο κι αυτό, καμωμένο από τους ίδιους λιγοσύλλαβους, λαχανιαστικούς στίχους.

Ο Γιάννης, από την «άκρη της γωνιάς» του όπου κάθισε μαζεμένος (άλλη μια σκηνική υπόδειξη του Γκάτσου), ανακαλεί σιωπηλός ακόμη μια φορά, αλλά μπροστά σε μάρτυρες, στη μνήμη του το χαμένο όνειρο της αγάπης, χωρίς παράπονο και χωρίς πια να διεκδικεί τίποτα. Εκείνο το σπαρακτικό «θυμήθηκε ξανά / φεγγάρια μακρινά / και τ’ όνειρο που εχάθει» σημαίνει απλούστατα ότι «αυτό» ήταν που τον κατέτρωγε όλα τα βασανισμένα χρόνια μέσα στη φυλακή, ότι «αυτή» η ανάμνηση της οριστικά χαμένης ευτυχίας του θα τον κατατρώγει στο εξής και «αυτό» θα ανακαλεί διαρκώς…

Επιρροές από άλλα έργα

Ο ποιητικός πρόγονος του «Γιάννη του φονιά»

Κατευθείαν ποιητικός «πρόγονος» του «Γιάννη του φονιά» έχω τη γνώμη ότι είναι «Το μεσολογγίτικο» (1914), ένα από τα πιο ευτυχισμένα ποιήματα του Μιλτιάδη Μαλακάση και της ελληνικής ποίησης. Ιδού το κατά τη γνώμη μου ιχνογραφημένο πειστήριο της κληρονομιάς. Αναδημοσιεύω το ποίημα αφαιρώντας αυθαίρετα τα «γεμίσματα» που παρεμβάλλονται ανάμεσα στις «δύο πράξεις» του.

ΤΟ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΤΙΚΟ

Η κόρη ενός θαλασσινού κ’ ενός λιμνιώτη η αδερφή

κ η μοσκοθυγατέρα

τραγουδισμένης με καημούς μάνας που στάθηκε κορφή

στη νύχτα και στη μέρα,

τι με τ’ άστρι παράβγαινε και θάμπωνε τον ήλιο

– της Κυρ’ Αννιώς η Μπίλιω

πρώτη μου αγάπη, αυγερινός, μου μήνυσ’ ως ξανάρθα εδώ,

πρι’ φύγω πάλε πίσω

για την ερμιά, την ξενιτιά, να πάω μια μέρα να τη δω,

να δη α θα τη γνωρίσω!…

Χηράμενη της ερωτιάς,

κι απ’την παλιά καταλαλιά, στο πατρικό ρημάδι,

στα μαύρα και στα σκοτεινά, σαν την κεραυνωμένην ελιά,

την ηύρα το άλλο βράδυ,

που και στ’ αχνό της πρόσωπο μαντεύονταν μονάχα,

θαμπά και νυχτομάχα,

σημάδια του καλού καιρού, τα μυγδαλάτα της τα δυό –

που να μπορούσα  να ‘σκυβα, δροσιά την πίκρα τους να πιώ! –

στα δάκρυα βουτηγμένα,

για κείνη και για μένα!…

Από τον τίτλο κιόλας του ποιήματος του Μαλακάση, «Το μεσολογγίτικο», έρχεται και η πρώτη νύξη, καθώς παραπέμπει κατευθείαν στον γενέθλιο τόπο των γονιών του Γιάννη του Γκάτσου, αφού είναι «παιδί μιας Πατρινιάς κι ενός Μεσολογγίτη». […]

Στο ποίημα του Μαλακάση, έχουμε την παράλληλη μικρή ιστορία ενός άνδρα και μιας γυναίκας που έζησαν χωρισμένοι κάποιο διάστημα (χωρίς όμως να αναφέρονται οι λόγοι, αλλά που υπονοούνται), βλέποντας και οι δύο τη ευτυχία του έρωτά τους να χάνεται μέσα από τα χέρια τους. Ξανασμίγουν για λίγο πριν ξαναχωρίσουν και αυτό το «λίγο» είναι το ποίημα. Η Μπίλιω ζει σ’ ένα σπίτι-φυλακή και ο άλλος, χωρίς όνομα, στην ξενιτιά, που για πολλούς είναι χειρότερη από τη φυλακή.

Άλλωστε το ίδιο πιθανότατα θα μπορούσε να συμβεί και με τον Γιάννη το φονιά, καθώς θα φεύγει από το σπίτι, αποχαιρετώντας το Φροσί και συγγενείς. Όχι αναγκαστικά σαν μια πράξη αυτοκαταστροφής αλλά σαν τη μόνη διέξοδο που είχε να διαλέξει. […]

Το κακό είναι ότι και για τα τέσσερα πρόσωπα υπάρχει μια φυλακή στον αέρα. Ο Γιάννης θα σέρνει μαζί του τη φυλακή που πέρασε, ο ανώνυμος του Μαλακάση θα σέρνει μαζί του τη φυλακή της ξενιτιάς του και όσο για τις δύο ηρωίδες, Μπίλιω και Φροσί, είναι σίγουρο ότι θα μείνουν κλεισμένες σ ένα ρημάδι σπίτι, σαν σε φυλακή. […]

Στα χαρακτηριστικά του προσώπου της πρωταγωνίστριας τους και οι δύο ποιητές αναφέρουν μόνο τα μάτια. Τα μάτια της Μπίλιως στον Μαλακάση είναι δακρυσμένα και μεγάλα και τα παρομοιάζει με δύο αμύγδαλα. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και στον Γκάτσο. Στον Μαλακάση «τα μυγδαλάτα της τα δυο», στον Γκάτσο «τα μάτια τα μεγάλα».

[…] Δε μου φεύγει από το μυαλό ότι ο Γκάτσος πρέπει να κονταροχτυπήθηκε μ’ αυτό το ποίημα του Μαλακάση, ότι επεζήτησε να το ξεπεράσει κι ακόμη ότι ο ίδιος συνειδητά έφερε τα βήματά του απέναντι σ’ έναν γερά αρματωμένο αντίπαλο ομότεχνο του και χωρίς αφορμή (και δεν είναι νόμιμη αφορμή άραγε η ποιητική δημιουργία; δεν είναι θεμιτή η ανταγωνιστικότητα;) εξώθησε τα πράγματα σε μια μονομαχία, στήνοντας απέναντι από τους πύργους του Μαλακάση τους δικούς του πύργους με τις πολεμίστρες. Το ίδιο άλλωστε έκανε και ο Διονύσιος Σολωμός (για να σταθώ μόνο σε μερικές κορυφές) με τον Φάουστ του Γκαίτε, το ίδιο ο Καβάφης με τον Πλούταρχο και την Ιστορία, το ίδιο ο Σαίξπηρ παίρνοντας αυτούσιους τους μύθους από τον Πλούταρχο, το ίδιο οι αρχαίοι τραγικοί από τον Όμηρο. «Εις τους θεούς ευρίσκονται τα πέραν»…

«Ο Γιάννης ο φονιάς» του Ζαχαρία Παπαντωνίου

Δεν μου φεύγει όμως από το μυαλό και το εξαίσιο «παιδικό» ποίημα του Ζαχαρία Παπαντωνίου «Η κατάρα του πεύκου», ενσωματωμένο στη συλλογή του “Τα χελιδονάκια” (1920, μεταγενέστερος οριστικός τίτλος της συλλογής “Παιδικά τραγούδια”) που ανθολογήθηκε σε πολλά σχολικά αναγνωστικά βιβλία της… […]

Ιδού τηλεγραφικά, ο παράλληλος μύθος που κυκλοφορεί για τον ήρωα, τον Γιάννη από το Πουρνάρι (της Θεσσαλίας; της Μακεδονίας; της Φθιώτιδας; της Αχαΐας; του νομού Ηλείας δίπλα στον Γκάτσο;) Ο χωρικός Γιάννης, λοιπόν, από το Πουρνάρι επί δύο χρόνια πελεκούσε ανελέητα με το τσεκούρι του έναν τεράστιο πολύχρονο πεύκο για να πουλά το ρετσίνι του. Την τρίτη χρονιά έκανε την αστοχία και τον γκρέμισε για να πουλήσει την ξυλεία του. Ο πεύκος τον καταράστηκε. Και ο Γιάννης, παρόλο που προχωρούσε μήνες και χρόνια, έμενε πάντοτε στην ίδια θέση. Στο ποίημα του Παπαντωνίου βρίσκεται και το μοιραίο επίθετο που μας ενδιαφέρει: Γιάννης φονιάς.

Μάνος Ελευθερίου 1995-1997 , Πηγή: www.musicpaper.gr

Η ανάλυση που μόλις διαβάσατε συντάχθηκε σύμφωνα με τις πρόσφατες αλλαγές στον τρόπο εξέτασης της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας στην Γ’ Λυκείου και προέρχεται από τις προσωπικές σημειώσεις της συναδέλφου Sevastoula Tsirigoti, η οποία την παραχώρησε στον ιστότοπό μας σε ένδειξη αλληλεγγύης προς τους υπόλοιπους συναδέλφους.

Την ευχαριστούμε από καρδιάς και της ευχόμαστε κάθε επιτυχία όχι μόνο στον επαγγελματικό στίβο αλλά και στην προσωπική της ζωή.

Για να μεταβείτε σε κάποια άλλη από τις σελίδες στις οποίες πραγματοποιείται αναλυτική παρουσίαση επιμέρους στοιχείων Θεωρίας  ή Κριτήρια Αξιολόγησης  της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Γ’  Λυκείου, επιλέξτε τον αντίστοιχο σύνδεσμο από τον παρακάτω πίνακα:

Στοιχεία ΘεωρίαςΚριτήρια Συνεξέτασης
Διαφορές Μοντέρνας Παραδοσιακής ΠοίησηςΙρένα Σέντλερ Χατζηθωμάς
Επτανησιακή ΣχολήΒαθμολογίες
Γενιά του 30Γράμμα (ΕΠΑΛ)
Κειμενικοί Δείκτες- Ερμηνευτικό ΣχόλιοΜπάμιες Διδακτική Προσέγγιση
Ερμηνευτικό Σχόλιο - Οδηγός ΠροσέγγισηςΟ Γιάννης ο Φονιάς Ανάλυση Περιεχομένου
Οδηγός Προσέγγισης Λογοτεχνικών Κειμένων Σημείο Αναγνωρίσεως: Ερμηνευτικό Σχόλιο
Επί ασπαλάθων: Ερμηνευτικό ΣχόλιοΦουραντάν Διδακτική Πρόταση
Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά: Ερμηνευτικό ΣχόλιοΣυνοπτική Παρουσίαση Θεωρίας Λογοτεχνίας & Πανελλήνιες (Video)

Η Ομάδα του filologika.gr

Για περισσότερη ενημέρωση για θέματα που αφορούν την εκπαίδευση ακολουθήστε μας στην επίσημη σελίδα μας στο Facebook.