Ξενοφώντος Ελληνικά 2.1.23

Ξενοφώντας Κεφάλαιο 1 Παράγραφος 23

ΜΟΙΡΑΣΟΥ ΤΟ:

Ξενοφῶντος Ἑλληνικά

Κεφάλαιο 1. Παράγραφος 23

Πρωτότυπο Κείμενο

Οἱ δὲ Ἀθηναῖοι ἅμα τῷ ἡλίῳ ἀνίσχοντι ἐπὶ τῷ λιμένι παρετάξαντο ἐν μετώπῳ ὡς εἰς ναυμαχίαν. Ἐπεὶ δὲ οὐκ ἀντανήγαγε Λύσανδρος͵ καὶ τῆς ἡμέρας ὀψὲ ἦν͵ ἀπέπλευσαν πάλιν εἰς τοὺς Αἰγὸς ποταμούς.

Μετάφραση

Οι δε Αθηναίοι αμέσως με την ανατολή του ήλιου παρατάχτηκαν κατά μέτωπο μπροστά στο λιμάνι για ναυμαχία. Επειδή, όμως, ο Λύσανδρος δεν έβγαλε τα πλοία του για ναυμαχία και η μέρα είχε περάσει, γύρισαν πάλι στους Αιγός Ποταμούς.

Κείμενο – Μετάφραση σε αντιστοίχιση

Οἱ δὲ Ἀθηναῖοι

ἅμα τῷ ἡλίῳ ἀνίσχοντι

παρετάξαντο ἐν μετώπῳ

ἐπὶ τῷ λιμένι

ὡς εἰς ναυμαχίαν.

Ἐπεὶ δὲ Λύσανδρος

οὐκ ἀντανήγαγε ͵

καὶ τῆς ἡμέρας ὀψὲ ἦν͵

ἀπέπλευσαν πάλιν

εἰς τοὺς Αἰγὸς ποταμούς.

Οι δε Αθηναίοι

αμέσως με την ανατολή του ήλιου

παρατάχτηκαν κατά μέτωπο

μπροστά στο λιμάνι

για ναυμαχία.

Επειδή, όμως, ο Λύσανδρος

δεν έβγαλε τα πλοία του για ναυμαχία

και η μέρα είχε περάσει,

γύρισαν πάλι

στους Αιγός Ποταμούς.

Συντακτική ανάλυση

οἱ δὲ Ἀθηναῖοι ἅμα τῷ ἡλίῳ ἀνίσχοντι ἐπὶ τῷ λιμένι παρετάξαντο ἐν μετώπῳ ὡς εἰς ναυμαχίαν: Κύρια πρόταση

παρετάξαντο: ρήμα/ οἱ Ἀθηναῖοι: υποκείμενο

ἀνίσχοντι: επιθετική μετοχή με υποκείμενο τῷ ἡλίῳ ως επιθετικός προσδιορισμός στο άρθρο της.

ἅμα τῷ ἡλίῳ: εμπρόθετος επιρρηματικός προσδιορισμός που δηλώνει χρόνο στο παρετάξαντο.

ἐπὶ τῷ λιμένι: εμπρόθετος επιρρηματικός προσδιορισμός που δηλώνει στάση σε τόπο στο παρετάξαντο.

ἐν μετώπῳ: εμπρόθετος επιρρηματικός προσδιορισμός του τρόπου στο παρετάξαντο.

ὡς εἰς ναυμαχίαν: εμπρόθετος επιρρηματικός προσδιορισμός που δηλώνει σκοπό στο παρετάξαντο.

ἐπεὶ δὲ οὐκ ἀντανήγαγε Λύσανδρος: Δευτερεύουσα επιρρηματική αιτιολογική πρόταση ως επιρρηματικός προσδιορισμός της αιτίας στο ἀπέπλευσαν της κύριας πρότασης που ακολουθεί.

οὐκ ἀντανήγαγε: ρήμα / Λύσανδρος: υποκείμενο.

καὶ τῆς ἡμέρας ὀψὲ ἦν: Δευτερεύουσα επιρρηματική αιτιολογική πρόταση ως επιρρηματικός προσδιορισμός της αιτίας στο ἀπέπλευσαν της κύριας πρότασης που ακολουθεί.

ἦν: ρήμα / ὀψὲ: επίρρημα σε θέση υποκειμένου.

τῆς ἡμέρας: γενική διαιρετική στο ὀψὲ.

ἀπέπλευσαν πάλιν εἰς τοὺς Αἰγὸς ποταμούς: Κύρια πρόταση

ἀπέπλευσαν: ρήμα / οἱ Ἀθηναῖοι (ενν.): υποκείμενο

πάλιν: επιρρηματικός προσδιορισμός του ποσού στο ἀπέπλευσαν.

εἰς τοὺς Αἰγὸς ποταμούς: εμπρόθετος επιρρηματικός προσδιορισμός που δηλώνει κίνηση σε τόπο στο ἀπέπλευσαν.

Πίνακας αρχικών χρόνων ρημάτων παραγράφου

ἀνίσχω

παρατάττ/σσομαι

παρεταττ/σσόμην

παρατάξομαι/ παραταχθήσομαι

παρεταξάμην/ παρετάχθην

παρατέταγμαι

παρετάγμην

ἀντανάγω

ἀντανῆγον

ἀντανάξω

ἀντανήγαγον

ἀντανῆχα

ἀντανήχειν

εἰμί

ἦ, ἦν

ἔσομαι

ἐγενόμην

γέγονα

ἐγεγόνειν

ἀποπλέω

ἀπέπλεον

ἀποπλεύσομαι/ ἀποπλευσοῦμαι

ἀπέπλευσα

ἀποπέπλευκα

ἀπεπεπλεύκειν

Η Ομάδα του filologika.gr


Για περισσότερη ενημέρωση για θέματα που αφορούν τα Φιλολογικά μαθήματα ακολουθήστε μας στην επίσημη σελίδα μας στο Facebook.