Ξενοφώντας Κεφάλαιο 2 Παράγραφος 3
Για να μεταφερθείτε σε κάποια άλλη ενότητα των Αρχαίων Ελληνικών της Α’ Λυκείου επιλέξτε την αντίστοιχη σελίδα από το παρακάτω μενού:
Ξενοφῶντος Ἑλληνικά
Κεφάλαιο 2. Παράγραφος 3
Πρωτότυπο Κείμενο
Ἐν δὲ ταῖς Ἀθήναις τῆς Παράλου ἀφικομένης νυκτὸς ἐλέγετο ἡ συμφορά͵ καὶ οἰμωγὴ ἐκ τοῦ Πειραιῶς διὰ τῶν μακρῶν τειχῶν εἰς ἄστυ διῆκεν͵ ὁ ἕτερος τῷ ἑτέρῳ παραγγέλλων· ὥστ΄ ἐκείνης τῆς νυκτὸς οὐδεὶς ἐκοιμήθη͵ οὐ μόνον τοὺς ἀπολωλότας πενθοῦντες͵ ἀλλὰ πολὺ μᾶλλον ἔτι αὐτοὶ ἑαυτούς͵ πείσεσθαι νομίζοντες οἷα ἐποίησαν Μηλίους τε Λακεδαιμονίων ἀποίκους ὄντας͵ κρατήσαντες πολιορκίᾳ͵ καὶ Ἱστιαιέας καὶ Σκιωναίους καὶ Τορωναίους καὶ Αἰγινήτας καὶ ἄλλους πολλοὺς τῶν Ἑλλήνων.
Μετάφραση
Στην Αθήνα η Πάραλος έφτασε νύκτα και διέδωσε την συμφορά. Και ο θρήνος από τον Πειραιά έφτασε στο Άστυ διαμέσου των Μακρών Τειχών καθώς ο ένας την έλεγε στον άλλο. Επομένως, εκείνη την νύχτα κανένας δεν κοιμήθηκε, όχι μόνο γιατί θρηνούσαν τους χαμένους αλλά πολύ περισσότερο για τους ίδιους τους εαυτούς τους, επειδή νόμιζαν ότι θα πάθουν όσα έκαναν στους Μηλίους που ήταν άποικοι των Λακεδαιμονίων, όταν επικράτησαν στην πολιορκία και στους κατοίκους της Ιστιαίας, της Σκιώνας, της Τορώνης, της Αίγινας και σε πολλούς άλλους από τους Έλληνες.
Κείμενο – Μετάφραση σε αντιστοίχιση
Ἐν δὲ ταῖς Ἀθήναις
τῆς Παράλου ἀφικομένης νυκτὸς
ἐλέγετο ἡ συμφορά͵
καὶ οἰμωγὴ ἐκ τοῦ Πειραιῶς
διῆκεν εἰς ἄστυ
διὰ τῶν μακρῶν τειχῶν͵
ὁ ἕτερος παραγγέλλων τῷ ἑτέρῳ·
ὥστ΄ ἐκείνης τῆς νυκτὸς
οὐδεὶς ἐκοιμήθη͵
οὐ μόνον πενθοῦντες
τοὺς ἀπολωλότας͵
ἀλλὰ πολὺ μᾶλλον
ἔτι αὐτοὶ ἑαυτούς͵
νομίζοντες πείσεσθαι
οἷα ἐποίησαν Μηλίους
ὄντας τε Λακεδαιμονίων ἀποίκους͵
κρατήσαντες πολιορκίᾳ͵
καὶ Ἱστιαιέας
καὶ Σκιωναίους
καὶ Τορωναίους καὶ Αἰγινήτας
καὶ ἄλλους πολλοὺς
τῶν Ἑλλήνων.
Στην Αθήνα
η Πάραλος έφτασε νύκτα
και διέδωσε την συμφορά.
Και ο θρήνος από τον Πειραιά
έφτασε στο Άστυ
διαμέσου των Μακρών Τειχών
καθώς ο ένας την έλεγε στον άλλο.
Επομένως, εκείνη την νύχτα
κανένας δεν κοιμήθηκε,
όχι μόνο γιατί θρηνούσαν
τους χαμένους
αλλά πολύ περισσότερο
για τους ίδιους τους εαυτούς τους,
επειδή νόμιζαν ότι θα πάθουν
όσα έκαναν στους Μηλίους
που ήταν άποικοι των Λακεδαιμονίων,
όταν επικράτησαν στην πολιορκία
και στους κατοίκους της Ιστιαίας,
της Σκιώνας,
της Τορώνης, της Αίγινας
και σε πολλούς άλλους
από τους Έλληνες.
Κείμενο – Μετάφραση σε αντιστοίχιση
Ἐν δὲ ταῖς Ἀθήναις τῆς Παράλου ἀφικομένης νυκτὸς ἐλέγετο ἡ συμφορά: κύρια πρόταση κρίσεως.
ἐλέγετο: ρήμα/ ἡ συμφορά: υποκείμενο./ ἀφικομένης: επιρρηματική χρονική μετοχή, με υποκείμενο τῆς Παράλου (απόλυτη) / νυκτός: γενική του χρόνου στη μετοχή / Ἐν δὲ ταῖς Ἀθήναις: εμπρόθετος επιρρηματικός προσδιορισμός που δηλώνει στάση σε τόπο.
καὶ οἰμωγὴ ἐκ τοῦ Πειραιῶς διὰ τῶν μακρῶν τειχῶν εἰς ἄστυ διῆκεν͵ ὁ ἕτερος τῷ ἑτέρῳ παραγγέλλων·: κύρια πρόταση κρίσεως.
διῆκεν: ρήμα / οἰμωγὴ: υποκείμενο / ἐκ τοῦ Πειραιῶς: εμπρόθετος επιρρηματικός προσδιορισμός που δηλώνει απομάκρυνση από τόπο/ διὰ τειχῶν: εμπρόθετος επιρρηματικός προσδιορισμός που δηλώνει απομάκρυνση από τόπο/ τῶν μακρῶν: επιθετικός προσδιορισμός / εἰς ἄστυ: εμπρόθετος επιρρηματικός προσδιορισμός που δηλώνει κίνηση σε τόπο / παραγγέλλων: επιρρηματική τροπική ή αιτιολογική μετοχή, ονομαστική απόλυτη, με υποκείμενο ὁ ἕτερος, αντί γενική απόλυτης: τοῦ ἑτέρου παραγγέλλοντος/ τῷ ἑτέρῳ: έμμεσο αντικείμενο της μετοχής.
ὥστ΄ ἐκείνης τῆς νυκτὸς οὐδεὶς ἐκοιμήθη͵ οὐ μόνον τοὺς ἀπολωλότας πενθοῦντες͵ ἀλλὰ πολὺ μᾶλλον ἔτι αὐτοὶ ἑαυτούς͵ πείσεσθαι νομίζοντες: κύρια πρόταση
ἐκοιμήθη: ρήμα / οὐδεὶς: υποκείμενο / τῆς νυκτὸς: γενική του χρόνου / ἐκείνης: επιθετικός προσδιορισμός / πενθοῦντες: επιρρηματική αιτιολογική μετοχή, συνημμένη στο οὐδείς / τοὺς ἀπολωλότας: επιθετική μετοχή- ἑαυτούς: αντικείμενα -αντικείμενα της μετοχής πενθοῦντες που συνδέονται επιδοτικά αντιθετικά: οὐ μόνον – ἀλλὰ (καὶ)/ πολὺ μᾶλλον ἔτι: επιρρηματικός προσδιορισμός του ποσού στο ἑαυτούς/ αὐτοί: κατηγορηματικός προσδιορισμός / νομίζοντες: επιρρηματική αιτιολογική μετοχή συνημμένη στο υποκείμενο του ρήματος / πείσεσθαι: ειδικό απαρέμφατο, αντικείμενο της μετοχής νομίζοντες, με υποκείμενο αὐτοί (ταυτοπροσωπία).
οἷα ἐποίησαν Μηλίους τε Λακεδαιμονίων ἀποίκους ὄντας͵ κρατήσαντες πολιορκίᾳ͵ καὶ Ἱστιαιέας καὶ Σκιωναίους καὶ Τορωναίους καὶ Αἰγινήτας καὶ ἄλλους πολλοὺς τῶν Ἑλλήνων: δευτερεύουσα αναφορική πρόταση ως αντικείμενο στο πείσεσθαι.
ἐποίησαν: ρήμα/ οὗτοι δηλ. οι Αθηναίοι: υποκείμενο / Μηλίους τε καὶ Ἱστιαιέας καὶ Σκιωναίους καὶ Τορωναίους καὶ Αἰγινήτας καὶ ἄλλους: άμεσα αντικείμενα/ οἷα: έμμεσο σύστοιχο αντικείμενο / ὄντας: επιθετική μετοχή, συνημμένη στο Μηλίους / ἀποίκους: κατηγορούμενο στο Μηλίους μέσω του συνδετικού ρήματος ὂντας / Λακεδαιμονίων: γενική κτητική / κρατήσαντες: επιρρηματική χρονική μετοχή, συνημμένη στο υποκείμενο του ρήματος / πολιορκίᾳ: δοτική του μέσου / πολλούς: επιθετικός προσδιορισμός στο ἂλλους / τῶν Ἓλλήνων: γενική διαιρετική.
Πίνακας αρχικών χρόνων ρημάτων παραγράφου
ἀφικνέομαι, -οῦμαι
ἀφικνούμην
ἀφίξομαι
ἀφικόμην
ἀφῖγμαι
ἀφίγμην
λέγομαι
ἐλεγόμην
λεχθήσομαι/ ῥηθήσομαι
ἐλέχθην/ ἐρρήθην
εἴρημαι/ λέλεγμαι
εἰρήμην/ ἐλελέγμην
διήκω
διῆκον
διήξω
–
–
–
παραγγέλλω
παρήγγελλον
παραγγελῶ
παρήγγειλα
παρήγγελκα
παρηγγέλκειν
κοιμάομαι, -ῶμαι
ἐκοιμώμην
–
ἐκοιμήθην
–
–
ἀπόλλυμαι
ἀπωλλύμην
ἀπολοῦμαι
ἀπωλόμην
ἀπόλωλα
ἀπωλώλειν
πενθέω, -ῶ
ἐπένθουν
πενθήσω
ἐπένθησα
πεπένθηκα
–
πάσχω
ἔπασχον
πείσομαι
ἔπαθον
πέπονθα
ἐπεπόνθειν
νομίζω
ἐνόμιζον
νομιῶ
ἐνόμισα
νενόμικα
ἐνενομίκειν
ποιέω, -ῶ
ἐποίουν
ποιήσω
ἐποίησα
πεποίηκα
ἐπεποιήκειν
εἰμί
ἦ, ἦν
ἔσομαι
ἐγενόμην
γέγονα
ἐγεγόνειν
κρατέω, -ῶ
ἐκράτουν
κρατήσω
ἐκράτησα
κεκράτηκα
ἐκεκρατήκειν
Ερμηνευτικές Ερωτήσεις
Να παρουσιάσετε τα γεγονότα της ενότητας σε θεατρικό λόγο.
Και ενώ νεκρική σιγή επικρατούσε στον τόπο της Αθήνας, ξάφνου προβάλλει η Πάραλος και φέρνει τραγικά νέα. Οι λιγοστοί επιζώντες από τη ναυμαχία, ξεχύνονται στην πόλη και αρχίζουν να σπαράζουν. Ο κωπηλάτης αγγελιοφόρος ξεσπά πρώτος:
Δεινοκράτης: ΗΤΤΗΘΗΚΑΜΕ!
Σαν σίφουνας τότε οι γυναίκες, βγαίνουν από τα σπίτια τους και ο πραγματικός θρήνος αρχίζει. Ακούγεται ένα τρομακτικό βουητό και η θάλασσα αγριεύει. Σαν κορυφαία αρχαίας τραγωδίας,η σύζυγος του Θρασύβουλου, η Εριφύλη πονά και κλαίει.
Εριφύλη: Έφυγε και ο γιος μου και ο άντρας μου. Ποιοι μείναν στο χωριό; Εγώ; Οι υπόλοιπες γυναίκες; Ποιος θα μας σώσει τώρα;! Ακούστε συντρόφισσες, θα πεθάνουμε όλες!
Οι υπόλοιπες: Συμφορά που μας βρήκε! Τι μπορούμε να κάνουμε; Καταστραφήκαμε! Εμείς οι ξακουστές Αθηναίες να φοβόμαστε για την μοίρα μας; Όλα χάθηκαν και κοντεύει η σειρά μας, πρέπει κάποιος να μας βοηθήσει, δεν είναι δυνατόν να καταλήξουμε ηττημένες…
Ακουγόταν ο θρήνος σ’ ολόκληρη την Αθήνα και έβλεπες όλους τους κατοίκους να τρέχουν πανικόβλητοι, λες και μπορούσε η ταχύτητά τους να τούς σώσει, ψάχνοντας μια σανίδα σωτηρίας, μια ασπίδα να τους προστατέψει απ’ το κακό. Η φύση, συμμετείχε σαν να πρόκειται για παραλογή, είχε πάρει μορφή μαύρη, ίδια με τον “λυπημένο” ουρανό και τα δέντρα έτοιμα να σπάσουν από την καταιγίδα. Οι νόμοι της φύσης είχαν ανατραπεί!
Δέντρο: Τραγικά τα νέα! Και τώρα τι κάνουμε; Θα καούμε στη φωτιά των Σπαρτιατών!
Πουλί: Εγώ μπορώ να πετάξω μακριά, αλλά η Αθήνα δεν μπορεί να σωθεί… Οι νεκροί της ναυμαχίας είναι αμέτρητοι!
Νεκρός Ευρυσθέας: Εγώ είμαι ένα από τα θύματα… Ήρθα να προειδοποιήσω για το κακό, αλλά με πρόλαβαν. Α! Εκεί η αδερφή μου. Αρετή, φυλάξου! Προσπάθησε να φύγεις από την Αθήνα, δεν υπάρχει σωτηρία. Έλα θα σε οδηγήσω εγώ.
Πουλί: Πώς; Από πότε οι νεκροί μιλούν με τους ζωντανούς;
Αρετή: Ευρυσθέα αδερφέ μου, τι λέει το πουλί; Ποιος είναι ο νεκρός;
Ευρυσθέας: Πουλί είναι Αρετή, άφησέ το να κελαηδά…
Το ξέσπασμα αυτό κράτησε έως και τα ξημερώματα. Κανείς δεν κοιμήθηκε. Ήταν όλοι συντετριμμένοι, όχι ιδιαίτερα για τους ήδη νεκρούς, αλλά πιο πολύ για το μέλλον το δικό τους. Την επόμενη μέρα ο πιο σοφός από τους ηλικιωμένους πήρε πρώτος τον λόγο στην εκκλησία του Δήμου:
Κλέαρχος: Φίλοι μου Αθηναίοι! Σταματήστε τον θρήνο. Πολύ κράτησε… Εμείς, οι πιο τρανοί, οι πιο ξακουστοί και οι ακατανίκητοι Αθηναίοι δεν χάνουμε τόσο εύκολα. Δεν θα παραδώσουμε τα όπλα μας! Δεν τα υποταχθούμε στους Σπαρτιάτες, όσο ακόμα υπάρχει ελπίδα. Ναι, μπορούμε ακόμα να νικήσουμε! Μην είστε απαισιόδοξοι. Ας πάρουμε την κατάσταση στα χέρια μας και ας προετοιμαστούμε για την μάχη.
Έπειτα, όλοι οι πολίτες της Αθήνας αναθάρρησαν, πιστεύοντας ότι τάχα μπορούσαν να γλιτώσουν! Αμέσως άρχισε η επισκευή των τειχών, η επιχωμάτωση του λιμανιού και η προετοιμασία για πόλεμο.
Αριστόβουλος: Εμπρός! Πιο γρήγορα! Πρέπει να προλάβουμε το κακό. Εσυ, Επαμεινώνδα μην κάθεσαι, φέρε το χώμα και άρχισε να χτίζεις. Όλοι σας πιο γρήγορα, να έχετε τελειώσει πριν το ξημέρωμα, δεν μπορούμε να περιμένουμε.
Επαμεινώνδας: Τελευταία στιγμή δεν γίνεται τίποτα σωστά. Αυτές οι εργασίες μέχρι και για δούλους είναι αδύνατες. Πού ακούστηκε προετοιμασία για πόλεμο μέσα σε μια μέρα; Πώς μπορούμε να νικήσουμε τον εχθρό;!
Επαμεινώνδας: Μπορούμε! Και θα νικήσουμε, εάν δεν μιλάς και αρχίσεις τη δουλειά.
Την ενδεικτική απάντηση συνέταξε η μαθήτρια Α Λυκείου Ντιόν Ψυχομάνη σύμφωνα με τις υποδείξεις και οδηγίες της καθηγήτριάς της Μαρίας Γεωργοπούλου
Η Ομάδα του filologika.gr
Για περισσότερη ενημέρωση για θέματα που αφορούν τα Φιλολογικά μαθήματα ακολουθήστε μας στην επίσημη σελίδα μας στο Facebook.